Για τους Ρεπουμπλικανούς, και ιδίως για τον Ντόναλντ Τραμπ που προέβλεπε μια νεοδεξιά πλημμυρίδα να σαρώσει απ’ άκρη σ’ άκρη τις ΗΠΑ σε αυτές τις ενδιάμεσες εκλογές, είναι μια οδυνηρή ήττα, αν όχι ένα σοκ: ο Τζον Φέτερμαν, μια αντισυμβατική φιγούρα του Δημοκρατικού Κόμματος, κέρδισε τη «μητέρα των μαχών» στις κάλπες της 8ης Νοεμβρίου, καθώς επικράτησε του προβεβλημένου Ρεπουμπλικανού υποψηφίου Μεχμέτ Οζ για τη θέση του γερουσιαστή της Πενσιλβάνια, Πολιτείας-κλειδί και για τις προεδρικές εκλογές.
Ο ύψους 2,05 μ. Φέτερμαν, άλλοτε δήμαρχος μιας μικρής πόλης και νυν αν. κυβερνήτης της Πενσιλβάνια, υποστηρίχθηκε ανοιχτά από τον Τζο Μπάιντεν και τον Μπαράκ Ομπάμα τις τελευταίες ημέρες και έλαβε το 49,87% των ψήφων έναντι 47,69% του Οζ, ενός χειρουργού που έγινε δημόσιο πρόσωπο μέσω της τηλεόρασης.
Η επικράτησή του έχει μεγάλη πολιτική σημασία για μια σειρά από λόγους:
Πρώτον, επειδή στην οριακή κομματική ισορροπία της Γερουσίας, το Δημοκρατικό Κόμμα κερδίζει μια έδρα από τους Ρεπουμπλικανούς –ο Φέτερμαν αντικαθιστά τον Πατ Τούμεϊ. Οταν ανακοινώθηκε από το Associated Press, το CNN και άλλα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης η επικράτηση του Φέτερμαν, έφερε τη μάχη για τη Γερουσία στο 48-49 υπέρ των Ρεπουμπλικανών, με τρεις έδρες να παίζονται στη Νεβάδα, την Αριζόνα και την Τζόρτζια –και στις τρεις το προβάδισμα είχαν υποψήφιοι των Δημοκρατικών.
Δεύτερον, επειδή στην πολιτική μονομαχία του 53χρονου πολιτικού των Δημοκρατικών –ο οποίος είναι καραφλός και εμφανίζεται με αθλητικά τζάκετ με κουκούλα και τζιν– με αντίπαλο τον Οζ –έναν 62χρονο τουρκικής καταγωγής γιατρό με το προσεγμένο μαλλί και τα ακριβά κοστούμια–, τα δύο κόμματα έριξαν στη μάχη ό,τι είχαν και δεν είχαν. Ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ έσπευσε στο πλευρό του Οζ, αναδεικνύοντας την εκστρατεία του τελευταίου για τη Γερουσία, σε ψήφο αποδοκιμασίας προς τον πρόεδρο Μπάιντεν – «εάν θέλετε να σταματήσετε την καταστροφή της χώρας μας και να σώσετε το αμερικανικό όνειρο, τότε την Τρίτη πρέπει να ψηφίσετε Ρεπουμπλικανούς, δημιουργώντας ένα τεράστιο κόκκινο κύμα», είχε πει ο Τραμπ το περασμένο Σαββατοκύριακο σε προεκλογική εκδήλωση του Οζ. Από την πλευρά τους ο Τζο Μπάιντεν και ο Μπαράκ Ομπάμα είχαν σπεύσει να στηρίξουν σε μεγάλη προεκλογική συγκέντρωση στη Φιλαδέλφεια τον Φέτερμαν, καλώντας τους πολίτες να ψηφίσουν ώστε «να αποτρέψουν η χώρα να γυρίσει πίσω 50 χρόνια». Η μονομαχία Φέτερμαν – Οζ ήταν μια επανάληψη της μονομαχίας Μπάιντεν – Τραμπ σε τοπικό επίπεδο. Και νίκησαν οι Δημοκρατικοί.
Τρίτον, επειδή η Πενσιλβάνια, η Πολιτεία των «μπλε κολάρων», δηλαδή της εργατικής τάξης, έχει κρίνει δύο φορές το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών: το 2016 ο Ντόναλντ Τραμπ νίκησε τη Χίλαρι Κλίντον με 44.000 ψήφους διαφορά (0,72%), το 2020 ο Τζο Μπάιντεν επικράτησε με 80.000 ψήφους διαφορά (1,17%). Τώρα ο Φέτερμαν πήρε 160.000 ψήφους περισσότερες από τον Μεχμέτ Οζ (διαφορά 2,18%) και αυτό ίσως να λέει πολλά για τις κάλπες του 2024.
Τέταρτον, διότι η νίκη στην Πενσιλβάνια, σε συνδυασμό με κάποιες άλλες αποτυχίες των Ρεπουμπλικανών υποψηφίων –ιδίως στο Νιου Χάμσαϊρ και στο Κολοράντο– έδωσε το έναυσμα για έναν νέο κύκλο εσωστρέφειας στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, με την κριτική ήδη να στρέφεται, όπως αποκάλυψε το Politico, κατά του Ρικ Σκοτ, υπεύθυνου των εκστρατειών για τις θέσεις της Γερουσίας.
