Δεν κινδύνευσε πραγματικά, καθώς η απειλή εντοπίστηκε εγκαίρως και εξουδετερώθηκε. Αλλά αποτελεί γεγονός πως βρέθηκε στο στόχαστρο των Χούθι. Για το αντιτορπιλικό «Caio Duilio» ο λόγος, τη μονάδα του Πολεμικού Ναυτικού της Ιταλίας με την οποία η χώρα μετέχει στην επιχείρηση «Ασπίδες» της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην Ερυθρά Θάλασσα. Το γεγονός απασχόλησε εκτενώς τον ιταλικό Τύπο κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου με τους περισσότερους σχολιαστές να κάνουν λόγο για «βάπτισμα του πυρός». Και άπασχολεί κι εμάς στην Ελλάδα αφού δεν αποκλείεται σε ανάλογη θέση να βρεθεί σύντομα και η δική μας φρεγάτα, η «Υδρα», που μόλις πρόσφατα έφτασε στην Ερυθρά Θάλασσα.
«Οι βολές του πυροβόλου του αντιτορπιλικού “Caio Duilio” φέρνουν όλους τους Ιταλούς αντιμέτωπους με την πραγματικότητα της κατάστασης στην Ερυθρά Θάλασσα και τον ρόλο που έχει αναλάβει η Ιταλία σε αυτό το πλαίσιο. Για πρώτη φορά μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ένα πλοίο του Πολεμικού Ναυτικού μας δέχτηκε επίθεση και κατέστρεψε έναν στόχο», γράφει ο Τζανλούκα Ντι Φέο της La Repubblica, αναφερόμενος στην κατάρριψη μη επανδρωμένου αεροσκάφους που εξαπέλυσαν οι υεμενίτες αντάρτες το απόγευμα του Σαββάτου κατά της ιταλικής ναυτικής μονάδας.
Η ευρωπαϊκή ναυτική αποστολή που αποσκοπεί στη διαφύλαξη της θαλάσσιας ασφάλειας και στη διασφάλιση της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας στην Ερυθρά Θάλασσα έλαβε το πράσινο φως από τους υπουργούς Αμυνας της ΕΕ την 19η Φεβρουαρίου. Διοικητής της Επιχείρησης είναι ο αρχιπλοίαρχος Βασίλειος Γρυπάρης, οποίος εκτελεί χρέη διοικητή «εν όρμω» (στο Ελληνικό Στρατηγείο Επιχειρήσεων της ΕΕ με έδρα την 1η Στρατιά στη Λάρισα) ενώ διοικητής επί του πεδίου, «εν πλω», διορίστηκε ο ιταλός υποναύαρχος Στέφανο Κονσταντίνο, η βάση του οποίου είναι το ιταλικό αντιτορπιλικό που επιχείρησαν να πλήξουν οι Χούθι το Σάββατο.
Το γεγονός σχολιάστηκε ευρέως και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με ορισμένους χρήστες να συγκρίνουν το ιταλικό πολεμικό πλοίο με τον Μωυσή που λέγεται πως χώρισε στα δύο την Ερυθρά Θάλασσα. Ωστόσο το επεισόδιο κρίνεται ως ιδιαίτερα κρίσιμο, καθώς καταδεικνύει την αποφασιστικότητα των υποστηριζόμενων από το Ιράν ανταρτών της Υεμένης να συνεχίσουν τις επιθέσεις τους ενώ σίγουρα απασχολεί και τις αρμόδιες ελληνικές αρχές, καθώς στη θέση του ιταλικού αντιτορπιλικού ενδεχομένως να βρεθεί στο μέλλον και η φρεγάτα «Υδρα», με την οποία μετέχει η Ελλάδα στην επιχείρηση «Ασπίδες» και εισήλθε στα ύδατα της Ερυθράς Θάλασσας λίγες ώρες πριν την επίθεση των Χούθι.
