Δεν έχει τέλος το μπαράζ αποκαλύψεων για όσα φρικαλέα και αδιανόητα αρρωστημένα βίωναν στο σπίτι του τρόμου τα ανήλικα παιδιά του αστυνομικού-τέρατος της Βουλής και της συζύγου του –επίσης αστυνομικού–, θύματα άγριας και συστηματικής σεξουαλικής κακοποίησης από αμφότερους τους γονείς τους.
Οι έρευνες των Αρχών για την υπόθεση συνεχίζονται και σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, έπειτα από σχετική δικαστική εντολή, έγινε έφοδος στο σπίτι της οικογένειας και κατασχέθηκαν τα κινητά τηλέφωνα της μητέρας, ενώ αναζητείται μία ακόμη παλιά συσκευή κινητού τηλεφώνου όπου σύμφωνα με τις καταθέσεις των τριών ανήλικων κοριτσιών, υπάρχουν βίντεο που τραβούσε ο πατέρας τους.
Αφαντο παραμένει το λάπτοπ και το δεύτερο κινητό που είχε στην κατοχή του ο 45χρονος αστυνομικός, για τα οποία φέρεται να έδωσε ο ίδιος εντολή στον 14χρονο γιο του να τα εξαφανίσει.
Για τον λόγο αυτόν, ο δικηγόρος της 35χρονης μητέρας κατέθεσε αίτημα διενέργειας έρευνας στα σπίτια και τα αυτοκίνητα συγγενικών προσώπων του 45χρονου.
Ολα τα αδέλφια βρίσκονται προσώρας στο «Παίδων Πεντέλης», δεδομένου ότι στο κάδρο της υπόθεσης μπαίνουν σταδιακά και άλλοι συγγενείς του ζευγαριού. Χαρακτηριστική η αναφορά ενός από τα κορίτσια της οικογένειας στην κατάθεσή της ότι ο πατέρας της τη χτυπούσε μπροστά στον παππού και ότι «ο παππούς ξέρει»…
Την Πέμπτη τα δύο μεγαλύτερα επιχείρησαν να φύγουν από το νοσοκομείο και τα πρόλαβε την τελευταία στιγμή ο φύλακας, ενώ σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Mega, το ίδιο πήγε να κάνει και το μόλις δύο ετών αδελφάκι τους, και μάλιστα βγαίνοντας από το παράθυρο!
Στο φως της δημοσιότητας ήρθαν από το Μega όσα έγραφε το 2022 σε έκθεσή της στο σχολείο η 12χρονη κόρη για την απόπειρα αυτοκτονίας του 14χρονου αδελφού της:
«Παρακολουθούσε ο αδελφός μου τηλεόραση, του είπε ο μπαμπάς να την κλείσει και αυτός δεν ήθελε. Ο πατέρας μου επέμενε και ο αδελφός μου πήδηξε από το παράθυρο. Μετά εμάς μας πήγαν στο σπίτι μιας θείας μου και τον αδελφό μου τον πήγαν στο νοσοκομείο».
«Ο μπαμπάς –περιγράφει στην κατάθεσή της το κοριτσάκι– είχε μια μαύρη κάμερα που έβαζε πάνω σε ένα τρίποδο. Είχε μια ζώνη και ένα γκλοπ. Με αυτά τα δύο μας τα έκανε όλα. Ισως, αν τα έψαχναν οι αστυνομικοί, θα μπορούσαν να βρουν κάτι πάνω σε αυτά, δεν ξέρω.
»Τώρα τον Νοέμβρη, ο μπαμπάς ασχολούνταν πιο πολύ με τη μικρή αδελφή μας, που είναι 9 χρόνων. Μια φορά που μας είχε χτυπήσει ο μπαμπάς, ο παππούς ήταν μπροστά και το είδε. Ξέρω ότι τώρα που η μαμά θα είναι με τον παππού και τη γιαγιά, θα είναι διαφορετικά και εμείς δεν θα πονάμε και δεν θα φοβόμαστε πια. Δεν θα φοβάμαι μη φάω ξύλο και δεν θα κρύβω τα διαγωνίσματα και τις φίλες μου».
«Θέλω να μένει μαζί μας ο αδελφός μας, αλλά να μη μας χτυπάει και να μη βρίζει συνέχεια», λέει για τον 14χρονο που, όπως αποκαλύφθηκε, είχε ξυλοκοπήσει τον περασμένο Νοέμβριο τη μητέρα του, η οποία μάλιστα –πάντα κατά το ρεπορτάζ– έκανε χρήση του panic button, με αποτέλεσμα ο γιος της να συλληφθεί και να κρατηθεί στο πλαίσιο του αυτοφώρου, αφού η ενδοοικογενειακή βία αποτελεί αυτεπάγγελτα διωκόμενο αδίκημα, οπότε δεν χρειάζεται να γίνει μήνυση.
