«Καλά νέα. Ο Πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Οσμπορν συζητά το ενδεχόμενο επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα». Με αυτή τη φράση αρχίζει το άρθρο – παρέμβαση του έγκριτου αρθρογράφου του Guardian, Σάιμον Τζένκινς, ενός προσώπου με βαθιά μόρφωση και υψηλό κύρος στη Βρετανία.
Στο άρθρο του ο Τζένκινς, ο οποίος έχει διατελέσει μεταξύ άλλων διευθυντής των Times του Λονδίνου, τάσσεται υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα ενώ αντιμετωπίζει ειρωνικά τα επιχειρήματα που ανέπτυξε σε συνέντευξή του την Τρίτη ο Τζορτζ Οσμπορν.
Παράλληλα, με βάση τις πληροφορίες ότι οι ειδικοί του Ινστιτούτου Ψηφιακής Αρχαιολογίας (IDA) στη Βρετανία δημιουργούν ήδη πιστά τρισδιάστατα αντίγραφα των Γλυπτών χρησιμοποιώντας πεντελικό μάρμαρο (και προχωρούν στο έργο τους παρά τις αντιδράσεις του Βρετανικού Μουσείου), ο αρθρογράφος του Guardian προτείνει τα αντίγραφα αυτά να αντικαταστήσουν στο Λονδίνο τα πρωτότυπα Γλυπτά του Παρθενώνα που πρέπει, όπως λέει, να επιστρέψουν στην Ελλάδα.
Ο Σάιμον Τζένκινς τονίζει καταρχάς ότι ο Οσμπορν είναι ο πρώτος από την πλευρά του Βρετανικού Μουσείου που σημειώνει ότι «το να βλέπεις σε όλο το μεγαλείο τους στην Αθήνα» τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι κάτι σημαντικό για το οποίο αξίζει να προσπαθήσουμε.
«Το πιο σημαντικό είναι ότι φαίνεται να αποδέχεται ότι το ζήτημα έχει ξεπεράσει ό,τι αφορά το ιστορικό της απόκτησής τους και το στενό νομικό ζήτημα της ιδιοκτησίας. Αντιθέτως, αφορά πλέον το πλαίσιο στο οποίο μπορούν να εκτεθούν με τον καλύτερο τρόπο αυτά τα μεγαλειώδη δημιουργήματα του ευρωπαϊκού πολιτισμού» σημειώνει ο Τζένκινς σχολιάζοντας τα επιχειρήματα του Οσμπορν.
«Ενα πράγμα είναι ξεκάθαρο. Το να έχεις τα μισά μάρμαρα κάτω από τη σκιά της Ακρόπολης στην Αθήνα και τα άλλα μισά σε έναν παγωμένο θάλαμο στο Μπλούμσμπερι είναι λάθος» προσθέτει, αναφερόμενος και πάλι στις δηλώσεις του Προέδρου του Βρετανικού Μουσείου (την Τρίτη στο ραδιοσταθμό LBC) ο οποίος μίλησε ασαφώς για μια συμφωνία η οποία θα επιτρέπει την έκθεση των Γλυπτών και στην Αθήνα και στο Βρετανικό Μουσείο στο Λονδίνο.
Ο Τζένκινς εξηγεί ότι ένα έργο τέχνης «δεν μοιράζεται, μόνο χωρίζεται», υπονοώντας ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί, και υποστηρίζει ότι «αυτή η κορυφαία αλληλουχία αριστουργημάτων πρέπει να παρουσιαστεί με το σωστό τρόπο, ενωμένη, άρα στον τόπο της δημιουργίας τους, στην Αθήνα».
«Με οποιοδήποτε τρόπο τα Γλυπτά πρέπει να επιστρέψουν στην Ελλάδα» τονίζει ο Τζένκινς και προχωράει σε μια πρόταση προς το Βρετανικό Μουσείο.
Επικρίσεις για το Βρετανικό Μουσείο, φαρμακερή ειρωνεία για τον Οσμπορν
Μπαίνοντας στο πραγματικό πρόβλημα, που αφορά κατά την απόψή του τις αντιστάσεις από την πλευρά του Μουσείου, ο Τζένκινς σημειώνει ότι «το μόνο ζήτημα είναι αν μπορεί να γίνει κάτι που θα κατευνάζει την υπερφίαλη υπερηφάνεια και το ένστικτο αποθησαυρισμού του προσωπικού του Βρετανικού Μουσείου, που έχει φτάσει να θεωρεί τα μάρμαρα προσωπική του ιδιοκτησία».
Και η απάντηση κατά τον ίδιο στο ζήτημα είναι η εξής: «Οι τρισδιάστατοι (3D) εκτυπωτές του Ινστιτούτου Ψηφιακής Αρχαιολογίας (IDA) δημιουργούν ήδη αντίγραφα των Γλυπτών που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο, χρησιμοποιώντας πεντελικό μάρμαρο από τα ίδια λατομεία την αρχικής δημιουργίας στην Ελλάδα».
