Ως γνωστόν το καλύτερο είναι εχθρός του καλού. Αναμένοντας το καλύτερο για τα πανεπιστήμια μας αρνούμαστε χρόνια τώρα την ελάχιστη μεταρρύθμιση σε μια τριτοβάθμια εκπαίδευση που -παρά τις νησίδες δημιουργικότητας- κατά γενική ομολογία έχει βαλτώσει. Το γραφειοκρατικό σύστημα διοίκησης, ο φατριασμός και ο κομματισμός, η κατ’ επίφαση συλλογική δημοκρατική λειτουργία, η άρνηση αξιολόγησης οδήγησαν στα γνωστά αποτελέσματα. Η κατάσταση δεν πάει άλλο, ό,τι μεταβάλλει έστω και σε περιορισμένο βαθμό την υπάρχουσα κατάσταση πρέπει να υποστηριχθεί. Το προτεινόμενο από την κυβέρνηση σχέδιο νόμου αποτελεί- όπως λέγαμε στις συνελεύσεις όταν θέλαμε να συνεννοηθούμε ώστε να προχωρήσουμε- βάση για συζήτηση. Πάνω σε αυτή την βάση μπορεί να αναπτυχθεί ένας συμπυκνωμένος σε χρόνο και ουσία και όχι προσχηματικός διάλογος, να λειανθούν πιθανές απολυτότητες του σχεδίου και -επιτέλους- να προχωρήσει η μεταρρύθμιση.
Γι' αυτό μου προκάλεσε μεγάλη απογοήτευση το κείμενο δέκα φίλων πανεπιστημιακών που κινούνται στον χώρο της ανανεωτικής αριστεράς. Η εκτίμηση στα πρόσωπα τους παραμένει αμείωτη -εξ άλλου σε πολλά θέματα συμπορευτήκαμε στο παρελθόν και είναι βέβαιο ότι το ίδιο θα συμβεί και στο μέλλον- αλλά στην συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει σοβαρή διαφωνία και πρέπει να κατατεθεί στον δημόσιο διάλογο που επιθυμούν να προκαλέσουν. Προξενεί εντύπωση ότι στο κείμενο τους με τίτλο « Για την υπεράσπιση και την μεταρρύθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου» δεν υπάρχει ούτε μια πρόταση για την αναγκαία -και κατά τους υπογράφοντες- μεταρρύθμιση. Υπάρχει μια δήλωση αγαθών προθέσεων που -να με συγχωρήσουν- θυμίζει την περίφημη «άλλη πολιτική» που εξαγγέλλεται αλλά ουδέποτε περιγράφεται. Έτσι οι υπογράφοντες διαπιστώνουν ότι «.. τα ελληνικά πανεπιστήμια θα έπρεπε να αποκτήσουν ένα νέο « συμβόλαιο με εγγυήσεις», ένα λιτό «νόμο-πλαίσιο», ο οποίος θα θεράπευε τις αδυναμίες του προηγουμένου, θα έβαζε τέλος στα εκφυλιστικά φαινόμενα και θα δημιουργούσε τους όρους ώστε το δημόσιο πανεπιστήμιο να αναπτυχθεί προκειμένου να ανταποκριθεί στην κοινωνική αποστολή του και να εγγυηθεί με τους καλύτερους όρους το κοινωνικό αγαθό της δημόσιας και δωρεάν παιδείας». Πολύ ωραία όλα αυτά. Μένει να δούμε το πώς αλλά όταν φτάνουμε στην ταμπακιέρα δεν υπάρχει συνέχεια. Αντιθέτως αρχίζει η κριτική στο σχέδιο της Διαμαντοπούλου διότι « παρά τις επιμέρους θετικές ρυθμίσεις, η κυβέρνηση έρχεται να επιβάλλει ένα ολιγαρχικό και δεσποτικό μοντέλο διοίκησης και διαχείρισης των πανεπιστημίων». Αυτές είναι βαριές κουβέντες που, αν ισχύουν, οδηγούν το σχέδιο στον κάλαθο των αχρήστων. Ισχύουν όμως ή είναι υπερβολές, τραβηγμένες μάλιστα από τα μαλλιά για να δικαιολογήσουν την απόρριψη;
Από όσο διάβασα στο σχέδιο νόμου καταλήγω στο δεύτερο συμπέρασμα. Αλλά εγώ δεν είμαι πανεπιστημιακός -αν και δεν είμαι σίγουρος ότι οι πανεπιστημιακοί είναι κατ' ανάγκην οι αρμοδιότεροι αξιολογητές- και ίσως να υπάρχουν αθέατοι σε εμένα διάολοι που κρύβονται στις λεπτομέρειες. Έρχεται όμως ο καθηγητής στο Τμήμα Φυσικής του ΑΠΘ κ. Ορέστης Καλογήρου και με ένα άρθρο του στα ΝΕΑ, 12 Ιουλίου 2011 με τίτλο «ΑΕΙ: μεταρρύθμιση και αντιμεταρρύθμιση» δίνει εξαιρετικά πειστικές απαντήσεις στο θέμα του αυτοδιοίκητου των ΑΕΙ. Γιατί εκεί είναι όλο το πρόβλημα με αποτέλεσμα όπως πολύ σωστά επισημαίνει ο κ. Καλογήρου «η συντεχνιακή αντίδραση να περιβάλλεται τον μανδύα του υπερασπιστή της δημοκρατικής νομιμότητας». Εν πάσει περιπτώσει αν το πρόβλημα είναι η εκλογή στο Συμβούλιο του Ιδρύματος επτά εξωτερικών μελών από τους οκτώ εσωτερικούς ας προσέλθουν με βελτιωτικές προτάσεις που δεν θα αλλοιώνουν βέβαια την βασική και ορθή κατεύθυνση του νομοσχεδίου που υποστηρίζει την εξωστρέφεια και τη αξιοκρατία. Όταν όμως προκαταλαμβάνεις τον διάλογο χαρακτηρίζοντας το προτεινόμενο μοντέλο διοίκησης «ολιγαρχικό και δεσποτικό» τι περιθώρια απομένουν;
Στο τέλος οι αγαπητοί φίλοι καλούν «την υστάτη ώρα το Υπουργείο να προσέλθει στον διάλογο με σκοπό την δημιουργία ευρύτερων συναινέσεων». Είναι ωραίο πράγμα οι ευρύτερες συναινέσεις. Αλλά και σπάνιο είδος στην χώρα μας. Συνήθως την επικαλούνται -ή και κρύβονται πίσω από αυτήν- όσοι δεν θέλουν να αναλάβουν το κόστος των αποφάσεων. Είναι η συνταγή για να μην γίνει τίποτα. Το τέλος του κειμένου των δέκα πανεπιστημιακών είναι εξαιρετικά ανησυχητικό: «Οφείλει (το Υπουργείο) να ακούσει όλους όσοι ανησυχούν για την επερχόμενη κατεδάφιση των ακαδημαϊκών θεσμών, που κυοφορείται από το παρόν σχέδιο νόμου». Φοβάμαι ότι ανεπαισθήτως οι υπογράφοντες διολίσθησαν από την υπεράσπιση -γενικώς- του δημόσιου πανεπιστήμιου στην υπεράσπιση -ειδικώς- του υπάρχοντος. Αλλά αυτό το μοντέλο δεν είναι πλέον υπερασπίσιμο.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News