Στο θέατρο «Πορεία» τα Δευτερότριτα συντελείται μια μεταμόρφωση. Η Λένα Παπαληγούρα, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Γιώργου Οικονόμου, υποδύεται την Τέσα Ενσλερ, μια δυναμική δικηγόρο που υπερασπίζεται θύτες σε υποθέσεις σεξουαλικής παρενόχλησης. Φτάνει έτσι μέχρι το σημείο να εναντιώνεται στο δικό της φύλο, στις γυναίκες που αντικρίζει στην καθημερινότητά της. Εως τη στιγμή ενός νυχτερινού φλερτ, το οποίο καταλήγει στη δική της υπόθεση κακοποίησης.
Εδώ συντελείται η μεταμόρφωση: η Τέσα περιγράφει πλέον στο κοινό το τραύμα της, το ξαναζεί, εξομολογείται σκέψεις, ενοχές και φοβίες, πέφτει στο πάτωμα, αμύνεται εναντίον του φανταστικού θύτη, «σπάει», κουλουριάζεται. Δεν θέλει να είναι ηρωίδα, θέλει να ζήσει μια κανονικότητα μέσα σε ένα σύστημα που αρέσκεται να κατηγοριοποιεί τους ανθρώπους σε «δυνατούς» και «αδύναμους».
Ο δραματικός μονόλογος «Prima Facie» της Σούζι Μίλερ έκανε πρεμιέρα το 2019 στο Griffin Theater του Σίδνεϊ. Μια νέα παραγωγή του, που παρουσιάστηκε το 2022 στο West End του Λονδίνου, με πρωταγωνίστρια τη βραβευμένη με Emmy και BAFTA Τζόντι Κόμερ, σε σκηνοθεσία Τζάστιν Μάρτιν, απέσπασε το βραβείο Oλίβιε για το καλύτερο νέο θεατρικό έργο και την καλύτερη ηθοποιό. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο Broadway.
Στο θέατρο «Πορεία» ανεβαίνει ως παραγωγή της διεθνούς εταιρείας Trish Wadley Productions και του Πολιτιστικού Οργανισμού «Λυκόφως», σε συμπαραγωγή με το «Πορεία», υπό την αιγίδα του Βρετανικού Συμβουλίου και των Πρεσβειών Αυστραλίας και Μεγάλης Βρετανικής στην Ελλάδα. Για την παράσταση μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη Γιώργο Οικονόμου.
Πώς ήρθατε σε επαφή με το έργο; Φαινόταν από την αρχή ότι η παράσταση είχε αντίκτυπο στο εξωτερικό;
Μου ζητήθηκε να οργανώσω την παραγωγή, τη διανομή, την επιλογή όλων των καλλιτεχνικών συντελεστών και να το σκηνοθετήσω, από την παραγωγό Τρις Γουάντλεϊ , η οποία κατά καλή σύμπτωση είναι και στενή φίλη της συγγραφέως Σούζι Μίλερ. Αυτό μας έδωσε τη μοναδική ευκαιρία να συζητήσουμε το έργο με τη Σούζι. Αυτές οι συναντήσεις ήταν πολύ χρήσιμες και δημιουργικές. Οταν έφτασε το έργο στα χέρια μου, πριν από περίπου δύο χρόνια, είχε ήδη ανέβει με τεράστια επιτυχία στο Λονδίνο και η παράσταση ετοιμαζόταν να μετακομίσει στο Μπρόντγουεϊ, όπου έσπασε τα ταμεία.