Και τα τρία κορίτσια της οικογένειας, ηλικίας 13, 12 και 9 ετών, μιλούν για συστηματικές κακοποιήσεις από τον πατέρα τους, εν γνώσει και πολλές φορές με τη συμμετοχή της μητέρας τους!
«Οταν είχαμε πάει στο άλλο μας σπίτι στο χωριό, ο πατέρας μου μας έλεγε να κυκλοφορούμε γυμνοί στο σπίτι. Μας ανάγκαζε να κυκλοφορούμε χωρίς ρούχα στο σαλόνι. Ηταν πολύ βίαιος, φώναζε και μας χτυπούσε με τη μεταλλική του ράβδο», ανέφερε η 9χρονη.
Στον αντίποδα, ο 14χρονος γιος του ζευγαριού εξακολουθεί να στηρίζει τον πατέρα του. Κατηγορεί τη μητέρα του για την τροπή που πήραν τα πράγματα και φέρεται να διαψεύδει τις περιγραφές, που έχουν δώσει οι ανήλικες αδελφές του.
Στη δημοσιότητα ήρθε διάλογος-σοκ της μητέρας με τον γιο της, όπου μετά τα όσα η ίδια έχει βιώσει και έχει καταγγείλει ότι υπέμενε στα χέρια του συζύγου, δηλώνει ότι τον αγαπάει ακόμα (!) και ότι του έδωσε μία ακόμη ευκαιρία!
14χρονος: Γιατί έκανες μήνυση στον μπαμπά; Τι σου έκανε; Θέλω να μείνω στο σπίτι μου. Αν δεν θέλεις τον μπαμπά, να φύγει ο μπαμπάς.
Μητέρα: Ξέρεις τι έχει γίνει.
14χρονος: Τι έγινε; Δεν ξέρω.
Μητέρα: Βαρέθηκα να ακούω να μας βρίζει.
14χρονος: Αυτά ο μπαμπάς τα λέει για πλάκα και σπάνια.
Μητέρα: Οι φάπες; Οι κλωτσιές; Οι μπουνιές; Για πλάκα είναι;
14χρονος: Αυτά πού τα θυμήθηκες και τα λες; Δεν θυμάμαι κάτι. Αυτά στον ύπνο σου τα είδες.
Μητέρα: Τα θυμάμαι εγώ.
14χρονος: Θα έπρεπε να τον έχεις χωρίσει.
Μητέρα: Τον αγαπάω τον μπαμπά σου και του έδωσα μια ευκαιρία.
14χρονος: Αυτός σου έδωσε ευκαιρία. Θέλεις να μας αφήσεις χωρίς πατέρα και να τον βάλεις φυλακή. Να έπαιρνες διαζύγιο.
Η μεγαλύτερη από τις τρεις ανήλικες αδελφές, ηλικίας 13 ετών, υποστηρίζει ότι η μητέρα της γνώριζε τα πάντα. Οπως λέει, ο αδελφός της έτρεμε τον πατέρα τους που κακοποιούσε την ίδια και τα αδέλφια της σεξουαλικά επί σειρά ετών, όταν ακόμη φοιτούσαν στο Δημοτικό.
«Δεν μπορούσαμε να τα πούμε και σε κάποιον. Φοβόμασταν. Πέρυσι εγώ είχα πάει στον ψυχολόγο του σχολείου, αλλά δεν είπα κάτι γιατί φοβόμουν μην το πει στον μπαμπά και γίνει μετά χαμός. Γιατί η αδελφή μου είχε μιλήσει στις φίλες της στο Δημοτικό, εκείνες το είπαν στις δασκάλες και οι δασκάλες στους γονείς μας και ο πατέρας μας τη χτύπησε. Κι εμένα με έχει χτυπήσει ο μπαμπάς», αναφέρει η 13χρονη.
Οσο για τον ρόλο της μητέρας της, η κατάθεσή της δεν αφήνει και πολλά περιθώρια ερμηνειών:
«Τότε ήμασταν όλοι, ο μπαμπάς, τα αδέλφια μου κι εγώ, εκτός από τη μαμά. Κάποιες φορές έπαιρναν και τον αδελφό μας στην κρεβατοκάμαρα. Η μαμά τα γνώριζε αυτά. Τα συζητάγαμε κι όλοι μαζί και δεν ήθελε καθόλου».
