Ακούτε τα βομβαρδιστικά πάνω μας (έστω και με τη φωνή της Βανέσα Ρεντγκρέιβ); Σωστά ακούτε. Πάνω από την Ευρώπη. Βρισκόμαστε στα 1943 και η κυβέρνηση Τσόρτσιλ έχει γεμίσει τους δρόμους της βρετανικής υπαίθρου με μια αφίσα εμβληματική. Μια γυναίκα που κρατάει στο ένα χέρι το αγοράκι της και στην αγκαλιά το κοριτσάκι της σε ένα βομβαρδισμένο δρόμο. Πάνω, το σύνθημα: «Μπορεί να είστε εσείς» (αυτή η γυναίκα). Και κάτω: «Η βοήθεια σε όσους αναγκάστηκαν να εκκενώσουν τα σπίτια τους είναι καθήκον».
Πόλεμος, βλέπετε. Συνθήκες ειδικές. Βομβαρδισμός του Λονδίνου συγκεκριμένα. Όταν χιλιάδες οικογένειες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να βρουν καταφύγιο στη βρετανική ύπαιθρο. «Οι γονείς μου ήταν ηθοποιοί του θεάτρου και βέβαια δεν υπήρχε τότε θέατρο. Και, όπως αρκετοί γονείς, προσφέρθηκαν να πάρουν άστεγα παιδιά στο μικρό υποστατικό που είχαν στη δυτική ακτή της Βρετανίας», θυμήθηκε η Βανέσα Ρεντγκρέιβ, περιστοιχισμένη από κάμερες, φωτογραφικούς φακούς και δημοσιογράφους, στην παρουσίαση που οργάνωσαν για το ντοκιμαντέρ της οι αθηναϊκές Νύχτες Πρεμιέρας και η φίλη της Μιμή Ντενίση. Έτσι βρέθηκε για πρώτη φορά ανάμεσα σε αρκετά άγνωστα ξεριζωμένα από την εστία τους παιδιά. Και ένοιωσε, παιδί ακόμη κι εκείνη, τι θα πει πρόσφυγας.
Ακούτε τα παράσιτα του ραδιοφώνου (αυτή τη φορά δίχως τη φωνή της); Σωστά τα ακούτε. Γυρίστε λίγο τη βελόνα και θα ακούσετε – όμως – τη φωνή της Έλινορ Ρούσβελτ σε μια «δραματοποιημένη» εκδοχή της Διακήρυξης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ. Το ημερολόγιο γράφει 10 Δεκεμβρίου του 1948 και αυτή η φωνή εντυπώνεται ανεξίτηλα στην ψυχή της μικρής Βανέσα. Και εμπνέει, όπως είπε, τον Νέλσον Μαντέλα και άλλους πολλούς.
Εντυπώθηκε, είπαμε. Ναι, μαζί με τις ώρες της ζωής της, κατά τις οποίες τάιζε μερικά προσφυγόπουλα από την Ουγγαρία, το 1956 πια, ενόσω σπούδαζε υποκριτική και της ήταν αδύνατον να δεχτεί ότι «σε μια άλλη χώρα τα τανκς πυροβολούσαν κόσμο στο δρόμο». Και αυτό, παρότι «ήταν άχρηστη», όπως ισχυρίστηκε. «Μπορούσα τουλάχιστον να φτιάξω ένα τσάι και να ζεστάνω μια σούπα γκούλας γι’ αυτά τα παιδιά». Όλα αυτά και ακόμη περισσότερα την έφεραν σε εκείνο που παραδίδει και στο ελληνικό κοινό: το πρώτο ντοκιμαντέρ της για το Προσφυγικό και κυρίως για τη στάση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και της ΕΕ απέναντι σε αυτό.
Άλμα στον χρόνο τώρα, με όχημα τη σκέψη της. Από εκείνους τους 200.000 Ούγγρους που άφησαν, πρόσφυγες, την πατρίδα τους και ενώ ήταν αρχικά μόλις 2.500 να καταλήξουν – ως «μερτικό» – στη Βρετανία, χάρη στην πίεση της κοινής γνώμης στην κυβέρνηση Τσόρτσιλ κατέφυγαν τελικά 25.000 συνολικά, μαζί με τα παιδιά τους, στη Γηραιά Αλβιόνα. Άλμα στο χρόνο και στη σημερινή Ουγγαρία που «δεν θέλει να δεχτεί πρόσφυγες και κλείνει τα σύνορά της».
