845
Το Ανφιλντ δεν ήθελε την Fenway Sports Group. Τώρα όμως ολόκληρη η πόλη ανησυχεί... | Michael Steele/Getty Images

Γιατί οι αμερικανοί ιδιοκτήτες βγάζουν τη Λίβερπουλ «στο σφυρί»;

Sportscaster Sportscaster 8 Νοεμβρίου 2022, 16:38
Το Ανφιλντ δεν ήθελε την Fenway Sports Group. Τώρα όμως ολόκληρη η πόλη ανησυχεί...
|Michael Steele/Getty Images

Γιατί οι αμερικανοί ιδιοκτήτες βγάζουν τη Λίβερπουλ «στο σφυρί»;

Sportscaster Sportscaster 8 Νοεμβρίου 2022, 16:38

Με την κλήρωση του Τσάμπιονς Λιγκ, που έφερε τη Λίβερπουλ αντιμέτωπη με τη Ρεάλ Μαδρίτης στους «16» της διοργάνωσης, ελάχιστοι ασχολήθηκαν στο βασίλειο των «Reds». Επειδή την ίδια μέρα (Δευτέρα) η ιδιοκτήτρια εταιρεία του club, Fenway Sports Group, επιβεβαίωσε την αποκάλυψη του Athletic ότι αναζητά ενδιαφερόμενους για να πουλήσει τις μετοχές της. Ηταν φυσικό, ο κρότος της FSG είδησης να σκεπάσει κάθε άλλο θόρυβο.

Η εξαγορά της Λίβερπουλ από τη FSG, τον Οκτώβριο του 2010, αποδείχτηκε μια σοφή επιχειρηματική κίνηση. Οι αμερικανοί επενδυτές απέκτησαν τον ιστορικό σύλλογο έναντι 300 εκατομμυρίων δολαρίων (400 εκατ. στην τρέχουσα ισοτιμία), και στα 12 χρόνια που μεσολάβησαν, η αξία του δεκαπλασιάστηκε – σήμερα ανέρχεται σε 4,45 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με την εκτίμηση του Forbes τον περασμένο Μάιο. Ο τζίρος της βιομηχανίας αθλητικού θεάματος αυξάνεται διαρκώς, ιδίως στην Πρέμιερ Λιγκ. Οι προοπτικές για ακόμη μεγαλύτερα κέρδη είναι εξαιρετικές. Γιατί, άραγε, να θέλουν να πουλήσουν;

Ο Ιαν Ντόιλ, ο πασίγνωστος αρθρογράφος του liverpoolecho.co.uk, έχει μια εξήγηση που φαίνεται πειστική. Η FSG, γράφει, δεν αγόρασε τη Λίβερπουλ από τους πρώην ιδιοκτήτες της (Τζορτζ Ζιλέ Τζούνιορ και Τομ Χικς) μόνον επειδή το αντίτιμο ήταν ιδιαιτέρως χαμηλό για έναν τόσο σπουδαίο σύλλογο. Τα «μεγάλα κεφάλια» του αμερικανικού ομίλου, Τζορτζ Χένρι και Τομ Γουέρνερ, δελεάστηκαν και από τις προθέσεις της UEFA να επιβάλει στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο το περιλάλητο Financial Fair Play. Πίστεψαν πως οι κανόνες που θα έβαζαν όρια στις δαπάνες κάθε ομάδας ανάλογα με τα έσοδά της, θα τους επέτρεπαν να ακολουθήσουν και στη Λίβερπουλ το επιτυχημένο σχέδιο που είχαν εφαρμόσει στους Μπόστον Ρεντ Σοξ, το αμερικανικό club του μπέιζμπολ, το οποίο, επίσης, τους ανήκει. Αλλά δεν άργησαν να διαπιστώσουν ότι το FFP θα έμενε στα λόγια. Ακόμη κι όταν η UEFA δεν έκανε τα στραβά μάτια, όπως συνέβη στην περίπτωση της Μάντσεστερ Σίτι, το Αθλητικό Διαιτητικό Δικαστήριο ήταν πρόθυμο να άρει τις συνέπειες για τους παραβάτες που προσέφευγαν σε αυτό.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, τα «αφεντικά» της Λίβερπουλ δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τους Αραβες της Σίτι και της Παρί (πλέον, και της Νιούκαστλ), ή ακόμη και τη Ρεάλ Μαδρίτης, που έχουν την πολυτέλεια να ξοδεύουν ιλιγγιώδη ποσά για την απόκτηση ποδοσφαιριστών. Δεν μπορούν, αλλά και δεν θέλουν. Γιατί τα δικά τους κριτήρια είναι καθαρά επιχειρηματικά. Τρανή απόδειξη, αυτό που συνέβη το 2021. Τα 750 εκατ. δολάρια που εισέπραξαν από τη διάθεση του 11% των μετοχών της Λίβερπουλ στο RedBird Capital Partners, δεν τα διέθεσαν σε μεταγραφές, αλλά τα επανεπένδυσαν, εξαγοράζοντας το πλειοψηφικό πακέτο των Πίτσμπουργκ Πένγκουϊνς, που αγωνίζονται στο NHL (χόκεϊ σε πάγο). Αρνούνται να δαπανήσουν για την ενίσχυση της ομάδας τους πέρα από το καθορισμένο μπάτζετ, κάτι που δεν έχει δυσαρεστήσει μόνο τους οπαδούς, αλλά και τον Γίργκεν Κλοπ. Ο γερμανός προπονητής έχει πει ότι λίγο περισσότερο ρίσκο θα ανταμειβόταν με μεγαλύτερες επιτυχίες.

