Μία σχέση χωρίς αλληλοσεβασμό, όπου το θύμα επεδείκνυε απέναντί του απαξιωτική συμπεριφορά, ισχυρίστηκε ότι είχε ο 30χρονος κατηγορούμενος για το έγκλημα σε βάρος της Γαρυφαλλιάς Ψαρράκου, την περασμένη Παρασκευή, στη Φολέγανδρο.
Κατά την απολογία του στον ανακριτή Νάξου, ο κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία από πρόθεση, που ήδη είναι προσωρινά κρατούμενος για την υπόθεση, εμφάνισε εαυτόν ως το θύμα προσβλητικής συμπεριφοράς από τη σύντροφο του, με την οποία όπως ανέφερε είχαν ελεύθερη σχέση περίπου έναν χρόνο.
«Με ενέπαιζε» είπε χαρακτηριστικά, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, τονίζοντας ότι ο ίδιος είχε προτείνει να γυρίσουν πίσω, από την Φολέγανδρο, αλλά το θύμα δεν ήθελε.
Σε ερώτηση του ανακριτή για την αιτία του διαπληκτισμού που είχαν την επίμαχη μέρα, ο κατηγορούμενος είπε πως η ένταση ξεκίνησε επειδή η Γαρυφαλλιά δεν παρακολουθούσε στον χάρτη «πώς θα πάμε στο μέρος που πηγαίναμε να φάμε. Πηγαίναμε από άλλο δρόμο και μετά ξαναγυρίσαμε πίσω». Έτσι, σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, ξεκίνησε ο καβγάς μεταξύ τους.
Ο 30χρονος ρωτήθηκε αν το αυτοκίνητο ξέφυγε από την πορεία του ή αν το έριξε ο ίδιος εκεί που κατέληξε. Απάντησε: «μου έφυγε, ήμασταν στο κέντρο του δρόμου και έπρεπε να κάνω στροφή, διαπληκτιζόμαστε και το αμάξι έφυγε από τον δρόμο. Προσέκρουσε σε πέτρες».
Ο ανακριτής ρώτησε τι μορφή είχε ο διαπληκτισμός: «Υπήρχε έντονη λογομαχία. Δεν θυμάμαι συγκεκριμένα. Εγώ της είπα ότι αυτό με τον χάρτη έχει γίνει πολλές φορές. Αυτή έλεγε ότι “δεν πειράζει, πάμε από άλλο δρόμο, αν σε ενοχλεί τόσο πολύ αυτοκτόνα”». Δεν υπήρχαν ύβρεις, προσβολές ή σωματική βία, ρώτησε ο ανακριτής και ο κατηγορούμενος απάντησε όχι.
Απαντώντας σε ερώτηση του δικαστικού λειτουργού, ο κατηγορούμενος είπε πως πριν από τον επίμαχο καβγά, είχαν γίνει και άλλοι διάλογοι μεταξύ τους, με κάποιους σε έντονο ύφος, και ότι η νεαρή γυναίκα του έλεγε ότι «“έχουμε έρθει διακοπές μαζί και δεν περνάμε καλά”. Είχα προτείνει εγώ να κλείσουμε εισιτήρια να γυρίσουμε πίσω αφού δεν περνούσαμε καλά, αλλά η Γαρυφαλλιά επέμενε να μείνουμε».
Ο 30χρονος είπε, επίσης, πως το θύμα ήταν εκείνο που πρότεινε να πάνε μαζί διακοπές και ότι συναποφάσισαν να κάνουν ελεύθερο κάμπινγκ για λόγους οικονομικούς.
Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, λίγη ώρα πριν να οξυνθεί η κατάσταση μεταξύ τους, είχαν πάει για μπάνιο σε παραλία κοντά στο σημείο που βρέθηκε πνιγμένη και χτυπημένη η νεαρή γυναίκα. Από εκεί αποφάσισαν να πάνε για φαγητό, «όμως χαθήκαμε και αναγκαστήκαμε να επιστρέψουμε στον χωματόδρομο με κατεύθυνση αυτή τη φορά από τον Άγιο Γεώργιο προς Λυγαριά. Περί τα 100 – 200 μέτρα μετά την παραλία της Λυγαριάς, πίσω προς Άνω Μεριάς, σε απόκρημνο σημείο, έγινε το συμβάν».
Ο κατηγορούμενος είπε ακόμη ότι «δεν είχαμε καλή επικοινωνία, δεν περνούσαμε καλά. Καθίσαμε για μπάνιο περίπου 1 ώρα και αποφασίσαμε μαζί να φύγουμε να πάμε κάπου να φάμε».
Στην αναφορά του κατηγορουμένου ότι το θύμα δεν τον σεβόταν, ο δικαστικός λειτουργός ζήτησε σύμφωνα με πληροφορίες να του εξηγήσει τι ακριβώς εννοεί.
Ο 30χρονος φέρεται να είπε: «Υπάρχουν κάποια γεγονότα, αλλά δεν ξέρω αν υπάρχει λόγος να τα αναφέρω. Με ενέπαιζε παριστάνοντας πως πήγε να πάρει τσιγάρα και πήγαινε αλλού, και μετά γέλαγε. Το βασικό ήταν ότι υπήρχε αυτό έντονα στο νησί. Με οδηγούσε κι εμένα σε λάθος κατευθύνσεις, καταλήγαμε σε χωματόδρομο και μετά με κορόιδευε. Ήταν μια επανειλημμένη συμπεριφορά και ήταν τόσο έντονο που μου χαλούσε την καλή διάθεση που είχα στην αρχή. Το έκανε εδώ και 5-6 μήνες. Παρόμοια συμπεριφορά, αλλά όχι συνεχόμενα, κάποιες φορές. Προσπαθούσε να με εκθέσει, είτε όταν ήμασταν μόνοι μας, είτε με παρέα. Εγώ είχα πει αρκετές φορές να σταματήσουμε να βρισκόμαστε γι’ αυτό το λόγο, αλλά εκείνη επέμενε να συνεχίσουμε. Για κάποια θέματα είχαμε βρει λύσεις, σε άλλα σημεία έκανε τα ίδια».
Περιγράφοντας στον ανακριτή όσα έγιναν στην βραχώδη περιοχή όπου διαπράχθηκε το έγκλημα, ο κατηγορούμενος είπε πως η Γαρυφαλλιά βγήκε από το αυτοκίνητο όταν αυτό εξετράπη, επειδή φοβήθηκε: «Βγήκε από το αμάξι επειδή φοβήθηκε. Φώναξε γιατί βγήκαμε από τον δρόμο και φοβήθηκε, ενώ δεν ήταν κάτι εσκεμμένο. Νομίζω μια φορά φώναξε βοήθεια… Εκείνη τη στιγμή θόλωσα, κλείδωσε το μυαλό μου. Εγώ κατάλαβα ότι φωνάζει για να δημιουργήσει την εντύπωση ότι εγώ φταίω σε κάτι και να με εκθέσει για άλλη μία φορά. Είχαμε τσακωμό μπροστά στο αμάξι. Το αμάξι δεν το έβαλα σε λειτουργία. Δε θυμάμαι πόσα μέτρα απέχει το αμάξι από το χείλος του γκρεμού… Μόνο μία ένταση θυμάμαι».
Ακολούθησε ο εξής διάλογος με τον ανακριτή:
Ανακριτής: Σας χτύπησε;
Κατηγορούμενος: Όχι
– Την χτυπήσατε;
– Όχι
– Την ακουμπήσατε;
– Όχι
– Τι θυμάστε;
– Την έσπρωξα. Δε θυμάμαι πόσες φορές την έσπρωξα.
– Προς τα πού την σπρώξατε;
– Νομίζω προς τον γκρεμό. Δεν είχε παραλία.
