Ο τερματισμός ενός κυβερνητικού λόξιγκα απαιτεί ένα χλιδάτο επίσημο γεύμα με σαμπάνια. Καθώς ο γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς προήέδρευε σε μια συνάντηση κρίσης την Τρίτη το απόγευμα, 600 καλεσμένοι του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος ήταν καθ’ οδόν σε ένα υπερπολυτελές γιοτ φορτωμένο με σπαράγγια, κατά τη διάρκεια του spargelzeit – της εποχής των σπαραγγιών.
Η ανησυχία των προσκεκλημένων ήταν εμφανής καθώς, αν οι συζητήσεις μεταξύ των τριών κυβερνητικών εταίρων δεν είχαν αποτέλεσμα, ελάχιστοι θα αισθάνονταν το εορταστικό κλίμα του σπαραγγιού, έστω κι αν ήταν προπομπός των καλοκαιρινών τους διακοπών.
Ο Σολτς, ο υπουργός Οικονομικών των Φιλελευθέρων Κρίστιαν Λίντνερ και ο αντικαγκελάριος των Πρασίνων Ρόμπερτ Χάμπεκ συνήλθαν για να βρουν λύση στις διαφωνίες τους σχετικά με τον νόμο για την ενέργεια των κτιρίων, ο οποίος είχε οδηγήσει σε βαθιές διαμάχες επί πολλές εβδομάδες στον τρικομματικό συνασπισμό.
Οι Πράσινοι επιθυμούσαν την απαγόρευση της εγκατάστασης θέρμανσης με φυσικό αέριο ήδη από τις αρχές του 2024, ενώ οι Φιλελεύθεροι ζητούσαν λιγότερο αυστηρούς κανόνες. Ολοι οι δρόμοι της συζήτησης είχαν αποτύχει μέχρι εκείνο το σημείο, έτσι οι τρεις ηγέτες του κυβερνητικού συνασπισμού έπρεπε να το διευθετήσουν μια για πάντα την Τρίτη, πριν από τη διακοπή των εργασιών του κοινοβουλίου για το καλοκαίρι.
Και τα κατάφεραν, προς τέρψιν των 150 βουλευτών του σοσιαλδημοκρατικού SPD και εκατοντάδων άλλων προσκεκλημένων του Seeheimer Kreis –της σημαίνουσας συντηρητικής πτέρυγας της κοινοβουλευτικής ομάδας του SPD–, που σχεδιάζει τη βόλτα με κρουαζιερόπλοιο κατά τη δημοφιλή σεζόν των σπαραγγιών στη Γερμανία από τη δεκαετία του 1960.
«Κάναμε δυνατή τη διεξαγωγή αυτού του Spargelfahrt, χωρίς καθυστέρηση» αστειεύτηκε σε δηλώσεις του στο Politico ο Λίντνερ το βράδυ της Τρίτης στο τριώροφο σκάφος «Havel Queen» – το μέσο του ταξιδιού με τα σπαράγγια για νομοθέτες, λομπίστες και δημοσιογράφους, στη λίμνη Βάνζι του Βερολίνου.
Το Spargelfahrt είναι διάσημο αλλά και διαβόητο. Οι εταιρείες πληρώνουν έως και 10.000 ευρώ για μια χορηγία και πληθώρα εισιτηρίων ώστε να παρευρίσκονται σε ένα πλοίο μαζί με την πολιτική ελίτ της Γερμανίας, όπως αποκάλυψαν περυσινά δημοσιεύματα.
Τα μέλη της κυβέρνησης, από την άλλη πλευρά, συχνά αποφεύγουν να παγιδευτούν στο πλοίο για τρεις ώρες με εκατοντάδες νομοθέτες, δημοσιογράφους και εκπροσώπους συμφερόντων, ως εκ τούτου συνήθως εξαφανίζονται πριν το σκάφος εγκαταλείψει την αποβάθρα.
Το Politico μας πληροφορεί ότι κάποια στιγμή ορισμένοι καλεσμένοι ανησύχησαν ότι οι σταρ της βραδιάς Σολτς και Λίντνερ θα παρέμεναν εγκλωβισμένοι στις συνομιλίες επίλυσης της κρίσης και δεν θα κατάφερναν καν να παρευρεθούν. Αλλά η κρίση αποφεύχθηκε και οι ηγέτες επιβιβάστηκαν για να απολαύσουν το παραδοσιακό γεύμα – λευκά σπαράγγια με σνίτσελ, πατάτες και σάλτσα ολαντέζ.
Κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας στο δείπνο, ο Λίντνερ έκανε ένα μίνι τρολάρισμα προς τους Πράσινους εταίρους του: «Η διαφορά μεταξύ εμού και των Πρασίνων είναι ότι εκείνοι εργάζονται πάνω στην αντλία θερμότητας στα κεντρικά γραφεία τους εδώ και τρία χρόνια, ενώ η δική μου λειτουργεί ήδη στο σπίτι», αναφερόμενος σε δημοσιεύματα σύμφωνα με τα οποία το κόμμα των Πρασίνων αντιμετωπίζει προβλήματα με την εγκατάσταση αντλίας θερμότητας στα κεντρικά του γραφεία. Το σοσιαλδημοκρατικό κοινό γέλασε με την ψυχή του.
Ακολούθησαν συγκρίσεις μεταξύ σπαραγγιών και πολιτικής από τον ομιλητή. Τα πράσινα σπαράγγια, φυσικά, δεν ξεκολλούν εύκολα. Ο υπουργός Γεωργίας των Πρασίνων, Τζεμ Οζντεμίρ, που ήταν επίσης παρών, απάντησε: «Υποστηρίζω κάθε μορφή σπαραγγιού γιατί είμαι υπέρ της τεχνολογικής διαφάνειας», σχόλιο που έγινε δεκτό με δυνατά γέλια. (Η τεχνολογική διαφάνεια αποτελεί προτεραιότητα του κόμματος των Φιλελευθέρων σε διάφορες γερμανικές αντιπαραθέσεις.)
Πάντα κατά το Politico, o Σολτς απέφυγε κάθε αστείο για οτιδήποτε – πολιτικό ή σπαράγγι. Συνόψισε την εκδοχή του για την πρόσφατη διαμάχη του συνασπισμού, λέγοντας: «Κράτησε λίγο παραπάνω. Σήμερα, επιτέλους έφθασε στο τέλος της». Μετά τις ομιλίες τους, οι Σολτς, Λίντνερ και Οζντεμίρ κατέβηκαν από το σκάφος, όπως ήταν αναμενόμενο, πριν αυτό ξεκινήσει το ταξίδι του.
Στη συνέχεια, η «Βασίλισσα του Χάβελ» σάλπαρε στο ηλιοβασίλεμα ακολουθούμενη από ένα σκάφος της αστυνομίας, καθώς στο πλοίο επέβαιναν δυο υψηλοί ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι, ο υπουργός Αμυνας Μπόρις Πιστόριους και ο υπουργός Εργασίας Χουμπέρτους Χέιλ.
Το κρασί, η σαμπάνια και η μπίρα έρεαν, καθώς τα θέματα συζήτησης κυμαίνονταν από την υψηλή πολιτική έως τα ρηχά κουτσομπολιά: Πηγαδάκια για τον υπουργό Αμυνας Πιστόριους (που έχει μανία να βγάζει όλη την ώρα σέλφι), τα σπαράγγια (ήταν πολύ σκληρά, όπως κάθε χρόνο) και την πρόωρη αποχώρηση των ηγετών του συνασπισμού (ένας λομπίστας της βιομηχανίας τροφίμων ήταν απογοητευμένος που δεν είχε την ευκαιρία να συζητήσει με τον υπουργό Γεωργίας).
Στις 10 το βράδυ το πλοίο ελλιμενίστηκε. Αρκετοί από τους καλεσμένους πήγαν στα σπίτια τους, αλλά ορισμένοι πολιτικοί οδηγήθηκαν πίσω στην Μπούντεσταγκ με λεωφορεία. Οχι, βέβαια, για το γραφείο τους αυτή τη φορά, αλλά για την πλαϊνή παμπ. Η επίλυση ενός δύσκολου πολιτικού γρίφου λίγο πριν τις καλοκαιρινές διακοπές επιτρέπει ένα μίνι ξεφάντωμα – ακόμα και για τους συνήθως σοβαροφανείς γερμανούς βουλευτές και υπουργούς.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News