Διμερής συμφωνία συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Βρετανίας, η οποία θα καλύπτει έναν μεγάλο αριθμό τομέων, συμπεριλαμβανομένης της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής, θα υπογραφεί τη Δευτέρα στο Λονδίνο από τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια και τη βρετανίδα ομόλογό του Λιζ Τρας.
«Η συμφωνία αυτή δεν είναι αμιγώς αμυντική, όπως οι συμφωνίες με τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Αποτελεί συμφωνία-πλαίσιο, η οποία θα επιτρέψει την εμβάθυνση των σχέσεών μας με μια χώρα, με την οποία μας συνδέουν παραδοσιακοί δεσμοί φιλίας αιώνων» τόνισε σε συνέντευξή του στον «Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής,» ο Νίκος Δένδιας.
Εστιάζοντας στη συμφωνία αυτή με τη Βρετανία, «μια χώρα, η οποία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ελληνική ανεξαρτησία, μία χώρα με την οποία πολεμήσαμε στο ίδιο πλευρό σε δύο Παγκοσμίους Πολέμους, μια πυρηνική δύναμη, μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και εγγυήτρια δύναμη στην Κύπρο», ο υπουργός Εξωτερικών υπογραμμίζει πως «θέτουμε τις βάσεις για την εμβάθυνση της σχέσης αυτής σε ένα νέο πλαίσιο, μετά την αποχώρησή της από την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Επίσης, ο Νίκος Δένδιας προαναγγέλλει ότι, εφόσον οι συγκυρίες το επιτρέψουν στο μέλλον, «θα συνάψουμε και άλλες συμφωνίες με βασικό γνώμονα την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων, στο πλαίσιο της αλληλοκατανόησης και του αλληλοσεβασμού μεταξύ των κρατών, στη βάση πάντα του Διεθνούς Δικαίου και των σχέσεων καλής γειτονίας». Εξάλλου, επισημαίνει πως «η διασφάλιση των εθνικών συμφερόντων στην πράξη και η διεύρυνση των συνεργασιών και συμμαχιών μας, ήταν και παραμένει βασικός άξονας της εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας».
Αναφερόμενος στην προκλητική ρητορική της Τουρκίας εναντίον της Ελλάδας, ο υπουργός Εξωτερικών τη χαρακτήρισε απαράδεκτη και αδικαιολόγητη. Ο Νίκος Δένδιας κατέστησε εκ νέου σαφές πως οι συμφωνίες με τη Γαλλία και τις ΗΠΑ δεν στρέφονται εναντίον οιουδήποτε, είναι καθαρά αμυντικής φύσης και προσθέτει πως «για τον λόγο αυτό μας προκαλεί εντύπωση η ιδιαίτερα έντονη αντίδραση της Τουρκίας, η οποία τις τελευταίες εβδομάδες έχει κλιμακώσει την προκλητική ρητορική εναντίον της χώρας μας. Η ρητορική αυτή είναι τόσο απαράδεκτη, όσο και αδικαιολόγητη. Εκτός και εάν η Τουρκία βλέπει εαυτόν ως οιονεί επιτιθέμενο».
Περαιτέρω, επικαλούμενος το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου, διαμηνύει πως «εφόσον υπάρξει υποτροπή στην τουρκική συμπεριφορά, η ΕΕ θα πρέπει να λάβει μέτρα τα οποία υποδηλώνουν ότι η συμπεριφορά αυτή δεν μπορεί να γίνει ανεκτή». Στόχος, όπως αποσαφηνίζει, είναι να δοθεί ένα σαφές μήνυμα, ότι η παρούσα τουρκική συμπεριφορά, η οποία πλέον ξεφεύγει της κοινής λογικής, είναι απαράδεκτη και καταδικαστέα.
Κατά τον κ. Δένδια, είναι πλέον φανερό ότι η ανοχή από τις ευρωπαϊκές χώρες προς την τουρκική προκλητικότητα βαίνει μειούμενη. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρει πως λαμβάνοντας υπόψη τις τουρκικές ενέργειες στην περίκλειστη πόλη της Αμμοχώστου, αλλά και τις πρόσφατες προκλήσεις στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Ελλάδας και της Κύπρου, οι υπουργοί Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με προτροπή του ίδιου του Ύπατου Εκπροσώπου, Ζοζέπ Μπορέλ, αποφάσισαν να εξετάσουν σχετικά μέτρα στο άμεσο μέλλον. Ο υπουργός Εξωτερικών συγκρατεί μάλιστα το γεγονός, ότι την εν λόγω πρόταση στήριξαν, πέρα από τις χώρες που είναι φίλα προσκείμενες προς τις ελληνικές θέσεις, και άλλες χώρες, που μέχρι τώρα τηρούσαν σιγήν ιχθύος. Παράλληλα, χώρες που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν αντίθετες, παρέμειναν σιωπηλές, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει.