Για συστηματική κακοποίηση από τον πατέρα της, μιλάει και η 12χρονη αδελφή της. Οπως περιγράφει, ο κατηγορούμενος αστυνομικός γινόταν βίαιος μετά από ζημιές και ατυχήματα στο σπίτι, όπως επίσης και μετά τις απαντήσεις που του έδιναν οι κόρες του, για τις σχέσεις τους με αγόρια του σχολείου τους:
«Μας κλωτσούσε, μας τραβούσε από τα μαλλιά. Πήγαινε στη δουλειά και όπως πάντα, μετά, όταν γύριζε, ήταν σαν να μην είχε γίνει τίποτα (…) Δεν θυμάμαι ποια ήταν η πρώτη φορά. Θυμάμαι αυτό που γινόταν καθημερινά. Εμένα ξεκίνησε να με κακοποιεί από τη Β’ Δημοτικού, Α’ Δημοτικού κάπου εκεί. Μας έπαιρνε στην κρεβατοκάμαρα. Ηταν και οι άλλοι στο σπίτι, στα δωμάτιά τους, όταν το έκανε αυτό. Πολλές φορές μας χτυπούσε με γκλομπ».
Αντίστοιχα και η 9χρονη αναφέρει:
«Ο μπαμπάς μου τα έκανε όλα αυτά από τότε που ήμουν 7 ετών. Ηταν βίαιος, με τραβούσε και με ανάγκαζε να κάνω πράγματα που δεν έπρεπε. Ολα αυτά γίνονταν στο σπίτι μας. Μια φορά ο μπαμπάς με είχε στο σαλόνι και η μαμά ήταν στο δωμάτιό της, δεν ήταν μπροστά, κοιμόταν. Συνήθως, κοιμούνταν και τα αδέλφια μου στα μέσα δωμάτια, τότε έμενα μόνη μαζί του».
Οπως πρόδηλα προκύπτει από τις καταθέσεις των παιδιών, η μητέρα τους γνώριζε τα πάντα, ενώ και από τη δική της κατάθεση προκύπτουν πράξεις κακουργηματικού χαρακτήρα που έχει τελέσει η ίδια, συμμετέχοντας στη συστηματική σεξουαλική τους κακοποίηση.
Στα αποσπάσματα των ανατριχιαστικών περιγραφών της που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας, φέρεται να δηλώνει:
«Ο 45χρονος με ανάγκαζε με τη χρήση σωματικής βίας και με απειλές να ασελγήσω αρχικά σε βάρος του γιου μας όταν ήταν 6 ετών. Εγώ (…) και εκείνος μας παρακολουθούσε. Εγώ από τον φόβο και με το ξύλο που μου έδινε, αναγκαζόμουν να τον υπακούσω και να το κάνω.
»Στις αρχές οι πράξεις αφορούσαν μόνο τον γιο μας. Μου ζητούσε δηλαδή να κάνω κάποια πράγματα σε αυτόν (…) Οταν μου το είπε πρώτη φορά, εγώ έμεινα να τον κοιτάζω αποσβολωμένη. Ομως δεν είχα περιθώριο επιλογής. Με είχε εκφοβίσει και με απειλούσε κάθε φορά ότι αν δεν το κάνω, θα κάνει όλα αυτά τα βασανιστήρια σε βάρος μου. Αναγκαζόμουν να υποκύπτω. Ηταν το μαρτύριό μου. Στην αρχή γινόταν μια φορά στους τρεις μήνες ή στους πέντε μήνες. Επειδή μετά με έβλεπε να κλαίω, γιατί σιχαινόμουν τον εαυτό μου, μου έλεγε “αφού δεν σου αρέσει, δεν θα ξαναγίνει”. Αλλά με ανάγκαζε να το ξανακάνω.
»Με ανάγκαζε να κάνω ασελγείς πράξεις πέραν του γιου μου και στις κόρες μου. Είχαμε και βοηθήματα, τα οποία τα πετάξαμε όταν η 12χρονη κόρη μας, όταν πήγαινε Δημοτικό, ανέφερε στη δασκάλα της ότι είχε φάει ξύλο με γκλοπ. Τότε με κάλεσαν στο σχολείο να με ρωτήσουν τι συμβαίνει κι εγώ είπα ψέματα. Τότε πετάξαμε και τα βοηθήματα».
Η 35χρονη υποστήριξε ότι στους περισσότερους βιασμούς των παιδιών της εκείνη έλειπε από το σπίτι. Παραδέχεται όμως πως είχε επίγνωση και του τι έκανε ο 45χρονος στα παιδιά και πως συμμετείχε ενίοτε και εκείνη.
«Αυτός έπαιρνε τα κορίτσια είτε όταν εγώ ήμουν μπροστά είτε όχι και… (…). Με ανάγκαζε και εμένα με απειλές να ασελγώ και να τις βιάζω», επιμένει στην κατάθεσή της και υποστηρίζει:
«Ολον αυτό τον καιρό συζητούσα συνεχώς με τις κόρες μου για το τι μπορούμε να κάνουμε για να ξεφύγουμε από όλη αυτή την αρρωστημένη κατάσταση. Τα κορίτσια με παρακαλούσαν να φύγουμε».
