Στην Κένυα, αν δεν πας για μπίζνες, πας για σαφάρι. Κι αν δεν πας για σαφάρι, πηγαίνεις για να συναντήσεις τον Ελιουντ Κιπτσόγκε. Ακόμη και πριν «τρελάνει» την Υφήλιο με το εξωπραγματικό του ρεκόρ στον Μαραθώνιο, ο 35χρονος δρομέας μεγάλων αποστάσεων ήταν κάτι σαν αξιοθέατο για τη χώρα. Χιλιάδες άνθρωποι κάθε χρόνο, κυρίως εύποροι από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, τον επισκέπτονται για να τον γνωρίσουν. Για αντλήσουν σοφία από τη σοφία ενός γαλήνιου ασκητή του αθλητισμού. Και για να φωτογραφηθούν μαζί του.
Περιμένουν πως θα τον συναντήσουν σε κάποιο «παλάτι». Διότι σε αυτήν την πάμπτωχη χώρα, όποιος τρέχει γρήγορα έχει λύσει το οικονομικό του πρόβλημα. Το δικό του, αλλά και των απογόνων του. Για κάθε ένα από τα επτά χρυσά μετάλλια που έχει κερδίσει στο Λονδίνο (2015, 2016, 2018, 2019) και το Βερολίνο (2015, 2017, 2018), το έπαθλό του ήταν γύρω στα 150.000 δολάρια.
Τα έσοδά του από τα τρία Ολυμπιακά του μετάλλια, τους χορηγούς του και τα μπόνους για τις παγκόσμιες επιδόσεις του είναι άλλος λογαριασμός. Ο Κιπτσόγκε «δεν ξέρει τι έχει». Κι όμως, ζει ταπεινά όπως και πριν δοκιμάσει την τύχη του στα σπορ, στα 16 του.
Θα τον βρουν στο χωράφι με το καλαμπόκι και τις μπανάνες, ή στη φάρμα με τα γιδοπρόβατα, τα κουνέλια και τα κοτόπουλα. Εκτός αν είναι Κυριακή, που την περνάει στο ανακαινισμένο του πατρικό, στην πόλη Ελντορέτ, με τη σύζυγό του, Γκρέις, και τα τρία αγόρια τους. Ψιθυρίζεται πως τα περισσότερα από τα χρήματα που έχει βγάλει τρέχοντας, τα διέθεσε προς ανακούφιση των αναξιοπαθούντων συγγενών, φίλων και γειτόνων του. Επειδή δεν μπορούσε να κλείσει τα μάτια στην ανείπωτη φτώχεια που τον περιβάλλει. Ακόμη κι αν δεν είναι έτσι, το πιο διάσημο όνομα της 12ης Οκτωβρίου 2019 δεν ξεχωρίζει, στην καθημερινότητά του, από οποιονδήποτε άλλον Κενυάτη.
Ετρεχε από μικρός. Οχι για το μετάλλιο, αλλά για τη ζωή του. Εξι χιλιόμετρα πήγαιν’ – έλα στο σχολείο. Κι έπειτα στα χωράφια. Τον πατέρα του τον έχει δει μόνο σε φωτογραφίες. Η μητέρα του εργαζόταν, ως δασκάλα. Κι εκείνος με τα τρία του αδέλφια φρόντιζαν τη γη και τα ζώα της οικογένειας. Δεν θυμάται τον εαυτό του να παίζει σαν τα άλλα παιδιά. Ολη του η μέρα ήταν ένα διαρκές καθήκον. Ούτε που το φανταζόταν, ότι αυτός ο μικρός, καθημερινός «μαραθώνιος» θα προετοίμαζε το σώμα και την ψυχή του για τον μεγάλο. Τον λυτρωτικό.
