Παρά τις βιαιότητες, τους βανδαλισμούς και τα έκτροπα που παρατηρούνται στη διάρκεια των αντιμνημονειακών διαδηλώσεων, η συμμετοχή των πολιτών στις οργανωμένες διαμαρτυρίες είναι αναμφισβήτητα ισχνή. Δεν αποκλείεται όμως αύριο, μεθαύριο να δούμε πράματα και θάματα.
Υπάρχουν κάμποσοι λόγοι που ερμηνεύουν την παράδοξη αποχή κι απαντούν στο εύλογο ερώτημα «Γιατί δεν ξεσηκώνεται ο ελληνικός λαός; Ενώ υφίσταται τόσα δεινά». Ούτε ο φόβος ούτε ο καναπές είναι, νομίζω, επαρκής επιχειρηματολογία πια.
Πρώτον, ο πάνδημος ξεσηκωμός απαιτεί συνείδηση κοινής δυστυχίας, προϋποθέτει ένα αίσθημα «κοινών παθημάτων», το οποίο θα δημιουργούσε πνεύμα σύμπνοιας. Που όμως ελάχιστα υπάρχει — έως καθόλου. Η καχυποψία τού ενός για τον άλλον, ακόμα κι αν δεν ομολογείται, υποφώσκει διαβρωτική. Εκτράφηκε επί τριάντα χρόνια από τους πελατειακούς μηχανισμούς των κομμάτων εξουσίας, αλλά και την ακαμψία σύμπαντος του αντιπολιτευτικού λόγου. Ο ελληνικός λαός γαλουχήθηκε όχι με συλλογική ή εθνική συνείδηση, αλλά οπαδική. Και διαπαιδαγωγήθηκε από τους πολιτικούς του στη διάσπαση και τον κατακερματισμό• στην ιδιοτελή στάση, στον ατομισμό και στην ωφελιμιστική αντίληψη. Πώς να συν-αγωνιστούμε τώρα όλοι μαζί ; πώς να βρεθεί ένας κοινός τόπος με όσους κομματικούς πελάτες διορίστηκαν, ευνοήθηκαν και πασχίζουν να διατηρήσουν τα συντεχνιακά τους κεκτημένα;
Δεύτερον, ο αριστερός λόγος είναι απελπιστικά ανύπαρκτος. Ούτε το απολίθωμα της γλώσσας της κ. Παπαρρήγα πείθει (ίσα, ίσα το σοβιετικό μοντέλο που διαφαίνεται να προτείνει, προκαλεί ανατριχίλα). Ούτε ο αδιέξοδος λόγος τού κ. Τσίπρα μπορεί να αποτελέσει στήριγμα. Ενώ ο κ. Κουβέλης μοιάζει προς ώρας να πατάει σε δύο βάρκες: «και τούτο ποιείν, κακείνο μη αφιέναι». (Για τις ακραίες ιδεολογίες, ούτε λόγος).
Τρίτον, στην συντριπτική τους πλειονότητα οι πολίτες βρίσκονται ενεοί μπροστά στην κατάρρευση ενός σάπιου πολιτικού συστήματος. Γκρεμίζονται θεσμοί και πρόσωπα, πέφτουν οι τοίχοι, οι οροφές και τα φατνώματα, ξεθεμελιώνεται ο τρόπος της ζωής εκ βάθρων. Και πάνω σ’ αυτές τις σεισμικές αναταράξεις ο καθένας προσπαθεί να περισώσει κάτι και να διασωθεί, όχι πρωτίστως να «ξεσηκωθεί».
Τέλος, θαρρώ ότι περνάμε οι περισσότεροι μια φάση ενδοσκόπησης. Αναρωτιόμαστε τι έφταιξε. Και μοιραία αναζητάμε το ποσοστό της συμμετοχής μας–το ελαχιστότατο ή το μεγαλύτερο — στο γκρέμισμα της χώρας. Από το ’81 και μετά. Αδιαλείπτως: ρουσφέτια και κομπίνες και παραγοντισμός, άρνηση αξιολόγησης και χρόνιες καταλήψεις, σπαταλοδάνεια και ξιπασιά και ένοχα μέσα ενημέρωσης. Κι αυτή η ανίχνευση είναι σωτήρια και υγιής— αρκεί να μη ρίξουμε ξανά το φταίξιμο στους άλλους, κατά την πάγια συνήθειά μας.
Ιδού λοιπόν κάποιοι απ’ τους λόγους, για τους οποίους φαίνεται ότι λουφάζουμε. Όμως αυτό είναι κάτι άλλο, και δεν πρόκειται για τη συνηθισμένη «αδράνεια». Πάντως, κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει αύριο. Όταν αυτοί που άνισα πληρώνουν σήμερα το πάτερο (νέοι κυρίως και άνεργοι κάθε ηλικίας) φτάσουν στην απόγνωση. Τότε ο ξεσηκωμός μπορεί να είναι πάνδημος.
Και δεν θα χρειαστεί κανένα ζόρι απ’ την τρόικα. Μια χαρά φροντίζουνε γι’ αυτό τα κόμματα που εξακολουθούν ανερυθρίαστα να αυξάνουν τα κονδύλια για την πάρτη τους. Όχι το επαχθές μνημόνιο, αλλά η δική τους έλλειψη συνείδησης θα μας κατεβάσει πανδημεί στους δρόμους. Κάτι που έπρεπε όμως να είχε γίνει εδώ και χρόνια.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News