Κατά δήλωσή της, πριν από έναν χρόνο κατά τη νοσηλεία της στο ψυχιατρείο μίλησε στους γιατρούς για τη βία που της ασκούσε ο σύζυγός της. Για τα βασανιστήρια των παιδιών όμως δεν είπε λέξη γιατί… ντρεπόταν:
«Στους γιατρούς δεν ανέφερα τα υπόλοιπα που συνέβαιναν γιατί ντρεπόμουν και ντρέπομαι άπειρα για όσα με ανάγκαζε ο άντρας μου να κάνω».
Δεν μίλησε ούτε όταν οι συνάδελφοι της από την αστυνομία την είδαν χτυπημένη και τη ρώτησαν τι είχε συμβεί.
«Μια φορά –περιγράφει– είχα φάει τόσο ξύλο με το γκλομπ του, που είχα πάει στη δουλειά σε πολύ άσχημη κατάσταση. Οι συνάδελφοι τότε το είχαν καταλάβει, γιατί είδαν τα σημάδια και το πρησμένο μου πρόσωπο από τις μπουνιές. Τότε με είχε καλέσει και ο προϊστάμενός μου και η ψυχολόγος. Με ρώτησαν τι συμβαίνει αλλά εγώ τους είπα ψέματα ότι όλα είναι καλά».
Το ίδιο είπε και όταν την κάλεσαν από το σχολείο να τη ρωτήσουν γιατί μία από τις κόρες της, μαθήτρια Στ’ Δημοτικού, γνώριζε τι σημαίνει γκλοπ και ότι είχε φάει ξύλο με αυτό.
«Μια άλλη φορά, στο μάθημα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, η κόρη μου ανέφερε ότι αυτά που τους περιέγραφαν, τα έχει κάνει. Με είχαν καλέσει τότε στο σχολείο, αλλά εγώ προφανώς είπα ψέματα. Επίσης, τα παιδιά πήγαιναν με σημάδια στο σχολείο, ακόμα και με μαυρισμένο μάτι αλλά πάλι τα καλύπταμε με ψεύτικες δικαιολογίες», αναφέρει η 35χρονη στην κατάθεσή της, όπου στη συνέχεια προσπαθεί να εξηγήσει και τον λόγο που δεν εγκατέλειψε τον 45χρονο, παρά τα όσα αρρωστημένα διαδραματίζονταν στο σπίτι τους και το μαρτύριο που υπέμεναν τα ίδια τα παιδιά της:
«Πίστευα ότι μόλις γεννηθεί ο γιος μας, θα μαλάκωνε και θα άλλαζε. Βέβαια αυτό δεν έγινε ποτέ. Κάθε φορά που έκλαιγε το μωρό, το άρπαζε και το ταρακουνούσε με βία. Ηταν πολύ απότομος σε όλα. Και από την ανάποδη πλευρά, ήταν πολύ στοργικός. Ποτέ δεν κατάλαβα πώς γίνεται αυτό. Αντιφατικό τελείως. Αυτό ήταν που με έκανε να μένω μαζί του. Οσο πόνο που προκαλούσε, τόσο πιο δυνατή αγκαλιά ένιωθα μετά να μου δίνει. Και γι’ αυτό πάντα γυρνούσα πίσω», φέρεται να λέει.
Στην εκπομπή Live News του Mega μίλησε και ένας πατέρας συμμαθητή των παιδιών, ο οποίος αναφέρει ότι τα παιδιά του αστυνομικού της Βουλής ήταν απομονωμένα και έκαναν κυρίως παρέα μεταξύ τους.
«Τα αδέλφια, τα τρία, ήταν όλα μαζί στο διάλειμμα πάντα, ελάχιστα συμμετείχαν στις υπόλοιπες δραστηριότητες και όταν μιλούσαν, όταν τους ρωτούσαν, δεν αναφέραν σχεδόν τίποτα, μόνο ότι είχαν προβλήματα στο σπίτι, δηλαδή το είχαν αναφέρει αυτό».
«Το αγόρι δεν είχε πολλές παρέες στο σχολείο. Ηταν συνέχεια μαζί με τις αδελφές του. Οι αδελφές του έχουν παρέες, δηλαδή κάθονται μαζί στα διαλείμματα και κάνουν παρέα και τέτοια και κάθεται μαζί τους ο αδελφός τους. Συνήθως τον βλέπαμε μόνο του», περιέγραψε ένας από τους συμμαθητές του 14χρονου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News