– Έπεσε στο γκρεμό;
– Την έσπρωξα και έπεσε κι αυτό που θυμάμαι εγώ ήταν ότι ήταν στο νερό. Δεν την είδα να χτυπάει στα βράχια.
– Την είδατε να πέφτει;
– Δεν είδα πώς κατέληξε μέσα στο νερό. Εγώ κατέβηκα κάτω και ήταν μέσα στο νερό. Δεν θυμάμαι αν είχε αίματα. Ίσως είχε στο πρόσωπο αίμα. Δεν θυμάμαι σε ποιο σημείο του προσώπου. Δε θυμάμαι τι φορούσε. Όταν την είδα ήταν σαν να συντονίστηκα. Μπήκα στο νερό, την έβγαλα έξω και προσπάθησα να της κάνω τεχνητές αναπνοές. Δε γνωρίζω την τεχνική. Την τράβηξα με τα χέρια. Ήταν βαθιά εκεί. Δε γνωρίζω πως βρέθηκε το φόρεμα και τα σανδάλια δίπλα στο σημείο που ανασύρθηκε η Γαρυφαλλιά. Ούτε τα σκουλαρίκια και το κολιέ. Δεν υπήρχε κάποια πάλη. Όταν έκανα τεχνητές αναπνοές δεν αντιδρούσε, στην αρχή έβγαλε κάτι απ’ το στόμα της σαν αφρό και μετά δεν έκανε κίνηση. Δεν ανέπνεε. Πήρα σφυγμό αλλά δεν αντελήφθην σφυγμό. Δεν άκουσα τη φωνή της και δεν θυμάμαι αν είχε ανοιχτά τα μάτια. Θυμάμαι μόνο ότι τα χείλη της ήταν μελανιασμένα».
Ο κατηγορούμενος είπε στον δικαστικό λειτουργό, πως μετά αισθανόταν χαμένος και ότι έφυγε κολυμπώντας. «Δεν θυμάμαι πόση ώρα κολυμπούσα. Κολύμπησα αρκετή ώρα και βγήκα σε βράχια. Απ’ ό,τι θυμάμαι, την τσάντα μου την έριξα στην θάλασσα. Το βράδυ εκείνο κοιμήθηκα στον λόφο. Δεν ξέρω γιατί γύρισα πίσω στο αμάξι και δεν θυμάμαι αν και γιατί άφησα τα αλάρμ ανοιχτά».
Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε πως από το 2014-2015 αντιμετωπίζει ψυχιατρικό πρόβλημα με έντονες εξάρσεις και έπαιρνε φαρμακευτική αγωγή κάνοντας παράλληλα συνεδρίες με ειδικούς. Όπως ανέφερε, τους τελευταίους μήνες είχε διακόψει αυθαίρετα την αγωγή του, ενώ επισκέφθηκε στις αρχές Ιουλίου ψυχίατρο, ο οποίος δεν του έδωσε αγωγή. «Τον τελευταίο ψυχίατρο τον επισκέφτηκα γιατί νόμιζα πάλι ότι με παρακολουθούν, ότι δεν μπορούσα να επικοινωνήσω, είχα ασυνεννοησία και προβλήματα με την Γαρυφαλλιά. Είχα προσπαθήσει πολλές φορές να διακόψω τη σχέση μαζί της, αλλά μετά με καλούσε να ξαναβρεθούμε συνέχεια. Εγώ το συνέχιζα και προσπαθούσα να κατανοήσω τους λόγους που γινόταν αυτό στα ανθρώπινα πλαίσια και στα πλαίσια του αλληλοσεβασμού».
Ο κατηγορούμενος, όπως είπε, θεωρεί πως για αυτό που συνέβη, «σίγουρα δεν ήμουν ο εαυτός μου. Πραγματικά λυπάμαι γι’ αυτό που συνέβη και μακάρι να είχαν έρθει τα πράγματα αλλιώς».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News