Η Τέσα δεν θέλει να είναι το θύμα, αλλά δεν θέλει να είναι και ηρωίδα. Τι αναζητά στην πραγματικότητα;
Αν υπάρχει μία φράση που επαναλαμβάνεται αλύπητα στην πρόβα, σε βαθμό που καμιά φορά κινδυνεύει το νόημά της, είναι: «Βρες τον στόχο σου». Ποιος είναι ο στόχος του χαρακτήρα στο έργο, στην τάδε σκηνή, σε αυτή την ατάκα, σε αυτή τη ματιά; Βρες τον και παίξε τον! Χωρίς τον στόχο του χαρακτήρα ο ηθοποιός δεν έχει κανένα λόγο να ανέβει στη σκηνή, αλλά κι αν ανέβει δεν θα ξέρει τι να κάνει. Αν δεν ξέρει τι αναζητά, τι γυρεύει εκεί πάνω;
Οι στόχοι, βέβαια, είναι μεταβλητοί και μεταβαλλόμενοι. Κατά τη διάρκεια της παράστασης η Τέσα έχει πολλές στοχεύσεις. Η πάλη με τις ανασφάλειές της είναι σίγουρα μία από αυτές, η νίκη μιας δίκης, η επαγγελματική ανέλιξη επίσης. Θέλει να τη θαυμάζουν και να την αγαπάν; Βεβαίως θέλει, και είναι και αυτό ένας στόχος. Μετά τον βιασμό, τι; Η Τέσα είναι θύμα βιασμού και στον βαθμό που βουτάει συνειδητά στο ναρκοπέδιο της δίκης είναι και ηρωίδα. Αλλά ο στόχος της είναι άλλος. Κάθε βράδυ βλέπουμε μια Λένα να πάλλεται μέσα της καθώς λέει: «Δεν έχω πια τον έλεγχο/Διακυβεύονται τόσα πολλά πράγματα/Η ιδιωτικότητά μου/Η οικογένειά μου/Οι φίλοι μου/Η καριέρα μου/Τα πάντα, τα πάντα/Φοβάμαι/Αλλά κατά βάθος ξέρω πως είμαι μαχήτρια/Το κορίτσι που πάλεψε και ξαναπάλεψε να το προσέξουν/Κοίτα αριστερά σου/Κοίτα δεξιά σου/Ποιος θα κοπεί;/Το κορίτσι είναι γενναίο/Και αν δεν κάνει τίποτα/Φοβάμαι πως θα τη χάσω/Ναι, θα καταθέσω στο δικαστήριο» (σε μετάφραση Δάφνης Οικονόμου).
Ο στόχος της Τέσα, και κάθε γυναίκας που βιάζεται, δεν είναι κάποιου είδους ηρωικός ή αντιηρωικός προσδιορισμός, αλλά η υπαρξιακή επιβίωση ενός ακρωτηριασμένου ατόμου. Με όποιες επώδυνες μετακινήσεις, εσωτερικές και εξωτερικές, μπορεί να απαιτούνται.
Ποιον κόσμο βλέπουμε να ανοίγεται πίσω από τον μονόλογο; Σε ποια κοινωνία ζει η Τέσα, τι προσδοκίες έχει από αυτή, ποιες ματαιώσεις έρχονται ως «αντάλλαγμα»;
Βρισκόμαστε στη σύγχρονη Αγγλία, στο Λονδίνο. Οι οικονομικές και κυρίως οι ταξικές διαφορές εξακολουθούν να είναι σκληρές και περιέργως αναλλοίωτες. Μπορεί να υπάρχει κοινή πρόσβαση των τάξεων σε πολλά υλικά αγαθά, αλλά τα ταξικά στεγανά της εποχής του Ντίκενς καλά κρατούν. Το γεγονός ότι η Τέσα προέρχεται από ένα εργατικό περιβάλλον, και μάλιστα έχει χάσει και τον πατέρα της, είναι στοιχείο καθοριστικό.