Οι απογοητευτικές επιδόσεις της Λίβερπουλ στην αρχή της σεζόν εδραίωσαν την πεποίθηση που υπήρχε στο αρχηγείο της FSG, στη Βοστόνη, ότι η ομάδα χρειάζεται ανακατασκευή, και πως αυτή θα κοστίσει ακριβά. Στην πραγματικότητα, οι ιδιοκτήτες των «Reds» αναζητούν (από καιρό) φρέσκα κεφάλαια. Δεν θέλουν, απαραιτήτως, να αποχωρήσουν από τον σύλλογο. Αντιλαμβάνονται, όμως, ότι η παραχώρηση ενός ποσοστού του μετοχικού κεφαλαίου, που θα ήταν η ιδανική λύση για εκείνους, έχει τις δυσκολίες της. Ο επενδυτής που θα εξαγοράσει ένα σημαντικό μέρος των μετοχών, π.χ. ένα 20%, θα καταβάλει ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό, και θα απαιτήσει να έχει λόγο στη διοίκηση του club. Η ίδια η Λίβερπουλ έχει πικρή πείρα από τέτοιου είδους συνιδιοκτησία, ήδη από την εποχή των Ζιλέ – Χικς. Την είχαν οδηγήσει στα πρόθυρα της χρεωκοπίας.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι Αμερικανοί δεν αποκλείουν την πώληση του συνόλου των μετοχών τους. Κι έχουν αναθέσει τις διαδικασίες για την εξεύρεση αγοραστών, σε δυο τραπεζικούς κολοσσούς: την Goldman Sachs (προσφάτως χορήγησε ένα τεράστιο δάνειο στην Μπαρτσελόνα) και τη Morgan Stanley. Το αντίτιμο θα μπορούσε να φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη, όπως γράφουν οι New York Times. Πριν από 6 μήνες η Τσέλσι πουλήθηκε στον Τοντ Μπόλι για πάνω από 3 δισεκατομμύρια δολάρια. Η Λίβερπουλ διαθέτει πολύ μεγαλύτερη λαϊκή βάση (στην Αγγλία και σε όλο τον Κόσμο), πιο πλούσια τροπαιοθήκη, υψηλότερα έσοδα και… τον Κλοπ. Επιπλέον, η ανακαίνιση του Ανφιλντ, η οποία κόστισε 90 εκατ. ευρώ, θα αυξήσει τη χωρητικότητα του γηπέδου στις 61.000 θέσεις. Αλλα 57 εκατ. ευρώ στοίχισε η δημιουργία του νέου, υπερσύγχρονου αθλητικού κέντρου του συλλόγου.

Το «πακέτο» είναι πολύ ελκυστικό για τους υποψήφιους αγοραστές. Το θέμα είναι, ποιος θα μπορούσε να διαθέσει 4-5 δισεκατομμύρια για να το αποκτήσει, και μερικές ακόμη εκατοντάδες εκατομμύρια για μεταγραφές. Πολύ λίγοι επενδυτικοί όμιλοι, και ελάχιστοι επιχειρηματίες.

Για τους φίλους της Λίβερπουλ ισχύει το «πρόσεχε τι εύχεσαι». Δεν θα στενοχωρηθούν πολύ, αν η FSG αποχωρήσει. Το 2019 επιχείρησε να οικειοποιηθεί ως trademark το όνομα του συλλόγου. Επειτα, έδεσε την ομάδα στο άρμα του Φλορεντίνο Πέρεθ, που σχεδίαζε τη δημιουργία της European Super League. Στη μεταγραφική αγορά, δεν υπήρξε ιδιαιτέρως γενναιόδωρη. Αλλά η αλήθεια είναι, ότι αυτός ο γίγαντας του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου βγήκε από τον λήθαργο στον οποίο βρισκόταν, επί των ημερών της. Οι Αμερικανοί δεν ήταν τέλειοι, όμως έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν. Για τις προθέσεις των επόμενων ιδιοκτητών, ποιος μπορεί να είναι σίγουρος;

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...