Αυτή ακριβώς την οξύμωρη αντίθεση θέλει να στηλιτεύσει η Βανέσα Ρεντγκρέιβ με το ντοκιμαντέρ «Sea Sorrow», μας είπε στην Αθήνα, παρέα με τον παραγωγό της Κάρλο Νέρο, γιο της από τον ηθοποιό Φράνκο Νέρο και τον λόρδο Άλφρεντ Νταμπς, πρώην βουλευτή των Εργατικών που κατάφερε να περάσει επί κυβέρνησης Κάμερον την ονομαζόμενη «τροπολογία Νταμπς» για τα ασυνόδευτα προσφυγόπουλα στον εκεί νόμο (προσφυγόπουλο, εβραϊκού θρησκεύματος, και ο ίδιος που βρήκε σταν τα παιδιά της Ουγγαρίας καταφύγιο στη Βρετανία στα σκοτεινά χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου). Αλλά και τη Μιμή Ντενίση, η οποία πρώτη πρότεινε στην Βανέσα Ρεντγκρέιβ να επισκεφθεί ελληνικά hot spots προσφύγων: τον Ιανουάριο στο Ελληνικό και τον Ελαιώνα και λίγους μήνες αργότερα στον Ελαιώνα και τον Πειραιά, παρέα με τους Γιατρούς χωρίς Σύνορα, για να αναφωνήσει – όπως κατέθεσε η Μιμή Ντενίση – πως «η Ελλάδα έδωσε ένα μάθημα ανθρωπιάς στην Ευρώπη». [Για την ιστορία, υπέρ της δράσης των Γιατρών χωρίς Σύνορα, όπως και για τη δραστήρια οργάνωση Safe Passage, θα διατεθούν τα έσοδα από την προβολή του ντοκιμαντέρ, Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου, στις 20:00, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, με εισιτήρια 6, 12 και 20 ευρώ). Αλλά και πρωταγωνίστρια στη βρετανικής παραγωγής ταινία που ετοιμάζει η Μιμή Ντενίση, με τον επίσης φίλο της Μάρτιν Σέρμαν (συγγραφέα του «Μπεντ» και της «Ρόουζ), με βάση το σενάριο από τη μεγάλη θεατρική της επιτυχία «Σμύρνη μου αγαπημένη».
Με δύο (δικά της) λόγια: «Παίρνω τα ηνία των αλόγων του Ποσειδώνα, που παραδοσιακά δεν έσωζε και πολλούς ανθρώπους από τον γιό του, τον Ωκεανό, ενώ οι Έλληνες έκαναν πολλά για να σώσουν πολλούς ανθρώπους. Οι ρίζες και οι αιτίες αυτού του ντοκιμαντέρ βρίσκονται εκεί, κάτω από τη θάλασσα του Ποσειδώνα. Ποιος τα έβαλε εκεί; Η Ευρωπαϊκή Ένωση. Και αν οι Έλληνες έδωσαν μάθημα ανθρωπιάς στο ζήτημα των προσφύγων, το μάθημα που δίνει η ΕΕ είναι μία λέξη: απανθρωπιά».
Απάνθρωποι είναι μόνον οι θεσμοί και οι κυβερνήσεις; Δεν υπάρχει και κόσμος που δεν δέχεται τους πρόσφυγες; Το γιατί πιστεύει ότι έχουμε πρόβλημα στο να δεχτούμε όλοι τους πρόσφυγες, ήταν το ερώτημα του Protagon στην ηθοποιό και ακτιβίστρια. «Μιλάω ειδικά για τις κυβερνήσεις που έχουν ηθική και πολιτική ευθύνη και είναι υπεύθυνες απέναντι στο νόμο και στη Συνθήκη της Γενεύης, που έχουν προσυπογράψει, να τηρήσουν το δικαίωμα των προσφύγων στο άσυλο και στην προστασία. Ήδη αυτό συμβαίνει σε κάποιους. Αυτό αύριο μπορεί να συμβεί σε μας. Αν δεν θέλουμε εμείς να αλλάξουμε τον κόσμο, δεν θα αλλάξει».
Συνεπικουρούμενη από τον λόρδο Νταμπς που επισήμανε εμφατικά ότι, δυστυχώς, «στο μέλλον θα λέμε ότι η ΕΕ απέτυχε. Η στάση της είναι και ανήθικη και απάνθρωπη απέναντι στους πρόσφυγες». Οι φωνές των οποίων, όπως πρόσθεσε η φημισμένη ηθοποιός και νεόκοπη σκηνοθέτης, πρέπει να εισακούονται. «Φωνάζουν οι ψυχές τους», όπως το είπε ο Σαίξπηρ, τον οποίο θυμήθηκε και στην περίπτωση όσων δεν δέχονται τους πρόσφυγες. Στην «Βίβλο του Σερ Τόμας Μορ», το μόνο θεωρούμενο ως σωζόμενο λογοτεχνικό χειρόγραφο του βάρδου, για τον νομικό που καταδικάστηκε σε θάνατο επειδή αμφισβήτησε την εξουσία του Ερρίκου του Η’, όπως μας θύμισε η Βανέσα Ρεντγκρέιβ, αναφέρεται αυτή η «απανθρωπιά απέναντι στους ξένους, ανθρώπων που δηλώνουν θυμωμένοι από ανθρώπους κι από πρόσφυγες». Στον λόγο του Τόμας Μορ σε ένα αγριεμένο πλήθος που ξεσηκώνεται για να διώξει τους πρόσφυγες.
Βέβαια, εκείνη κράτησε από τις συνεντεύξεις παιδιών προσφύγων μία φράση ενός μικρού μουσουλμάνου ότι «σώθηκε χάρη στην θεία πρόνοια». Στην ίδια που ο Πρόσπερο αποδίδει, απαντώντας στην κόρη του, ότι κατάφεραν να γλιτώσουν από την «Τρικυμία» (κατά Σαίξπηρ και πάλι).
«Οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να συμφωνούν με τους πολίτες, αλλά να φροντίζουν για τους πολίτες, ακόμη και όταν είναι πρόσφυγες και να κάνουν εκείνο που έκανε ο Τσόρτσιλ το 1943. Να ονομάζουν καθήκον την παροχή ασύλου και προστασίας σε όσους έχουν χάσει τις εστίες τους», κατέληξε η Βανέσα Ρεντγκρέιβ. «Να εκπαιδεύουν τους πολίτες τους. Να τους λένε τι να κάνουν. Η μόνη πολιτικός που το κάνει αυτό είναι η Άνγκελα Μέρκελ. Τους λέει σε τι σφάλλουν και δεν τους χαϊδεύει τα αυτιά».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News