Δεδομένη είναι η αναταραχή που επιφέρουν στην ΕΕ και κυρίως στην Ευρωζώνη τόσο η έκταση και το αποτέλεσμα της εξάπλωσης του κορονοϊού στις νότιες και δυτικές χώρες της (Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία) όσο και η αδιαλλαξία του Βορρά της (της Γερμανίας και των υπολοίπων) όσον αφορά το αίτημα για την έκδοση «κορονο-ομολόγου».
Σε όλους είναι γνωστό το ναυάγιο της εξάωρης ευρωτηλεδιάσκεψης που έγινε την περασμένη εβδομάδα. Η τελική απόρριψη, από πλευράς Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της πρότασης για έκδοση ειδικού ομολόγου προς αντιμετώπιση της πανδημικής καταστροφής αναδεικνύεται πλέον στο κομβικό σημείο για την πορεία των πραγμάτων στο εσωτερικό της Ενωσης.
Για τους Ιταλούς και τους Ισπανούς κυρίως, το «κορονο-ομόλογο» θα κρίνει την ίδια την έννοια «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη». Αποκτά ιδεολογική διάσταση.
Ο προβληματισμός για το συγκεκριμένο θέμα και τις απολήξεις του δεν άφησε αδιάφορο και τον αρθρογράφο των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» Βόλφγκανγκ Μίνχαου, ο οποίος έγραψε ότι το θέμα του ομολόγου είναι για την Ευρωζώνη, ό,τι ήταν το Brexit για τον βρετανικό λαό. Ενα μικρό θέμα αρχικά, που υποδαύλισε η περιθωριακή Δεξιά του Ηνωμένου Βασιλείου, αλλά «κερδίζοντας και επαρκή υποστήριξη από τμήματα της Αριστεράς», κατέληξε να πείσει τους Βρετανούς να εγκαταλείψουν την ΕΕ.
Ο γερμανός σχολιαστής «μαντεύει» τις εξελίξεις, αν η Γερμανία δεν κινηθεί. (Και για να κινηθεί η Γερμανία προς βοήθεια άλλων, πρέπει πρώτα «να αντιληφθεί την υπαρξιακή απειλή για την Ευρωζώνη».) Προφητεύει διάσπαση: «Δεν γνωρίζουμε αν η νομισματική ένωση θα σπάσει. Ομως, αν συμβεί, θα ξέρουμε πού θα χαραχθούν τα σύνορα». Υπονοεί ότι οι εννέα χώρες της νότιας και της δυτικής-βορειοδυτικής πλευράς της Ευρώπης, αυτές οι εννέα που υπέβαλαν την επιστολή στον Σαρλ Μισέλ, δεν θα μείνουν πια εντός της δημοσιονομικής μέγγενης.
Τα ομόλογα που υποστηρίζουν με πάθος οι εννέα χώρες μπορεί να θεωρηθούν πρόδρομος για μια μελλοντική διάσπαση, γράφει ο Μίνχαου. Με την έκδοση του ομολόγου αυτού, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία και οι υπόλοιποι «θα μπορούσαν να ζητήσουν από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αγοράσει τα εν λόγω χρεόγραφα ως μέρος του πανδημικού προγράμματος αγοράς έκτακτης ανάγκης». Αυτό «θα εθεωρείτο δημόσιο χρέος, όμως η υποχρέωση αποπληρωμής θα μοιραζόταν».
Ο Μίνχαου σημειώνει «με ενδιαφέρον» ότι οι πρωθυπουργοί της Ιταλίας και της Ισπανίας ενήργησαν από κοινού απορρίπτοντας το σχέδιο συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. «Αυτή είναι μια αντιπαράθεση που πρέπει να συμβεί».
Στη συνέχεια προτείνει ότι το κορονο-ομόλογο πρέπει να υπερβαίνει τις τρέχουσες υγειονομικές ανάγκες. Υποστηρίζει ότι τα κεφάλαια «πρέπει να χρησιμοποιηθούν για ένα επενδυτικό πρόγραμμα μετά την κρίση». Στηλιτεύει παράλληλα την επιλογή των εκταμιεύσεων από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, επειδή συνεπάγεται τη δημοσιονομική εποπτεία. Αν πάρουν τέτοιας μορφής χρηματοδότηση, η Ιταλία και η Ισπανία θα αποδεχθούν τη διάβρωση της δημοσιονομικής κυριαρχίας τους για γενιές, γράφει.
Ειδικά για την Ιταλία παρατηρεί ότι «έχοντας υψηλή ανεργία, χαμηλή ανάπτυξη, αλλά μη έχοντας δημοσιονομική κυριαρχία, θα γίνει εύκολη λεία εκείνων των δεξιών που την παροτρύνουν να εγκαταλείψει το ευρώ». Και παραδέχεται ότι ανεξαρτήτως του φρονήματος, ευρωπαϊστές ή μη, για όλους ισχύει ότι δεν είναι λογικό οι χώρες να επιλέγουν οικονομικές ρυθμίσεις που είναι επιζήμιες για το συμφέρον τους.
Στην πραγματικότητα ένας γερμανός σχολιαστής λέει στους γερμανούς πολιτικούς (ενδεχομένως και στην κοινή γνώμη της πατρίδας του) ότι υπάρχει ο κίνδυνος και της διάλυσης της Ευρωζώνης και πολιτικής κυριαρχίας της Ακροδεξιάς, στην Ιταλία πρώτα.
Προς επίρρωσιν των λόγων του Μίνχαου αξίζει να λεχθεί ότι ο Σαλβίνι, ως επικεφαλής της Λέγκας έχει ήδη πει, αναδεύοντας το ζήτημα του Italexit, ότι «προέχει τώρα ο κορονοϊός, αλλά ακολουθούν κατόπιν οι αποφάσεις μας για την Ευρώπη».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News