Πάει να φθινοπωριάσει, αυξήθηκαν τα αυτοκίνητα στους δρόμους. Γύρισαν οι Αθηναίοι από το ταξίδι τους. Άλλοι δεν έφυγαν καθόλου, οι Έλληνες αυτό το καλοκαίρι χωρίστηκαν σε δύο τάξεις, εκείνων που πήγαν διακοπές και εκείνων που δεν πήγαν.
Η Αθήνα του Φθινοπώρου. Η Ελλάδα του θέρους. Παλαιότερα έκανα όλα τα σχέδια της χρονιάς τώρα τον Σεπτέμβριο, τα βράδια εκείνα που έκανε την πρώτη δροσιά. Φέτος μου φαίνεται σχεδόν παράλογο να σχεδιάζω όταν όλα τα σχέδια ανατρέπονται την ίδια στιγμή. Κάθομαι σε μια ψάθινη πολυθρόνα και ατενίζω την πόλη από την βεράντα μου. Σε ποιον ανήκει η Αθήνα; Στην Χρυσή Αυγή; Στους μετανάστες; Στους πολιτικούς; Στις επόμενες γενιές;
Είμαι σίγουρη ότι δεν ανήκει σε εμένα. Ούτε ένα πλακάκι σε ένα πεζοδρόμιο δεν είναι δικό μου. Τάχα μου ανήκει η πατρίδα μου; Ούτε εκείνη μου ανήκει. Εδώ και χρόνια δεν είναι δική μου. Ούτε ένα μπλε της, ούτε ένα εκκλησάκι της δεν είναι δικό μου. Ούτε ένας λευκός της βράχος.
Βράχοι προς πώληση. Ενοικιάζουν και νησιά λέει. Σαράντα ακατοίκητα νησιά. Ελληνικά νησιά. Το ακούει η γειτόνισσα στο ραδιόφωνο. Τα λόγια ξύλινα πολιτικά. «Όχι δεν θα νοικιάσουν το Καστελόριζο στους Τούρκους», κυρία Πολύμνια, την καθησυχάζω. Η φωνή στο ραδιόφωνο παύει. «Έξι μέρες θα δουλεύουμε, ακούς, έξι μέρες, θα δουλεύουμε για ξένους».
Βοή. Κάνει τόσο θόρυβο που κλείνω τα αυτιά μου. Χύθηκαν οι βάρβαροι στους δρόμους. Είναι η επέλαση τους αυτή. Δεν καταλαβαίνει η κυρία Πολύμνια τους πολιτικούς. Αναρωτιέται αν το σπίτι που έχει κληρονομήσει σε ένα νησί είναι δικό της. Αν το εξοχικό της, το σπίτι της οικογένειας της, είναι δικό της. Όλοι, μα όλοι, θέλουν να της το πάρουν.
Σαν να κλείνει ο καιρός. Σύννεφα στον ουρανό. Πόσο αγαπώ το φθινόπωρο. Για μένα σήμαινε πάντα μια αρχή. Να σκάβω και να ανακαλύπτω καινούργια πράγματα, σαν να ξεκινάει ξανά το σχολείο, γίνομαι παιδί το Φθινόπωρο. Μα τώρα δεν έχει σχολείο. Οι δάσκαλοι απεργούν. Χρεοκοπία. Πανεπιστήμια που συγκαταλέγονται στα χειρότερα του κόσμου. Σε ποιον ανήκει η μάθηση, σε ποιον ανήκει η ελληνική γλώσσα; Και αυτή στο κράτος; Στην Ευρώπη; «Όχι παιδί μου, δεν θα μάθεις γράμματα. Απεργώ». «Όχι παιδί μου δεν θα μάθεις γράμματα, είναι ακριβή ιστορία». Τόσα πολλά εγώ. Συγκεντρωμένα σε μια τόσο δα μικρούλα πολιτεία.
Δεν μου ανήκει τίποτε. Ίσως η μόνη μου ιδιοκτησία να είναι η γλώσσα μου, η ελληνική. Και προσπαθούν με νύχια και με δόντια να με παγιδεύσουν μέσα σε μια οξεία της, σε μια τελεία της. Και οι νόμοι τους τις κατήργησαν τις περισπωμένες. Τι τους έφταιγαν άραγε οι περισπωμένες;
Δικό σου και δικό μου. Τίποτε δεν είναι δημόσιο και τίποτε ιδιωτικό. Διότι δεν μας ανήκει το πιο σημαντικό από όλα, η πατρίδα. Και αυτή χάθηκε πολύ πριν βγάλουν στο κλαρί 40 νησιά, πολύ πριν ξεμυτίσουν οι φασίστες στους δρόμους, πολύ πριν επελάσουν οι βάρβαροι. Το παρελθόν μας αποφάσισε το μέλλον μας. Δεν υπήρξαμε αρκετά σκληροί απέναντι στο μέλλον μας. «Να ‘σαι σκληρός απέναντι στο μέλλον σου μαρτυρά πόσο τρυφερός είσαι ήδη απέναντι στα στοιχεία που κρυφά προσφέρεις για να το συνθέσουν. Αλλά ποιο μέλλον; Tίνος; Το απώτερο, το μετά κάθε ιδιώτη μέλλον, που αυτό είναι και το δημόσιο”. *
*Οδυσσέας Ελύτης. “τα δημόσια και τα ιδιωτικά». Ίκαρος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News