Όταν είχε προταθεί η πεζοδρόμηση της Ερμού, μου έλεγε η έμπορος μαμά μιας φίλης, οι αντιδράσεις των καταστηματαρχών ήταν τεράστιες. Σίγουροι πως το μέτρο θα σημάνει τον θάνατο της περιοχής έκαναν τα πάντα για να το σταματήσουν. Οι αντιρρήσεις τους δεν εισακούστηκαν -ευτυχώς γι' αυτούς- το μέτρο πέρασε και η Ερμού έγινε η μεγαλύτερη περατζάδα της Ελλάδας, αλλά και ο δρόμος με τα υψηλότερα ενοίκια στην Ευρώπη.
Το σκεφτόμουν αυτό καθώς έβλεπα στις ειδήσεις εξαγριωμένους συνδικαλιστές να τραβολογάνε μέσα από τα μαγαζιά τους πελάτες, να τους σπρώχνουν έξω και να τους προσβάλλουν αποκαλώντας τους «ξεφτιλισμένους». Μελαγχόλησα και η αλήθεια είναι πως ενώ δεν είμαι φαν της ιδέας να ανοίγουν τα μαγαζιά τις Κυριακές (για λόγους που έχουν να κάνουν με την αντικαταναλωτική προσωπική μου φιλοσοφία και την εκτίμηση του ελευθέρου χρόνου και όχι με τα εργασιακά τσιτάτα καλοπληρωμένων συνδικαλιστών) ενοχλήθηκα πάρα πολύ από αυτή τη βίαιη και φασιστική συμπεριφορά των συνδικαλιστών.
Αν ήμουν εμποροϋπάλληλος δεν θα μου άρεσε καθόλου να υπερασπίζονται με αυτόν τον τρομοκρατικό τρόπο τα συμφέροντά μου, όχι μόνο για λόγους ηθικής, αλλά και γιατί με αυτόν τον αρνητισμό θα ήξερα πως χάνω κάθε ελπίδα να κερδίσω αυτά που δικαιούμαι.
Δεν θα διαφωνήσω με όσους λένε ότι από τον κόσμο δεν λείπουν οι μέρες για να ψωνίζει αλλά τα χρήματα, μα καθόλου δεν θα διαφωνήσω, θα πω όμως ότι η λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές δεν αφορά αποκλειστικά και μόνο την τόνωση των εμπορικών επιχειρήσεων αλλά έναν ολόκληρο κύκλο κυκλοφορίας χρήματος. Οι αρκετοί άνθρωποι που κυκλοφορήσαν στα εμπορικά κέντρα τις προηγούμενες Κυριακές που τα καταστήματα είχαν ανοίξει, δεν άδειασαν τα ράφια όμως ξόδεψαν, λιγότερα ή περισσότερα, χρήματα σε παράπλευρες υπηρεσίες όπως είναι τα καφέ, τα εστιατόρια, τα περίπτερα, τα frozen yogurt-ατζίδικα- ακόμα και τα ΜΜΜ είχαν περισσότερους «πελάτες» από ό,τι συνήθως-δίνοντας στην περιβόητη κυκλοφορία του χρήματος ένα φιλικό, έστω, χτύπημα στην πλάτη.
Ενώ λοιπόν δεν είμαι υπέρ του να ανοίγουν τα καταστήματα τις Κυριακές καταλαβαίνω τους κυνικούς, οικονομικούς λόγους για τους οποίους είναι λογικό να δοκιμαστεί ένα τέτοιο μέτρο. Γι’ αυτό και νομίζω πως το θέμα που θα έπρεπε να απασχολεί τους συνδικαλιστές δεν είναι αν θα λειτουργούν ή όχι τις Κυριακές τα καταστήματα (αυτό θα γίνει αργά ή γρήγορα, δυστυχώς αυτή είναι η φυσική εξέλιξη σε μια οικονομία σαν την ελληνική που εξακολουθεί να στηρίζεται στην κατανάλωση) αλλά το πώς θα λειτουργούν. Και για αυτό το «πώς» θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν την ενέργεια και τις φωνές τους. Να προτείνουν τρόπους εφαρμογής που θα καλύπτουν τις ανάγκες των επιχειρήσεων, μικρών και μεγάλων, αλλά θα προστατεύουν τους εμποροϋπαλλήλους από εκβιασμούς τύπου «ή έρχεσαι Κυριακή ή δεν ξανάρχεσαι ποτέ» -ειπώθηκε έτσι ακριβώς σε μία γνωστή μου.
Θα μπορούσε π.χ. τις Κυριακές να απασχολούνται αποκλειστικά και μόνο άλλοι υπάλληλοι κι όχι αυτοί που εργάζονται καθημερινά, ενώ για τις οικογενειακές εμπορικές επιχειρήσεις να υπάρξουν ειδικές ρυθμίσεις που θα διευκολύνουν στην πρόσληψη τέτοιων part time υπαλλήλων. Είναι κλισέ, αλλά θα το πω: μόνο με διάλογο, ρεαλιστικές προτάσεις και διάθεση συνεργασίας λύνονται οι διαφωνίες. Ούτε με αφορισμούς ούτε με αλαζονεία ούτε με ιδεολογικά κολλήματα και κομματικές εμμονές. Διάολε, σε αυτήν εδώ τη χώρα γεννήθηκε ο διάλογος, γιατί μας είναι τόσο δύσκολο να τον κάνουμε σαν άνθρωποι…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News