Οικονομική διέξοδο αναζητά μερίδα γιατρών του ΕΣΥ στον… εν υπνώσει νόμο που ψηφίστηκε από την προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου Υγείας και αναμενόταν να ανάψει το πράσινο φως για ιδιωτικό έργο στους δημοσίους λειτουργούς του Ιπποκράτη. Μάλιστα, το τελευταίο διάστημα οι διοικήσεις των νοσηλευτικών ιδρυμάτων της Αττικής λαμβάνουν υπογεγραμμένα αιτήματα από γιατρούς που ζητούν εγγράφως να κάνουν χρήση του νομικού τους δικαιώματος.
Κάνοντας μια αναδρομή στον περασμένο Δεκέμβριο, ο συγκεκριμένος νόμος –που φέρει υπογραφή της πρώην αναπληρώτριας υπουργού Υγείας, Μίνας Γκάγκα– ψηφίστηκε εν μέσω αντιδράσεων, καθώς ομολογουμένως έφερνε τα πάνω κάτω στις εργασιακές σχέσεις των γιατρών του ΕΣΥ.
Πιο συγκεκριμένα, το άρθρο 10 του ν. 4999/2022 προβλέπει ότι «κατ’ εξαίρεση, δεν συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα για τους ιατρούς του ΕΣΥ που υπηρετούν σε νοσοκομεία του ΕΣΥ η λειτουργία ιδιωτικού ιατρείου ή η παροχή ιατρικών υπηρεσιών με οποιαδήποτε σχέση, συμπεριλαμβανόμενης και αυτής του συμβούλου, σε ιδιωτική κλινική ή ιδιωτικό διαγνωστικό ή θεραπευτικό εργαστήριο και γενικότερα σε κάθε είδους ιδιωτικές επιχειρήσεις που παρέχουν ή καλύπτουν υπηρεσίες υγείας, έως δύο (2) φορές την εβδομάδα, μετά από άδεια του διοικητή ή του προέδρου του νοσοκομείου, κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου ιατρού».
Ο νομοθέτης, εντούτοις, δεν παρέλειψε να ορίσει και ασφαλιστική δικλείδα για την εύρυθμη λειτουργία των κλινικών των δημοσίων νοσοκομείων, θέτοντας ως βασική προϋπόθεση οι γιατροί (εφόσον το επιθυμούν) να ασκούν ιδιωτικό έργο πέραν του τακτικού ωραρίου λειτουργίας του νοσοκομείου, αλλά και να είναι συνεπείς στο εφημεριακό τους έργο. Επίσης, κρίθηκε απαραίτητη η συμμετοχή τους στην ολοήμερη λειτουργία του ΕΣΥ – δηλαδή τα απογευματινά ιατρεία ή χειρουργεία (εάν και εφόσον τεθούν σε λειτουργία).
Επειτα, όμως, από δέκα μήνες εκκρεμούν ακόμη εκείνες οι υπουργικές αποφάσεις που θα ενεργοποιήσουν το επίμαχο άρθρο 10. Αρκετοί γιατροί του ΕΣΥ που θέλουν να αξιοποιήσουν τη δυνατότητα άσκησης ιδιωτικού έργου θέτουν εκ νέου το ζήτημα στο τραπέζι, υπογραμμίζοντας πως εξαιτίας των καθυστερήσεων έχουν υποστεί οικονομική ζημία.
«Η τυχόν αργοπορία έκδοσης της σχετικής απόφασης του υπουργού Υγείας περί καθορισμού ειδικότερα του είδους, της έκτασης, των όρων και προϋποθέσεων εφαρμογής της σχετική διάταξης, δεν μπορεί να οδηγεί σε μη εφαρμογή της σχετικής νομοθετικής προβλέψεως και αποστέρησής μου από τα δια του ως άνω νόμου κατοχυρωμένα επαγγελματικά μου δικαιώματα και την εντεύθεν πρόκληση οικονομικής ζημίας, δια της αποστέρησης των νόμιμων εσόδων από τη λειτουργία ιδιωτικού ιατρείου ή την παροχή ιατρικών υπηρεσιών με οποιαδήποτε σχέση, συμπεριλαμβανόμενης και αυτής του συμβούλου σε ιδιωτική κλινική ή ιδιωτικό διαγνωστικό ή θεραπευτικό εργαστήριο και γενικότερα σε κάθε είδους ιδιωτικές επιχειρήσεις που παρέχουν ή καλύπτουν υπηρεσίες υγείας, έως δύο (2) φορές την εβδομάδα», αναφέρεται μεταξύ άλλων στην επιστολή ενημέρωσης – αίτημα που καταθέτουν στις διοικήσεις όπου υπηρετούν.
Και αιτούνται: «Την αποδοχή της παρούσης αιτήσεώς μου και την παροχή σε εμένα της εκ του νόμου προβλεπόμενης άδειας για τη λειτουργία ιδιωτικού ιατρείου ή την παροχή ιατρικών υπηρεσιών με οποιαδήποτε σχέση, άλλως την άμεση και αιτιολογημένη έγγραφη απάντησή σας επί της παρούσης αιτήσεως μου, ώστε να προβώ στην άσκηση των νόμιμων δικαιωμάτων μου».
Σύμφωνα, μάλιστα, με πληροφορίες, τα σχετικά αυτά αιτήματα είναι δεκάδες, με αρκετούς γιατρούς να «συμμαχούν» για την ενεργοποίηση του νόμου. Επιμένουν, δε, πως οι συνθήκες εργασίας αλλά και οι χαμηλές αμοιβές θα τους αναγκάσουν να αποχωρήσουν από το ΕΣΥ, εφόσον δεν δοθούν κίνητρα.
Στον πάγο λόγω αντιδράσεων
Στις προθέσεις του υπουργείου Υγείας όταν κατέθεσε το σχετικό νομοσχέδιο ήταν να κάνει το ΕΣΥ πιο ελκυστικό για τους γιατρούς, καθώς ήδη βρισκόταν σε εξέλιξη ένα κύμα δυσαρέσκειας και παραιτήσεων υγειονομικών. Εξ ου και είχε τη στήριξη μιας μερίδας νοσοκομειακών γιατρών, οι οποίοι έκαναν λόγο για αποκατάσταση μιας αδικίας, δεδομένου ότι έως και σήμερα στερούνται τα προνόμια των πανεπιστημιακών και στρατιωτικών συναδέλφων τους.
Δεν είχαν όμως (ούτε έχουν) όλοι την ίδια γνώμη. Οι συνδικαλιστές των νοσοκομειακών γιατρών εξέφρασαν εξαρχής φόβους πως οι ασθενείς θα οδηγούνταν κατ’ ανάγκη στον ιδιωτικό τομέα. Οι ιδιώτες, πάλι, γιατροί έκαναν λόγο για τη δημιουργία συνθηκών αθέμιτου ανταγωνισμού.
Κάπως έτσι, έως και σήμερα η ηγεσία του υπουργείου Υγείας δείχνει να «μετράει» τα υπέρ και τα κατά, κερδίζοντας παράλληλα χρόνο. Γνωρίζει άλλωστε καλά ότι για ορισμένους γιατρούς το άρθρο 10 ισοδυναμεί με κίνητρα και ευκαιρίες, που συνεπακόλουθα θα μετριάσουν την τάση των παραιτήσεων από το ΕΣΥ, για άλλους εντούτοις αποτελεί «casus belli», με αποτέλεσμα να εγκυμονεί ο κίνδυνος πυροδότησης του ούτως ή άλλως εύθραυστου κλίματος, σε μια περίοδο δρομολογούμενων μεταρρυθμίσεων.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News