Είμαι σε διακοπές και παρακολουθώ το αλβανικό σίριαλ. Ό,τι πρέπει για θερινό. Δράση, αγωνία, φάρος περιπολικού να αναβοσβήνει νύχτα και παρακολούθηση με χάρτη, ένοπλοι από στεριά, θάλασσα κι αέρα. Μια επιχείρηση που πρέπει να στοίχισε διπλάσια κι από τις αποζημιώσεις της ΕΡΤ. Και δεν την δείχνει και η κρατική τηλεόραση να κάνει εισπράξεις. Έλληνες κι Αλβανοί. Οι καλοί και οι κακοί, στην περίπτωσή τους, δολοφόνοι. Από την Πελοπόννησο, στο δρομάκι της γιαγιάς στα σύνορα. Όλο το επιτελείο της ελληνικής αστυνομίας και τα δελτία ειδήσεων από πάνω τους. Το αποτέλεσμα γνωστό, αλλά το καταπίνεις. Καλοκαίρι είναι, στα κατσάβραχα πάντα βρίσκουν κρησφύγετα οι κατσαπλιάδες και, τέλος πάντων, ήταν εγκληματίες αδίσταχτοι που τόσο σκληρούς η Ελλάδα δεν έχει μάθει να τους χειρίζεται.
Κι ενώ την ήττα πας να την ξεπεράσεις, έρχεται το άλλο, στο κέντρο της Αθήνας, μπροστά από το στρατηγείο της ΕΛ.ΑΣ. και αναρωτιέσαι. Ποιος είναι αυτός που μας φυλάει; Όταν κάποιος πυροβολεί κάτω από το καλύτερα φυλασσόμενο σημείο της πόλης και καταφέρνει να ξεφύγει παρκάροντας 600 μέτρα πιο μακριά από τη «συνάντηση», τότε αναπολείς το κέντρο με τους μαυριδερούς ληστές. Γιατί δεν πάει πολύς καιρός που πανηγυρίζαμε για την τάξη που άρχισε να μπαίνει στις γειτονιές. Έλα όμως που ο εχθρός του κακού είναι το χειρότερο και τώρα δεν πάει πιο κάτω. Καλύτερα ο πορτοφολάς, παρά το καλάσνικοφ.
Από την άλλη, αν η δημοτική αστυνομία πέτυχε την τάξη στο κέντρο, μήπως γι’ αυτό τη φέρνουν στην ΕΛ.ΑΣ.; Να αντιμετωπίσει με επιτυχία και το βαρύ έγκλημα; Και να αφήσει στην αστυνομία το δύσκολο καθήκον να πηγαινοφέρνει στη φυλακή τον Λάκη Γαβαλά;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News