(Και ένα πέμπτο: επειδή ο Οζ θεωρείται φίλος και εκφραστής των θέσεων του Ταγίπ Ερντογάν στην αμερικανική πολιτική σκηνή.)
Η μάχη για τη θέση του κυβερνήτη
Η επικράτηση του Φέτερμαν στην Πενσιλβάνια συνδυάστηκε εξάλλου με αυτή του Τζος Σαπίρο, επίσης υποψηφίου των Δημοκρατικών, για τη θέση του κυβερνήτη της Πολιτείας. Ο έως τώρα υπουργός Δικαιοσύνης της Πενσιλβάνια επικράτησε του βουλευτή Νταγκ Μαστριάνο, ο οποίος κατέβηκε για τη θέση του κυβερνήτη ως κατ’ εξοχήν τραμπικός υποψήφιος, με σύνθημα το περιβόητο MAGA, το Make America Great Again, του Τραμπ –ο ίδιος άλλωστε ήταν προβεβλημένο μέλος της ομάδας πολιτευτών που προσπαθούσαν να ακυρώσουν το εκλογικό αποτέλεσμα του 2020.
Οπως ανέφερε το Politico, η μονομαχία των δύο πολιτικών επικεντρώθηκε στο δικαίωμα των αμβλώσεων, στην εβραϊκή πίστη του Σαπίρο, αλλά και στην ακεραιότητα των εκλογών —θέμα που είχε αμφισβητήσει ο Τραμπ το 2020, αρνούμενος την ήττα του από τον Μπάιντεν και το αποτέλεσμα.
Ο Σαπίρο προέβαλε από την αρχή της εκστρατείας του το ζήτημα της υπεράσπισης της αμερικανικής δημοκρατίας και κατάφερε να περιγράψει τον Μαστριάνο, αλλά και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα εν συνόλω, ως πολύ ακραίο για να ηγηθεί της βιομηχανικής αυτής Πολιτείας του αμερικανικού Βορρά.
Και μόνο σε επίπεδο συμβολισμών, αυτές οι δύο νίκες στην Πενσιλβάνια, μια τόσο κρίσιμη εκλογική περιφέρεια, αναπτέρωσαν το ηθικό του Δημοκρατικού Κόμματος, που με βάση τις δημοσκοπήσεις βάδιζε προς συντριβή, όμως τελικά φαίνεται ότι όχι μόνο την απέφυγε, αλλά επέδειξε και σημαντικές αντοχές, ακόμα και στις βουλευτικές εκλογές, όπου οι θεωρίες συνωμοσίας και ο τραμπικός λαϊκισμός ήταν πιο εύκολο να βρει ακροατήριο λόγω πληθωρισμού.
Η Νάνσι Πελόζι, πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων και σημαίνον πρόσωπο των Δημοκρατικών, χαιρέτισε τις επιδόσεις των υποψηφίων του κόμματος. «Ενώ πολλές μάχες είναι ακόμα αμφίρροπες, είναι εμφανές ότι τα μέλη και οι υποψήφιοι των Δημοκρατικών για τη Βουλή των Αντιπροσώπων τα πηγαίνουν καλύτερα του αναμενομένου σε όλη τη χώρα», είπε.
Σε δύο άλλες σημαντικές εξελίξεις, το Δημοκρατικό Κόμμα κράτησε τις θέσεις της Γερουσίας στο Νιου Χαμσάιρ με την επικράτηση της Μάγκι Χασάν –την ήττα της οποίας είχε θέσει ως στρατηγικό στόχο το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα– και με την πολύ πιο εύκολη από όσο προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις νίκη του Μάικλ Μπένετ στο Κολοράντο.
Νίκες των Δημοκρατικών καταγράφηκαν και σε δύο άλλες Πολιτείες, σε κούρσες για τη θέση του κυβερνήτη, που έως τώρα κατείχε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα: στο Μέριλαντ ο Γουές Μουρ και στη Μασαχουσέτη η Μάουρα Χίλεϊ πήραν το αξίωμα. Δεν ήταν εύκολες νίκες: Ο Μουρ έγινε ο πρώτος αφροαμερικανός κυβερνήτης του Μέριλαντ, ενώ η Χίλεϊ είναι η πρώτη δηλωμένη λεσβία κυβερνήτης αμερικανικής Πολιτείας.
Επίσης, οι Δημοκρατικοί κράτησαν και τη θέση του κυβερνήτη στο Μίσιγκαν, καθώς επανεξελέγη η Γκρέτσεν Γουίτμερ, επικρατώντας του Ρεπουμπλικανού Τούντορ Ντίξον. Η Γουίτμερ είχε γίνει στόχος της δεξιάς προπαγάνδας ακόμα και επί προεδρίας Τραμπ επειδή είχε επιβάλλει αυστηρά μέτρα για τον ανάσχεση της διασποράς της Covid-19, σε αντίθεση με την τραμπική «γραμμή» περί μη επικινδυνότητας του κορονοϊού. Αυτή της η στάση είχε δώσει ελπίδες στους Ρεπουμπλικανούς ότι θα μπορούσαν να τη νικήσουν, αλλά δεν τα κατάφεραν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News