Το ΔΝΤ προειδοποιεί τον Τραμπ να μην οδηγήσει σε «εμπορικούς πολέμους»
Το ΔΝΤ εξέδωσε την επικαιροποιημένη έκθεσή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας τη Δευτέρα, 16 Ιανουαρίου επίσημη αργία για τις ΗΠΑ, στη μνήμη του αγωνιστή για τα πολιτικά δικαιώματα Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Ηταν μία έκθεση με συγκρατημένη αισιοδοξία για την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας και εκτιμήσεις για την Ευρωζώνη και τις εμπορικές σχέσεις κρατών. Πάνω απ’ όλα ήταν μία ευγενική προειδοποίηση στον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος -καθόλου τυχαία- αναλαμβάνει την προεδρία των ΗΠΑ την Παρασκευή, 20 Ιανουαρίου.
Φαίνεται ότι οι εξαγγελίες του εκλεγμένου προέδρου για φοροελαφρύνσεις και κρατικές επενδύσεις γίνονται δεκτές με μετρημένη αισιοδοξία και επιφύλαξη από τους οικονομολόγους του Ταμείου, βασικός μέτοχος του οποίου είναι οι ΗΠΑ. Αυτό που τους προβληματίζει είναι οι δεσμεύσεις του Τραμπ για περιορισμό του ελεύθερου εμπορίου και για επιβολή δασμών σε εισαγωγές.
Τα καλά νέα είναι ότι το Ταμείο προβλέπει ότι η αμερικανική οικονομία την πρώτη διετία της διακυβέρνησης Τραμπ θα ξεπεράσει τις έως τώρα προσδοκίες κατά 0,5 μονάδες συνολικά – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα ικανοποιηθούν οι φιλόδοξες δεσμεύσεις του αμερικανού μεγιστάνα. Εδικότερα, στην έκθεση προβλέπει ότι οι ΗΠΑ θα σημειώσουν ανάπτυξη της τάξης του 2,3% το 2017 και 2,5% το 2018, σαφώς καλύτερα από την ευρωζώνη, όπου η ανάπτυξη αναμένεται να ανέλθει σε 1,6% και τις δύο χρονιές.
Αλλά οι προεκλογικές απειλές του Τραμπ για την επιβολή μεγάλων δασμών στα κινεζικά προϊόντα ή για τη ριζική αναθεώρηση της συνθήκης ελεύθερου εμπορίου στη Βόρεια Αμερική ενέχουν κινδύνους. Μάλιστα, όπως επεσήμανε κατά την παρουσίαση της έκθεσης ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ταμείου, Μορίς Ομπστφελντ, το ΔΝΤ δεν ενσωμάτωσε στο βασικό σενάριό του εμπορικούς κινδύνους, καθώς «όλοι καταλαβαίνουν ότι η επιβολή σκληρών δασμών δεν θα φέρει τίποτε άλλο παρά αντίμετρα και πιθανούς «εμπορικούς πολέμους», όπως είπε.
Αλλά «εμπορικοί πόλεμοι» μπορεί να προκύψουν κι εμμέσως, λόγω της δαπανηρής δημοσιονομικής πολιτικής του Τραμπ. Αυτή η πολιτική μπορεί να οδηγήσει σε απότομη αύξηση του πληθωρισμού, το οποίο με τη σειρά του θα προκαλέσει αυξήσεις των επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Federal Reserve) και συνεπώς ανατίμηση του δολαρίου. Η ενίσχυση του δολαρίου θα καταστήσει πιο ακριβές τις αμερικανικές εξαγωγές και φθηνότερα τα προϊόντα που εισάγονται από το εξωτερικό, εγείροντας πολιτικές πιέσεις στην Ουάσιγκτον για προστατευτικές πολιτικές οι οποίες φυσικά θα οδηγήσουν σε «αντίμετρα» από άλλες οικονομίες. «Σε αυτήν την περίπτωση, όλοι βγαίνουν χαμένοι», είπε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ.
Πάντως, σε παγκόσμιο επίπεδο, οι κίνδυνοι δεν προέρχονται μόνο από τυχόν αλλαγές στο διεθνές εμπόριο αλλά και από τον τρόπο που αντιμετωπίζεται η μετανάστευση, τα υψηλά επίπεδα δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, την κλιματική αλλαγή -η οποία επηρεάζει ιδιαίτερα τις χαμηλού εισοδήματος χώρες και ευρύτερα την επίμονη αργή ανάπτυξη και τις αποπληθωριστικές πιέσεις σε μια σειρά από προηγμένες χώρες.
«Στην Ευρώπη, τόσο οι όροι εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ όσο και το πλήθος εθνικών εκλογικών αναμετρήσεων, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αρνητικές οικονομικές επιπτώσεις, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα», είπε ο κ. Ομπσφελντ.
Οπως ανέφερε σε χώρες όπως οι ΗΠΑ η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να επικεντρωθεί στην αύξηση της δυνητικής παραγωγής μέσω επενδύσεων σε υποδομές, καθώς και σε μια φορολογική μεταρρύθμιση που θα κατανέμει δίκαια τα βάρη και όχι στη βραχυπρόθεσμη υποστήριξη της ζήτησης. Καταλήγοντας ο οικονομολόγος επικαλέστηκε τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ λέγοντας πως «η αειφόρος ανάπτυξη θα πρέπει να είναι μια ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News