Είναι ένα κορίτσι έξυπνο και φιλόδοξο. Θέλει να σπουδάσει νομικά στο Κέιμπριτζ. Αυτό αυτομάτως την αποξενώνει από τη γειτονιά της και την οικογένειά της, χωρίς όμως να την εντάσσει στους ταξικά ανοίκειους «ανώτερους» κύκλους του πανεπιστημίου της. Σαν να μην ανήκει πια πουθενά. Χάνει την αποδοχή της και παύει να αποδέχεται. Ξαφνικά τα όνειρά της τής θέτουν διλήμματα. Με ποιους θα πάει και ποιους θ’ αφήσει; Αυτό είναι ένα παράδειγμα ματαίωσης στο «Prima Facie».
Ο χαρακτήρας της, προφανώς, δεν θα μπορούσε να είναι μονοσήμαντος ή «απολύτως ηθικός» μέσα στο έργο. Ξέρουμε ότι αναλαμβάνει υποθέσεις από την πλευρά του θύτη. Ποιες ρωγμές μάς βοηθούν να τον κατανοήσουμε στην ολότητά του;
Η ποιότητα κάθε θεατρικού έργου κρίνεται πρωταρχικά από το ενδιαφέρον που έχουν οι χαρακτήρες του. Ενα οποιοδήποτε έργο με επίπεδους και μονοδιάστατους, με άλλα λόγια κακογραμμένους χαρακτήρες, είναι ένα έργο αδιάφορο. Χάρτινοι χαρακτήρες που δεν εξελίσσονται, δεν αντιδρούν, δεν έχουν τρωτά και δεν πάσχουν είναι δύσκολο να παρασύρουν τον θεατή σε αυτή την άρση της δυσπιστίας που είναι κατά τη γνώμη μου κορυφαία λειτουργία του θεάτρου. Ειδικά σε ένα μονοπρόσωπο δράμα, ο καλογραμμένος και πολυδιάστατος χαρακτήρας είναι προαπαιτούμενο.
Το «Prima Facie» χειρίζεται ένα πολύ σκληρό και επικίνδυνο θέμα. Με έναν απλοϊκό χαρακτήρα θα το πρόδιδε. Οπως πολύ σωστά λέτε, ο ρόλος δεν είναι μονοσήμαντος και έχει ρωγμές. Η μετάβαση από τον ρόλο του θύτη στον ρόλο του θύματος είναι μια τεράστια, βίαια και επώδυνη διαδρομή. Είναι η σκληρή εσωτερική διαδρομή, η κίνηση του χαρακτήρα. Η Τέσα δεν είναι προετοιμασμένη γι’ αυτόν τον βάρβαρο αιφνιδιασμό που θα της αλλάξει τη ζωή. Εχει σίγουρα ρωγμές, άλλες βαθύτερες και άλλες επιφανειακές, που αναδεικνύονται κατά τη διάρκεια της παράστασης και τις οποίες καλείται να δει και να αντιμετωπίσει για να μπορέσει να ξανασταθεί στα πόδια της. Είναι ρωγμές που αυξάνουν απροσδόκητα τον βαθμό δυσκολίας του χαρακτήρα, αλλά τελικά είναι και η δύναμή της. Το ποιες είναι αυτές, ας αφήσουμε τον θεατή να τις αισθανθεί και αν θέλει να ερμηνεύσει τη σημασία τους.
Πώς δουλέψατε με τη Λένα Παπαληγούρα ώστε να αποδοθεί η εναλλαγή συναισθημάτων από την αρχή μέχρι το τέλος της παράστασης;
Η Λένα είναι καταπληκτική ηθοποιός και ένας υπέροχος και δημιουργικός άνθρωπος. Είχαμε από την αρχή μια κοινή κατανόηση του κειμένου, που βοήθησε πολύ. Μετά πιάσαμε δουλειά πάνω σε κάθε λεπτομέρεια, κάθε στιγμή και κάθε πέρασμα, κάθε εμπόδιο, κάθε εξωτερική και εσωτερική συναισθηματική κατάσταση, προσπαθώντας πάντα να μη χάνουμε το δάσος. Πάνω απ’ όλα η σαφής αφήγηση μιας διαδρομής. Μέσα από τη δουλειά πάνω στο κείμενο, και κυρίως στην πρόβα, βρέθηκαν οι ισορροπίες ανάμεσα σε διάφορες φόρμες αφήγησης, βρέθηκαν ενδιαφέροντα ξαφνιάσματα και απρόβλεπτα γυρίσματα.