«Περιπολούσαμε προς τα νότια, στο τμήμα που βλέπει προς τις ακτές της Υεμένης σε διεθνή ύδατα. Ξαφνικά έφτασε μια άγνωστη “ηχώ ραντάρ”, το σήμα ήταν οκτώ ναυτικά μίλια μακριά. (Ηταν) ένα κινούμενο σώμα που πετούσε σε χαμηλό υψόμετρο και πλησίαζε γρήγορα. Απειλητικά. Ηταν ένα drone; Ενας πύραυλος; Ενα αεροπλάνο; Ετσι, πρώτα στείλαμε προειδοποιητικές κλήσεις, καλώντας το να αλλάξει πορεία», ανάφερε, μιλώντας στην Corriere della Sera ο Αντρέα Κουονταματέο, ο κυβερνήτης του ιταλικού αντιτορπιλικού που βρέθηκε στο στόχαστρο των Χούθι.
«Απάντηση καμία. Αλλά ο ήλιος είχε ήδη δύσει, η Ερυθρά Θάλασσα ήταν σκοτεινή, για να είμαστε σίγουροι σχετικά με τον τρόπο δράσης χρειαζόμασταν οπτική αναγνώριση, οπότε χρησιμοποιήσαμε τις υπέρυθρες κάμερες του ραντάρ λήψης. Οταν το σώμα έφτασε στα έξι μίλια, είδαμε ότι δεν ήταν συμμαχικό αεροσκάφος. Οι αισθητήρες του πλοίου εντόπισαν ένα drone ίδιου τύπου και συμπεριφοράς με αυτά που τις τελευταίες ημέρες ευθύνονταν για τις επιθέσεις στην εμπορική κίνηση στην περιοχή», πρόσθεσε ο ιταλός αξιωματικός.
«Και μέχρι τότε είχε φτάσει στα τέσσερα μίλια απόσταση, δεν μπορούσε να γίνει κάτι άλλο. Ετσι πήρα την απόφαση. Επρεπε να υπερασπιστώ το πλοίο μου και το πλήρωμά μου και έδωσα την εντολή στον χειριστή του ραντάρ βολής: το δεξί πρωραίο κανόνι έριξε 6 βολές, μετά από λίγα δευτερόλεπτα η οπτική αξιολόγηση επιβεβαίωσε την εξουδετέρωση. Το πλοίο αντέδρασε σε αυτοάμυνα».
Κάνοντας λόγο για «εσκεμμένη επίθεση κατά της χώρας μας», ο δημοσιογράφος της La Repubblica υπενθυμίζει πως την προηγούμενη εβδομάδα στο στόχαστρο των Χούθι βρέθηκε η γερμανική φρεγάτα «Hessen» και νωρίτερα η γαλλική φρεγάτα «Languedoc», με τις οποίες μετέχουν το Βερολίνο και το Παρίσι αντίστοιχα στην επιχείρηση «Ασπίδες». «Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο σημειώθηκε το “βάπτισμα του πυρός” για το Πολεμικό Ναυτικό», γράφει ο Ντι Φέο και τα σχόλιά του δεν αφορούν μόνον την Ιταλία, αλλά όλες τις χώρες που μετέχουν ενεργά στην επιχείρηση, περιλαμβανομένης, οπότε, και της Ελλάδας.
Ο ιταλός δημοσιογράφος σημειώνει πως κατά το παρελθόν αεροσκάφη Harrier του αεροπλανοφόρου «Garibaldi» έλαβαν μέρος σε επιδρομές κατά σερβικών βάσεων στο Κοσσυφοπέδιο, κρησφύγετων των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν και θέσεων της Φρουράς του Καντάφι στη Λιβύη. Ωστόσο όλες αυτές οι αποστολές πραγματοποιήθηκαν υπό τη σημαία του ΟΗΕ και τη συναίνεση της διεθνούς κοινότητας. Σήμερα η κατάσταση είναι διαφορετική.
Καταρχάς, λόγω του εξαιρετικού βαθμού επικινδυνότητας, δεδομένου ότι οι Χούθι διαθέτουν ένα πλούσιο οπλοστάσιο, με πανίσχυρους αντιπλοϊκούς πυραύλους και προηγμένα μη επανδρωμένα αεροσκάφη καθώς και υποβρύχια. Επιπλέον η τρέχουσα επιχείρηση διαφέρει και από την άποψη των κινήτρων καθώς τα ευρωπαϊκά πολεμικά πλοία βρίσκονται εκεί «για να υπερασπιστούν μια θεμελιώδη αρχή για την οικονομική ζωή των κοινωνιών μας – το δικαίωμα στην ελευθερία της ναυσιπλοΐας – την οποία τα Ηνωμένα Εθνη δεν είναι σε θέση να προστατεύσουν επί του παρόντος λόγω της αντίθεσης στο Συμβούλιο Ασφαλείας της Ρωσίας και της Κίνας, των οποίων τα εμπορικά πλοία δεν απειλούνται από τους Χούθι», συνοψίζει ο Τζανλούκα Ντι Φέο.