Εξηγεί ότι οι επιστήμονες του IDA συνεχίζουν παρά την «επίσημη διαμαρτυρία από το Βρετανικό Μουσείο» και ότι θα είναι αδύνατο να διακρίνει κανείς τη διαφορά από τα πρωτότυπα, καθώς τα αντίγραφα θα φέρουν και τα «ελαττώματα» από τη φθορά του χρόνου που έχουν τα πρωτότυπα εκθέματα.
«Αυτό σίγουρα ικανοποιεί την αισθητική απαίτηση του Μουσείου να μπορεί να βλέπει κανείς τα μάρμαρα “ανάμεσα στα μεγαλεία άλλων πολιτισμών” στο Λονδίνο», σημειώνει ο Τζένκινς, με λεπτή αλλά φαρμακερή ειρωνεία για τον Πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Οσμπορν, καθώς εκείνος ήταν που υποστήριξε την Τρίτη ότι τα Γλυπτά στο Βρετανικό Μουσείο «αφηγούνται μια ιστορία για τον πολιτισμό πλάι σε όλους τους άλλους πολιτισμούς, την Κίνα, την Ινδία και άλλα μέρη της Μεσογείου. Στην Ελλάδα αφηγούνται μόνο την ιστορία του ελληνικού πολιτισμού».
Συνεχίζοντας ο Τζένκινς τονίζει ότι «τα μουσεία της Ευρώπης είναι γεμάτα από αντίγραφα, καλά και κακά, και το Βρετανικό Μουσείο έχει πολλά. Το θέμα λοιπόν παύει να είναι αισθητικό. Η αυθεντικότητα της προέλευσης μπορεί να είναι ένα θέμα που συζητείται ευρέως, αλλά κάλλιστα μπορεί κανείς να έχει την οπτική εμπειρία των μαρμάρων στο Λονδίνο, ακόμη και μαζί με αυτά που υπάρχουν στην Αθήνα, αν αυτό είναι το επιθυμητό». Επομένως προτείνει ότι, αν το θέλει το Βρετανικό Μουσείο, θα μπορούσε να αντιγράψει και τα Γλυπτά που βρίσκονται στο Μουσείο της Ακρόπολης.
Το θέμα λοιπόν «περιορίζεται» πια στο πεδίο της πολιτικής, συμπεραίνει ο αρθρογράφος του Guardian. Επισημαίνει ότι η Ελλάδα θέλει απεγνωσμένα τα αυθεντικά «πετράδια του στέμματος» να ενωθούν με τα υπόλοιπα, σχολιάζει ότι το ζήτημα της αποκατάστασης είναι εξαιρετικά επίκαιρο στις μέρες μας και καταλήγει τονίζοντας ότι «οι Έλληνες είναι παθιασμένοι με τα Γλυπτά και, ειλικρινά, οι Βρετανοί δεν είναι. Τα αντίγραφα μπορούν να βρίσκονται στο Λονδίνο, όχι στην Αθήνα».
Ως προς το πρακτικό σκέλος, ο Τζένκινς λέει ότι υπάρχουν πολλές επιλογές, καθώς η Ελλάδα θα μπορούσε να δώσει χρήματα, «να προσφέρει αγάλματα σε αντάλλαγμα ή να συνάψει κάποια ευφυή συμφωνία συνιδιοκτησίας». Κάτι τέτοιο θα επέτρεπε, λέει, στο Βρετανικό Μουσείο, να σώσει σε κάποιο βαθμό τα προσχήματα.
Κλείνοντας το άρθρο του, ο Τζένκινς επιφυλάσσει μια οξύτερη ειρωνική αναφορά στον Οσμπορν. Σχολιάζει ότι «εάν μπορεί να επιλυθεί το ζήτημα –και είναι παράλογο να συνεχίζεται για τόσο καιρό– τότε η Ελλάδα σίγουρα θα απονείμει στον Οσμπορν το βραβείο “Λόρδος Βύρων” για τον ιερό φιλελληνισμό. Θα του άξιζε».
Η τεχνολογία του IDA για τα Γλυπτά
Οπως έγινε γνωστό νωρίτερα μέσα στο 2022 ερευνητές του Ινστιτούτου Ψηφιακής Αρχαιολογίας (IDA) έχουν ήδη προχωρήσει σε μυστικές σαρώσεις των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο με στόχο να δημιουργήσουν τρισδιάστατα πανομοιότυπα αντίγραφα τους, προκαλώντας έντονη ανησυχία και αντιδράσεις εκ των υστέρων από τους αρμόδιους του Μουσείου.
Τα πανεπιστήμια της Οξφόρδης και του Χάρβαρντ, σε συνεργασία με το Μουσείο του Μέλλοντος, του Ντουμπάι, ίδρυσαν πριν από δέκα χρόνια το IDA που μπορεί με τη χρήση προηγμένων τεχνικών να δημιουργήσει πιστά αντίγραφα των Γλυπτών του Παρθενώνα με μια νέα πρωτοπόρο τεχνική, γνωστή ως 3D Machining. Η τεχνική αυτή, μέσω της φωτογραμμετρίας, δημιουργεί ψηφιακές εικόνες. Τη σκυτάλη παίρνει ένας ρομποτικός μηχανισμός που δημιουργεί το αντίγραφο του έργου τέχνης με ακρίβεια χιλιοστού. Και το υλικό μπορεί να είναι πεντελικό μάρμαρο…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News