Στον εισαγγελέα Ηρακλείου οδηγούνται οι έξι συλληφθέντες -πέντε Κρητικοί και ένας από τη Χαλκίδα- για τη μεγάλη υπόθεση αρχαιοκαπηλίας που ήρθε στο φως έπειτα από μία ακόμη επιχείρηση της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος (ελληνικό FBI), με τη συνδρομή αστυνομικών υπηρεσιών της Κρήτης (Τμήμα Οργανωμένου, ΕΚΑΜ, ΟΠΚΕ κ.α.).
Ανάμεσά τους, διευθυντικό στέλεχος δημόσιας υπηρεσίας -ευρέως γνωστό στην κοινωνία του Ηρακλείου.
Τα μέλη του κυκλώματος αρχαιοκαπήλων είχαν στήσει… «εκθετήριο» των αρχαιοτήτων που είχαν στην κατοχή τους (κυκλαδίτικα εδώλια, κεφαλή από άγαλμα κ.α.) σε οικία στο χωριό Ατσιπάδες Μονοφατσίου. Οπως εκτιμάται, πρόκειται για μεγάλης αξίας αντικείμενα, εν αναμονή του πορίσματος της σχετικής πραγματογνωμοσύνης.
«Πρόκειται για πανάκριβα κυκλαδίτικα εδώλια, μία κεφαλή από άγαλμα και άλλα. Πολύ σημαντικά ευρήματα μεγάλης αξίας», δήλωσε ο ιδιωτικός ερευνητής, Γιώργος Τσούκαλης, που συνέδραμε τις έρευνες σε επίπεδο πληροφοριών.
Εκτός από το διευθυντικό στέλεχος που συνελήφθη στο Ηράκλειο, συνελήφθη και ο ιδιοκτήτης του σπιτιού στις Ατσιπάδες, δύο ακόμα Κρητικοί από χωριά του Δήμου Γόρτυνας και ένας Κρητικός από την περιοχή του Αμαρίου Ρεθύμνου. Οπως προαναφέρθηκε, ο έκτος συλληφθείς είναι από τη Χαλκίδα.
Στην κατοχή ενός εκ των συλληφθέντων βρέθηκε όπλο, το οποίο και κατασχέθηκε.
Ακολουθεί η σχετική ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ:
Από τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, συνελήφθησαν χθες, Τετάρτη 23 Απριλίου 2025, σε περιοχή της Κρήτης, συνολικά -6- άτομα, τα οποία κατηγορούνται για την εμπλοκή τους σε υπόθεση αρχαιοκαπηλίας.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε δικογραφία για –κατά περίπτωση-, εγκληματική οργάνωση και παραβάσεις των νομοθεσιών για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς, την υποχρέωση δήλωσης των ανιχνευτών μετάλλων ή άλλων οργάνων διασκόπησης, καθώς και για τα όπλα και ναρκωτικά.
Προηγήθηκε κατάλληλη αξιοποίηση πληροφοριακών στοιχείων, ενώ από την έρευνα της Υποδιεύθυνσης Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών, προέκυψε ότι οι ανωτέρω -έχοντας διαρκή δράση- κατείχαν αρχαιότητες και παράλληλα δραστηριοποιούνταν στην αναζήτηση αγοραστών, με σκοπό την μεταπώλησή τους.
Επιπλέον, διαπιστώθηκε και ο ρόλος κάθε μέλους της οργάνωσης και συγκεκριμένα:
μέλος της οργάνωσης διεύθυνε τα υπόλοιπα μέλη, τα οποία λειτουργούσαν υπό τις οδηγίες του,
ορισμένα μέλη είχαν –κατά περίπτωση- το ρόλο του πωλητή και του παρέχοντος τον χώρο φύλαξης των αρχαιοτήτων,
έτερο μέλος λειτουργούσε ως μεσάζων αναζητώντας υποψήφιους αγοραστές, ενώ
το έκτο μέλος είχε αναλάβει τη μεταφορά των αρχαιοτήτων προς τα σημεία συνάντησης με τους υποψήφιους αγοραστές.
Η σύλληψή τους πραγματοποιήθηκε με τη συνδρομή αστυνομικών του Τμήματος Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος Κρήτης, στο πλαίσιο ειδικής συγκεκαλυμμένης επιχειρησιακής δράσης, όπου οι ανωτέρω προσπάθησαν να πουλήσουν σε προγραμματισμένη συνάντηση, τουλάχιστον -46- αρχαιότητες.
Σε σωματικές έρευνες, καθώς και έρευνες σε οικίες που πραγματοποιήθηκαν, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
-15- λυχνάρια,
-17- διάφορα ειδώλια και τμήματα αυτών,
-3- διάφορα αγγεία και τμήματα αυτών,
πιθάρι, μεταλλικός διπλός πέλεκυς και μεταλλικό κοχλιάριο (κουταλάκι),
εικόνα Παναγίας Βρεφοκρατούσας,
-5- διάφορα λίθινα και αποτμήματα αυτών,
μαρμάρινη παιδική κεφαλή,
-3- οχήματα ως μέσα μεταφοράς προς πώληση αρχαιοτήτων,
-1- πιστόλι με γεμιστήρα και -1- μη λειτουργικό περίστροφο,
-17- φυσίγγια και -95- αβολίδωτα φυσίγγια,
συσκευασία με ακατέργαστη κάνναβη μεικτού βάρους -14- γραμμάριων,
-2- ζεύγη βέργες ραβδοσκοπίας και -1- σύστημα ραβδοσκοπίας,
-6- κινητά τηλέφωνα, -2- καταγραφικά, μηχάνημα σκάνερ και
-3.030- ευρώ.
Παράλληλα, στο πλαίσιο των ερευνών, με τη συνδρομή της Υποδιεύθυνσης Δίωξης και Εξιχνίασης Εγκλημάτων Ρόδου, σχηματίστηκε ξεχωριστή δικογραφία και σε βάρος ατόμου, καθώς στην οικία του βρέθηκε και κατασχέθηκε περίστροφο.
Η αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων, εξέτασε τις αρχαιότητες που κατασχέθηκαν, για την πλειοψηφία των οποίων, γνωμάτευσε ότι εμπίπτουν στη νομοθεσία για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Οι συλληφθέντες οδηγούνται στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή.