Με αφορμή κάποιο από τα σχόλια για το κομμάτι μου ενάντια στο ΚΚΕ -μη βιαστείτε να πανηγυρίσετε οι φανατικοί θιασώτες της Παπαρρήγα- απλά η αναφορά κάποιου (ή κάποιας) που δεν είχε απόλυτα ξεκαθαρίσει τί θα ήθελε να μου αντιτάξει, είπε όμως περίπου «εσείς και η γενιά σας φταίτε για τη σημερινή μας κατάντια». Με έβαλε, λοιπόν, σε σκέψεις, όχι για το αν θα έπρεπε να συνεχίσω να ακολουθώ την αραχνιασμένη πάλαι-ποτέ νεολαία Λαμπράκη -αν μπορούσα να ξαναζήσω τη δεκαετία του ’60 και του ’70- αλλά γιατί ξαφνικά άστραψε στο μυαλό μου το πόσο, πράγματι, η δική μου γενιά είναι υπεύθυνη για την κατάντια πολλών από τους σημερινούς 35άρηδες και 40ρηδες.
Παιδιά εγώ δεν έχω -ευτυχώς ή δυστυχώς- αλλά έχω βάλει το χεράκι μου στη γενική προσπάθεια της γενιάς μου να δώσουν στα παιδιά τους ό,τι είναι δυνατό, και ακόμη περισσότερα και από όσα επέτρεπε η οικονομική τους δυνατότητα. Οι συνομήλικοί μου Ελληνες προσπάθησαν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους "σαν πριγκηπόπουλα", όπως παρατήρησε πικρόχολα ένας φίλος. Στρατιές ανθρώπων που σήμερα πλησιάζουν ή πέρασαν τα 40, νομίζουν ότι είναι αυτονόητο να τηλεφωνήσει ο μπαμπάς ή η μαμά, η θεία, ο θείος κι ο νονός στον τάδε ή το δείνα υπουργό, μεγαλοεπιχειρηματία, τραπεζίτη, δημοσιογράφο ή καναλάρχη, για να εξασφαλίσουν μια περίπου αργομισθία, ή μια επιδότηση από τα παχυλά κονδύλια της ΕΟΚ για νέους που πόζαραν σαν επιχειρηματίες ή αγρότες, κάθε φορά ανάλογα με τις περιστάσεις. Οι γονείς και οι συγγενείς τους έκαναν τα πάντα για να τους βεβαιώσουν πως δεν πρέπει να νοιάζονται για τίποτε. Τους εξασφάλισαν σπουδές πλουσιοπάροχες στην Ελλάδα ή το εξωτερικό -συχνά πουλώντας οικόπεδα και σπίτια στην επαρχία, ή παίρνοντας δάνεια- τους έδωσαν σπίτι για να μένουν, χαρτζηλίκι κανονικό, και βεβαίως αυτοκίνητο, συχνά πανάκριβο, για το οποίο μπορεί και να υποθήκευσαν το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο του παππού ή της γιαγιάς.
Η Φιλομήλα Τσουκαλά, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο της Georgetown, στην Ουάσιγκτον έγραψε στη New York Times τη δική της εκδοχή για την ολέθρια επιρροή της ελληνικής οικογένειας στις επόμενες γενιές. Μιλάει κυρίως για τα παιδιά που υποχρεώνονται να συνεχίζουν τις συχνά χωρίς προοπτική μίζερες, οικογενειακές δουλειές. Εγώ όμως αναφέρομαι στους χιλιάδες "πρίγκηπες" που πέσαν από το βάθρο τους, μια και η οικογένειά τους δεν μπορούσε πλέον να τους συντηρήσει όπως εκείνοι θεωρούσαν ότι έπρεπε -όπως, δηλαδή τους τάξανε. Και βέβαια οι νέοι αυτοί δεν διανοούνται ότι θα ήταν δυνατό να αναζητήσουν δουλειά κατώτερη των προσδοκιών τους- μόνο κάποια θέση γραφείου, από υποδιευθυντής και πάνω, όχι να παίρνουν εντολές από άλλους. Κι όταν πλέον έφτασαν στο απροχώρητο, χωρίς λεφτά και προοπτική, αγρίεψαν με το σύμπαν και γίναν φανατικοί εχθροί της κοινωνίας συλλήβδην. Μια γαλλική εφημερίδα υποστήριξε πως αυτά τα παιδιά είναι οι δήθεν "αναρχικοί" που τα σπάνε και πετάνε μολότωφ. Δεν ξέρω, αλλά δε θα με ξάφνιαζε.
Ανθρωποι που μεγάλωσαν χαϊδεμένοι, και πέρασαν τα τριάντα χωρίς ποτέ να υποχρεωθούν να δουλέψουν, και να δεχτούν από προϊσταμένους εντολές, ακόμα και παράλογες, γιατίπρέπει να εξασφαλίσουν το μεροκάματο, φοβάμαι πως σήμερα είναι καταδικασμένοι από χέρι. Και τους καταστρέψαμε εμείς, η προηγούμενη γενιά, που πιστεύαμε πως τα παιδιά τα δικά μας είναι ανώτερα και δεν θα πρέπει να αναγκαστούν να δουλέψουν σαν υδραυλικοί, ξυλουργοί, γκαρσόνια, νοσοκόμοι, οδοκαθαριστές. Επρεπε να πάνε με κάθε τρόπο στο πανεπιστήμιο, και μετά βλέπουμε. Ή να διοριστούν στη ΔΕΗ, στον ΟΤΕ, στην Εθνική Τράπεζα ή στο Δημόσιο. Αυτό ήταν το ιδανικό! Και ιδού τα αποτελέσματα.
Από την άλλη μεριά, οι φίλοι μου η Βίκι και ο Ντέιβιντ -που είναι από το Τέξας αλλά πάντα ψήφιζαν Δημοκρατικούς- αν και έχουν πάρα πολλά χρήματα, ποτέ δε διανοήθηκαν να χαρτζηλικώνουν τα παιδιά τους. Επειδή είχαν καλούς βαθμούς, τα βοήθησαν να πληρώσουν τα δίδακτρα για να πάνε σε καλά πανεπιστήμια, τελικά όμως τα παιδιά πήραν υποτροφία, και από τη στιγμή που αποφοίτησαν οι γονείς δεν πλήρωσαν ούτε δολλάριο γι’ αυτά. Κάποια στιγμή που η κόρη ξεκίνησε δική της επιχείρηση και δεν πήγε καλά, ούτε της πέρασε από το μυαλό να ζητήσει από τους γονείς της να πληρώσουν τη χασούρα. Κι ούτε οι γονείς θεώρησαν ότι έπρεπε να το κάνουν. Η κοπέλα πήγε στο δικαστήριο, κήρυξε πτώχευση, έχασε ολες τις πιστωτικές της κάρτες, και για τα επόμενα 2-3 χρόνια δούλεψε διπλές βάρδειες στο Starbacks –αν και είχε PHD— μέχρι που τελικά ξεχρέωσε. Αυτή είναι η συνήθεια στις ΗΠΑ αλλά και στην Αγγλία, όπως έχω διαπιστώσει.
Α, και να μην ξεχάσω: Ενα άλλο ολέθριο σφάλμα της δικής μου γενιάς, που μεγάλωσε την εποχή του Ψυχρού Πολέμου και έζησε την Απριλιανή Δικτατορία, είναι που θεωρεί περίπου ταμπού να κακολογίσει το ΚΚΕ και τους "αριστερούς"και αυτά τα πληρώνουμε τώρα!
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News