Αναδεικνύοντας τη σημασία των συμφωνιών της Ελλάδας με τη Γαλλία και τις ΗΠΑ, ο υπουργός Εξωτερικών σημειώνει πως καταρχήν θωρακίζουν περαιτέρω τη χώρα μας από εξωτερικές απειλές, από όπου και εάν προέρχονται και επισημαίνει ότι αμφότερες αποτελούν σημαντικές ψηφίδες στην ευρύτερη προσπάθεια που καταβάλλουμε για την εμπέδωση της ασφάλειας και της σταθερότητας, τόσο για τη χώρα μας όσο και για την ευρύτερη περιοχή, στη βάση πάντα του Διεθνούς Δικαίου. Επιπροσθέτως, αναφέρεται και στον ιδιαίτερο συμβολισμό των συμφωνιών, παρατηρώντας ότι οι ΗΠΑ και η Γαλλία αναγνωρίζουν ότι η Ελλάδα, πέρα από το γεγονός ότι ασπάζεται τις ίδιες αξίες, διαδραματίζει σημαντικό σταθεροποιητικό και «ηγετικό ρόλο» στην ευρύτερη περιοχή, χρησιμοποιώντας την έκφραση του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν. Επίσης, εκμυστηρεύεται πως στις επαφές του στο Παρίσι και στην Ουάσιγκτον έγινε ιδιαίτερα αντιληπτό, ότι αυτές εκτιμούν το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει διευρύνει τους ορίζοντές της και έχει πάψει να ασκεί περιορισμένης εμβέλειας «τουρκοκεντρική» εξωτερική πολιτική. Είναι πασιφανές πλέον, ότι η Ελλάδα έχει ρόλο και λόγο στις περιφερειακές εξελίξεις, διαμηνύει με σαφήνεια.
Ερωτηθείς ειδικότερα για τη αναβάθμιση της αμερικανικής παρουσίας στη χώρα μας, σε μια περίοδο που το στρατηγικό τους ενδιαφέρον στρέφεται προς άλλες περιοχές πέραν της Ευρώπης, επισημαίνει πως τη στιγμή που άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι διατεθειμένες να πληρώσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες, προκειμένου να σταθμεύσουν δυνάμεις στο έδαφος τους, οι ΗΠΑ αποφασίζουν να επενδύσουν, τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά, στην Ελλάδα. Σε περιοχές ειδικού ενδιαφέροντος για εμάς, όπως η Θράκη και η Κρήτη, και τούτο ανεξαρτήτως της τουρκικής αντίδρασης, συμπληρώνει. Αναμφίβολα, υπογραμμίζει περαιτέρω, η κίνηση αυτή υποδηλώνει τη στρατηγική σημασία που εξακολουθούν να αποδίδουν οι ΗΠΑ στην Ελλάδα για την εμπέδωση ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή μας.
Επιπλέον, αναδεικνύει πως οι ΗΠΑ, για πρώτη φορά στα χρονικά, πήγαν ένα βήμα παραπέρα, κάνοντας ρητή αναφορά στην προστασία των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων στη βάση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας. Αποτιμώντας τη σύναψη της συμφωνίας με τις ΗΠΑ, τονίζει πως αποτελεί σημαντική ελληνική επιτυχία, η οποία πρέπει να αξιολογηθεί με γνώμονα τις εξελίξεις στο παγκόσμιο σύστημα, «όχι υπό στενό ελληνοκεντρικό πρίσμα και με απαρχαιωμένες ιδέες, όπως δυστυχώς κάνουν διάφορες φωνές στην αντιπολίτευση, οι οποίες αναζητούν ματαίως δικαιολογίες για να μην παραδεχθούν την επιτυχία αυτή».
Σε ό,τι αφορά τη διάσταση της συμφωνίας με τη Γαλλία, αναφέρει πως συνεισφέρει, μεταξύ άλλων στην ενίσχυση της αλληλεγγύης μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών, καθώς και στην ενδυνάμωση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και τάσσεται υπέρ της δημιουργίας μιας ευρωπαϊκής αυτόνομης αμυντικής ταυτότητας, ενταγμένης στο ευρωατλαντικό πλαίσιο. «Η προσπάθεια που καταβάλλει, τόσο η χώρα μας, όσο και η Γαλλία, είναι απολύτως συμβατή με την ενίσχυση των δεσμών με τις ΗΠΑ, τόσο σε διμερές επίπεδο, όσο και εντός του ΝΑΤΟ» καθιστά σαφές.
Ειδική αναφορά κάνει, τέλος, στη Διάσκεψη για τη Λιβύη, που πραγματοποιήθηκε στην πρωτεύουσα Τρίπολη, στην οποία συμμετείχε ως προσκεκλημένος της λίβυας ομολόγου του. «Αυτό από μόνο του υποδηλώνει τη σημασία που αποδίδει η ίδια η Λιβύη στις σχέσεις με τη χώρα μας. Η σχέση αυτή χτίστηκε, οικοδομήθηκε, μέσω συνεχών επαφών μας με όλους τους βασικούς “παίκτες” στη Λιβύη. Με επιχειρηματικές αποστολές, με το άνοιγμα της πρεσβείας μας στην Τρίπολη και του γενικού προξενείου στη Βεγγάζη. Η εμπιστοσύνη και ο αλληλοσεβασμός καλλιεργούνται, χτίζονται. Και εμείς επενδύουμε στις σχέσεις αυτές» τονίζει. Εξίσου, προτάσσει πως η σταθερότητα και η ευημερία της Λιβύης, η οποία απέχει είκοσι λεπτά πτήσης από την Κρήτη, αποτελεί άμεση προτεραιότητα για την Ελλάδα. Στην κατεύθυνση αυτή, όπως διαμηνύει, πρώτο βήμα αποτελεί η άμεση αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων και των μισθοφόρων, συμπεριλαμβανομένων αυτών που στηρίζονται από την Τουρκία, και η διενέργεια των εκλογών στην συμφωνημένη ημερομηνία, δηλαδή στις 24 Δεκεμβρίου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News