Συγχρόνως τα ευρωπαϊκά κράτη που μετέχουν στην επιχείρηση προασπίζονται και τα εθνικά τους συμφέροντα, καθώς από τις επιθέσεις στην Ερυθρά Θάλασσα πλήττεται η κυκλοφορία στη Διώρυγα του Σουέζ, από όπου διέρχεται σημαντικό μέρος του παγκόσμιου εμπορίου (τo 1/3 των εξαγωγών της όσον αφορά ειδικά την Ιταλία).
Αναπτύσσοντας αυτά τα επιχειρήματα οι υπουργοί Αμυνας και Εξωτερικών της Τζόρτζια Μελόνι συνέβαλαν σημαντικά στις πιέσεις προς τις Βρυξέλλες για μια ευρωπαϊκή απάντηση στις επιθέσεις των Χούθι. Στη συνέχεια, ωστόσο, αφού η ΕΕ έδωσε το πράσινο φως, «κυβέρνηση και πλειοψηφία έχασαν το δρόμο τους», αναφέρει χαρακτηριστικά ο ιταλός δημοσιογράφος.
Σημειώνει πως οι Γερμανοί υπέβαλαν αμέσως την επικύρωση της επιχείρησης προς εξέταση από τα μέλη της Bundestag σε τρεις συνεδριάσεις, εγκρίνοντάς την, τελικά, την προηγούμενη Παρασκευή. Εξίσου γρήγορα κινήθηκαν το Παρίσι και η Αθήνα. Στη Ρώμη, ωστόσο, το υπουργικό συμβούλιο όπως επίσης τα νομοθετικά σώματα αντέδρασαν καθυστερημένα, με τα μέλη της ιταλικής γερουσίας να αρχίζουν να συζητούν το θέμα την Τρίτη 5η Μαρτίου, παρότι γνωρίζουν πως δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο.
«Τα πλοία της ΕΕ έχουν αναπτυχθεί όλα, αλλά η επιχείρηση “Ασπίδες” δεν μπορεί να αρχίσει επίσημα επειδή λείπει η εξουσιοδότηση από το κοινοβούλιο και, επομένως, η τακτική διοίκηση που έχει ανατεθεί στο “Caio Duilio” δεν μπορεί να τεθεί σε ισχύ», εξηγεί ο Ντι Φέο, σημειώνοντας πως το ζήτημα δεν είναι μόνο γραφειοκρατικό: «από αυτό το πλωτό αρχηγείο εξαρτάται η ανταλλαγή πληροφοριών για επιθέσεις και κινήσεις των συμμάχων. Και πριν από λίγες ημέρες η γερμανική φρεγάτα κινδύνεψε να καταρρίψει ένα αμερικανικό αναγνωριστικό αεροπλάνο επειδή δεν είχε προειδοποιηθεί για την παρουσία του», αναφέρει ενδεικτικά.
«Η βραδύτητα της δημοκρατικής μας μηχανής κινδυνεύει να μας κοστίσει πολύ ακριβά και καταδεικνύει έλλειψη αποφασιστικότητας από την πλευρά των θεσμικών μας οργάνων στο να θεωρούν τις διεθνείς καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ως προτεραιότητες, ακόμη και εκείνες, όπως ο αποκλεισμός της Ερυθράς Θάλασσας, που μας απασχολούν περισσότερο […] στην Ερυθρά Θάλασσα αναλαμβάνουμε κινδύνους και ευθύνες, που δεν εντάσσονται στο πλαίσιο της τυπικής διακυβέρνησης και δεν μπορούν να τίθενται σε δεύτερο επίπεδο», συμπληρώνει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News