Κινησιολογικά συνυπάρχουν διάφορα στυλ, η σχέση με τον χρόνο μεταβάλλεται , η σχέση της Τέσα με τα γεγονότα είναι κάποιες φορές στο απόλυτο σκηνικό παρόν και άλλες φορές πιο αποστασιοποιημένη. Η απόλυτη σταθερά, όμως, της παράστασης είναι η βαθιά και συνεχής εμπλοκή της Λένας με τον χαρακτήρα, με τα δρώμενα, με όλα. Είναι για μένα ένα συγκινητικό καλλιτεχνικό επίτευγμα.
Ο μονόλογος είναι δύσκολο είδος θεάτρου, χρειάζεται καλοδουλεμένη παρτιτούρα, και όποιος ηθοποιός βρίσκεται μόνος επί 90 λεπτά στην σκηνή είναι ένας ήρωας. Ευτυχώς, η Λένα δεν είναι μόνη. Μαζί της στη σκηνή βρίσκονται δεκάδες χαρακτήρες όλων των ειδών. Και καθώς μεταφέρεται από το ένα μέρος του Λονδίνου στο άλλο, τους κουβαλάει όλους μαζί της. Τους καλούς, τους εύκολους, τους δύσκολους, αλλά και τα καθάρματα.
Ενα κεντρικό πρόσωπο που υπονοείται στη ζωή της Τέσα είναι η μητέρα της. Ποια πρέπει να φανταστούμε ότι είναι η σχέση μαζί της;
Κατά τη γνώμη μου είναι από τα πιο καλογραμμένα και σημαντικά μοτίβα του έργου. Η απόλυτη περίπτωση ματαίωσης ως αντάλλαγμα. Η σχέση με τη μητέρα διατρέχει διακριτικά αλλά σημαντικά όλο το έργο. Δεν είναι εύκολη. Είναι μια σχέση αμήχανη. Υπάρχει προδοσία; Είναι μια σχέση ενοχική; Και όμως, αν υπάρχει μια σταθερά στην πορεία του χαρακτήρα, μια ρίζα βρίσκεται εκεί. Αλλά ας μην τα πούμε όλα .
Αν υπάρχει ένα σχόλιο για τον τρόπο απονομής της δικαιοσύνης που μας αγγίζει όλους, ποιο είναι αυτό;
Προφανώς το έργο υποστηρίζει πως το νομικό μας σύστημα, ή πάντως η εφαρμογή του στις περιπτώσεις βιασμών, είναι ελλιπές. Δεν προστατεύει τα θύματα, αλλά τα υποβάλλει σε φρικτές δοκιμασίες, που ισοδυναμούν με επαναλαμβανόμενους βιασμούς. Το σύστημα λειτουργεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε κατά κανόνα να αποτρέπει τις καταγγελίες, πράγμα καταστροφικό, διότι έτσι ο νόμος δεν λειτουργεί. Το έργο δεν δίνει λύσεις, αλλά μέσα από τη συναρπαστική διαδρομή του χαρακτήρα του, τον οποίο η Σούζι Μίλερ πολύ έξυπνα τοποθετεί στην «γκρίζα ζώνη», εγείρει όλα τα ερωτήματα και θέτει ξεκάθαρα το θέμα πως το νομικό σύστημα είναι ανεπαρκές και χρειάζεται αλλαγή.
Η παράσταση «Prima Facie» παρουσιάζεται στο θέατρο «Πορεία» κάθε Δευτέρα και Τρίτη. Προπώληση: ticketservices.gr
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News