Δεν συνέβη μόνο με τον Κιπτσόγκε. Η σαρωτική υπεροχή των Αφρικανών στους δρόμους αντοχής -λένε οι σχετικές έρευνες- δεν οφείλεται σε κάποιο γονίδιο, αλλά στον τρόπο ζωής τους. Περπατούν πολύ και τρέχουν από μικρή ηλικία, κι αυτό διαμορφώνει το σώμα τους και τους οπλίζει με αντοχές που δεν θα βρεις στους Ευρωπαίους, τους Αμερικανούς, ή τους Ασιάτες. Θρυλικούς δρομείς μεγάλων αποστάσεων έχει αναδείξει και η Αιθιοπία: από τον Αμπέμπε Μπικίλα και τον Μίρουτς Γίφτερ, μέχρι τον Χαϊλέ Γκεμπρεσελασιέ και τον Κενενίσα Μπεκέλε. Ο τελευταίος μη αφρικανός αθλητής που πέτυχε παγκόσμια επίδοση σε Μαραθώνιο (2.06′.05″) ήταν ο Βραζιλιάνος Ρονάλντο ντα Κόστα πριν από 21 ολόκληρα χρόνια.
Στην ανατολική Αφρική τα σπορ θεωρούνται ως η μόνη διέξοδος για μια καλύτερη ζωή. Ο Κιπτσόγκε είπε να δοκιμάσει την τύχη του στον αθλητισμό όταν ήταν 15 ετών. Αρχισε από τα στιπλ, πέρασε στα 5.000 μέτρα, έπειτα στα δέκα χιλιόμετρα και, στο τέλος, στον Μαραθώνιο. Είχε την τύχη να συναντήσει, στα 16 του, έναν εξαιρετικό προπονητή, τον πρώην Ολυμπιονίκη των στιπλ Πάτρικ Σανγκ, που τον καθοδηγεί ακόμη και σήμερα. Τα πρώτα μετάλλια δεν άργησαν να έρθουν. Μετά το «χρυσό» στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο ντε Τζανέιρο (στον Μαραθώνιο με 2.08′.44″), όλος ο κόσμος έμαθε το όνομά του. Ακόμη περισσότερο το 2018, όταν τερμάτισε στο Βερολίνο σε 2 ώρες, 1 λεπτό και 39 δευτερόλεπτα, που αναγνωρίζεται και σήμερα ως η καλύτερη επίδοση όλων των εποχών.
Η ιδέα να γίνει ο πρώτος άνθρωπος που θα τρέξει έναν Μαραθώνιο σε λιγότερο από δύο ώρες, τριγύριζε στο μυαλό του Κιπτσόγκε εδώ και τρία χρόνια. Επειτα από μια αποτυχημένη προσπάθεια, στην πίστα της Μόντσα, ο Κιπτσόγκε ξύπνησε στις 04:50 τα ξημερώματα του Σαββάτου (ώρα Βιέννης), προετοιμάστηκε, και στις 08:30 άρχισε να τρέχει. Μία ώρα, 59 λεπτά και 40 δευτερόλεπτα αργότερα, ήταν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του Κόσμου: «Νοιώθω σαν να πήγα στο φεγγάρι και να γύρισα». Είχε κερδίσει το στοίχημα της ζωής του, και μια θέση στο Πάνθεον των σπορ.
Στις 5 Αυγούστου 1984, στους Ολυμπιακούς του Λος Αντζελες, η Γκαμπριέλα Αντερσεν από την Ελβετία είχε συγκλονίσει τον Κόσμο, προσπαθώντας να διανύσει τα 400 τελευταία μέτρα του Μαραθωνίου και να φτάσει στον τερματισμό, εξουθενωμένη και αφυδατωμένη. Τα κατάφερε, χαρίζοντάς μας τα έξι πιο συγκλονιστικά λεπτά στα χρονικά των Αγώνων. Ακριβώς τρεις μήνες μετά, στις 5 Νοεμβρίου 1984, γεννήθηκε ο άνθρωπος που βάλθηκε να αποδείξει ότι τα όρια του καθενός βρίσκονται στο μυαλό και την ψυχή του: ο Ελιουντ Κιπτσόγκε.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News