Χθες τα ΜΜΕ μας ενημέρωσαν ότι στο αντιρατσιστικό νομοσχέδιο θα συμπεριληφθεί και τροπολογία για την επέκταση του σύμφωνου συμβίωσης και σε ομόφυλα ζευγάρια. Μερικές ώρες και μερικές προειδοποιήσεις για αφορισμό μετά, το Υπουργείο Δικαιοσύνης έβαλε τα πράγματα στη θέση τους διευκρινίζοντας ότι έχει ο Θεός (σχήμα λόγου, γιατί αν ρωτήσετε τον Πειραιώς Σεραφείμ, εννοείται πως ο Θεός δεν έχει καθόλου, εν προκειμένω) και κάποια στιγμή, σε κάποιο τέρμινο, κάποιος σχετικός νόμος θα περάσει.
Αυτή η μεταστροφή δεν με εξέπληξε καθόλου. Αντιθέτως με είχε εκπλήξει πολύ η αρχική είδηση. Τι μεσολάβησε; Τα γνωστά. Ανάστατοι Νεοδημοκράτες βουλευτές που δέχθηκαν πιέσεις από τους εκκλησιαστικούς και άλλους συντηρητικούς κύκλους των περιφερειών τους ή απλώς τις προφασίστηκαν προκειμένου να καλύψουν τη δική τους δυσκολία να χωνέψουν το σύμφωνο συμβίωσης. Αλαφιασμένοι σύμβουλοι του Πρωθυπουργού που ανησύχησαν για το πώς θα προσελκύσουν ψηφοφόρους από τη Χρυσή Αυγή και τους Ανεξάρτητους Έλληνες αν επί Σαμαρά περάσει μια τέτοια τροπολογία. Ένας αληθεύων εν εξάλλω και ουδόλως εν αγάπη μητροπολίτης (με άλλα λόγια ένας δημόσιος υπάλληλος που δεν έχει εκλεγεί αλλά διοριστεί, και ο οποίος εκφράζει τις απόψεις ενός συγκεκριμένου φορέα και όχι του κράτους παρότι πληρώνεται από αυτό) να απειλεί θεούς και δαίμονες. Και μια κυβέρνηση και πάλι άτολμη, και πάλι έρμαια μικροπολιτικών και μητροπολιτικών συμφερόντων.
Δεν περίμενα κάτι παραπάνω. Δεν περίμενα ότι η απόφαση του Eυρωπαϊκού Δικαστηρίου θα μετρούσε περισσότερο από την υστερία του οποιουδήποτε κληρικού. Δεν περίμενα ότι η ανάγκη για ισονομία θα μετρούσε περισσότερο από την άποψη του οποιουδήποτε πρωθυπουργικού συμβούλου.
Η Ελλάδα, ολόκληρη η Ελλάδα, όχι μόνο η ΝΔ, έχει τελειοποιήσει το παιχνίδι της υποκρισίας χρόνια τώρα, και αυτή είναι απλώς μια ακόμα έκφανση. Κάνουμε τους προοδευτικούς ενώ κατά βάθος αισθανόμαστε άβολα με οποιαδήποτε αλλαγή του status quo. Ζητάμε αξιοκρατία αλλά ουσιαστικά επιζητούμε ισότητα στο δικαίωμα της αυθαιρεσίας. Αναζητούμε την ποιότητα αλλά προτιμάμε την ευκολία μας. Λέμε ότι είμαστε Ευρωπαίοι αλλά το εννοούμε μόνο στο επίπεδο της κατανάλωσης καπουτσίνο και ρούχων. Μιλάμε για τον ένδοξο πολιτισμό μας αλλά έχουμε πλήρως απενοχοποιήσει το πόσο απολίτιστοι είμαστε. Και φυσικά δεν κάνουμε τίποτα εκτός αν μας εκβιάσουν ότι δεν θα μας δώσουν λεφτά ή αν δεν το έχουν κάνει όλοι οι άλλοι και έχουμε μείνει δακτυλοδεικτούμενοι.
Για να προλάβω ίσως κάποια σχόλια, τα γράφω από τώρα μόνος μου: Το πρώτο φοβερό επιχείρημα είναι ότι εδώ η χώρα καταστρέφεται κι εμείς ασχολούμαστε με τα δικαιώματα μιας χούφτας ανθρώπων. Το δεύτερο είναι ότι εδώ είναι Ελλάδα και δεν είμαστε έτοιμοι για τέτοια. Όχι φυσικά εμείς που το λέμε αυτό, εμείς είμαστε προοδευτικοί, οι άλλοι όμως, μωρέ, δεν είναι έτοιμοι ακόμα. Αυτά τα δύο επιχειρήματα είναι μεταξύ τους αντιφατικά: Το ένα υπονοεί ότι δεν πρέπει να γίνει κάτι αν μέχρι και ο τελευταίος μειοψηφών δεν συμφωνήσει, το άλλο ότι δεν μας αφορά η μειοψηφία αν είμαστε πλειοψηφία.
Το τρίτο είναι το περίφημο «δεν με νοιάζει τι κάνεις στο κρεβάτι σου αρκεί να μη μου το τρίβεις στη μούρη». Κι όμως, το σύμφωνο συμβίωσης έχει να κάνει με την αγάπη και όχι με το σεξ. Και φαίνεται πως στην Ελλάδα και η αγάπη είναι προνόμιο μερικών.
Στα οικονομικά, υπάρχει η έννοια των μη συναγωνιστικών και μη αποκλειστικών δημόσιων αγαθών. Αυτά είναι αγαθά που η χρήση τους δεν επηρεάζεται από τον αριθμό ανθρώπων που τα χρησιμοποιούν. Για παράδειγμα, η προστασία που προσφέρει η εθνική άμυνα σε ένα άτομο δεν περιορίζει τη χρήση της από άλλα άτομα. Το ίδιο και με τα ανθρώπινα δικαιώματα, ή το σύμφωνο συμβίωσης. Και ακόμα περισσότερο με την ανάγκη μίας ομάδας ανθρώπων να αισθανθούν ισότιμοι πολίτες και κύριοι της ζωής τους. Γιατί αυτή τη στιγμή, αυτοί είναι οι πραγματικοί αφορισμένοι.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News