Για 14η ημέρα μαινόταν την Παρασκευή η μάχη των πυροσβεστών με τις φλόγες. Στο σημείο επιχειρούσαν 582 πυροσβέστες με 129 οχήματα και 16 πεζοπόρα τμήματα, ενώ από αέρος συνέδραμαν, μέχρι να δύσει ο ήλιος, έξι αεροσκάφη και δύο ελικόπτερα.
Σύμφωνα με το ημερήσιο δελτίο της Πυροσβεστικής (ώρα 17:59) για την εξέλιξη των μετώπων σε όλη τη χώρα, στην περιοχή του Εβρου ισχυρότατες πυροσβεστικές δυνάμεις επιχειρούσαν «κυρίως μεταξύ των περιοχών Σουφλί, Κορνοφωλιά, Δαδιά, Κοτρωνιά, Σιδηρό και Γιαννούλη».
Τις τελευταίες ώρες μεγάλη μάχη δόθηκε στον οικισμό της Δαδιάς, με τα χειρότερα να αποφεύγονται για το Σουφλί –όπου οι κάτοικοι έλαβαν παραπάνω από ένα μηνύματα από το «112» να βρίσκονται σε ετοιμότητα τις τελευταίες ημέρες– χάρη στην αλλαγή της φοράς των ανέμων. Ωστόσο, οι πυροσβεστικές δυνάμεις αντιμετωπίζουν αναζωπυρώσεις που γρήγορα εξελίσσονται σε μεγάλες εστίες, σε πολλά σημεία.
Νωρίτερα έγινε γνωστό ότι παράλληλα με τις επιχειρήσεις πυρόσβεσης στήθηκε και επιχείρηση για τον απεγκλωβισμό 25 ατόμων σε δασική έκταση που καιγόταν στον Εβρο. Σύμφωνα με ενημέρωση από την Πυροσβεστική επρόκειτο για παράτυπους μετανάστες οι οποίοι εντοπίστηκαν από τους πυροσβέστες εντός φλεγόμενης δασικής έκτασης ανάμεσα στα χωριά Δαδιά και Γιαννούλη.
Οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής, αφού τους εντόπισαν, κατέβαλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες, δημιουργώντας δίοδο προκειμένου να τους απεγκλωβίσουν, μετέδωσε το ΑΠΕ ΜΠΕ. Στη συνέχεια οι μετανάστες μεταφέρθηκαν στο χωριό της Δαδιάς, σε ασφαλές σημείο, σε συνεργασία με την Αστυνομία.
Επισημαίνεται ότι το τελευταίο 24ωρο εκδηλώθηκαν 44 νέες δασικές πυρκαγιές, ενώ οι πυροσβεστικές δυνάμεις αντιμετώπισαν συνολικά 81 πυρκαγιές σε ολόκληρη την επικράτεια.
Γιατί δεν σβήνει η φωτιά στον Εβρο
Δύο υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Πυροσβεστικής που είχαν από κοντά εικόνα των επιχειρήσεων στον Εβρο από τις πρώτες ημέρες, αλλά και την Πέμπτη, δήλωσαν στην «Καθημερινή» ότι πλέον «η φωτιά δεν σταματιέται». Οι ίδιοι εκτίμησαν ότι δεν υπήρξαν επιχειρησιακές αδυναμίες και υποστήριξαν ότι αυτή η φωτιά δεν θα ήταν δυνατό να ανακοπεί από τη στιγμή που «ξέφυγε».
Ωστόσο, κάτοικοι και παράγοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης επισήμαναν προβλήματα συντονισμού όταν επιχειρούν σε ένα μέρος πυροσβέστες που προέρχονται από άλλα μέρη και δεν γνωρίζουν τη μορφολογία και τις ιδιαιτερότητες της απειλούμενης περιοχής.
Ενα από τα ζητούμενα που έθεσε στέλεχος της Πυροσβεστικής μιλώντας στην εφημερίδα για τους λόγους που η φωτιά καίει για 14η ημέρα, είναι το πώς στήνονται οι γραμμές άμυνας σε μια πυρκαγιά αυτής της έκτασης. «Πρέπει να δεις πού θα σου έρθει μιάμιση ή δύο ημέρες μετά η φωτιά και να ρίξεις δυνάμεις εκεί. Στις ΗΠΑ και στον Καναδά τραβάνε γραμμές άμυνας πιο πίσω, και δεν πάνε επιθετικά πάνω στην πυρκαγιά. Καλώς μπαίνει η πρώτη γραμμή άμυνας, αλλά πρέπει να βάζουμε και τη δεύτερη και την τρίτη, να μάθουμε να ζούμε με αυτό» τόνισε.
«Υπάρχουν πράγματα που μας ξεπερνούν. Δεν μπορούμε να τη σβήσουμε, είναι φοβερή η ξηρασία και η δυναμική της φωτιάς. Δεν είναι θέμα ανικανότητας, μακάρι να ήταν, ώστε να μπορέσουμε να το διορθώσουμε» σημείωσε άλλος συνάδελφός του, μιλώντας και αυτός στην εφημερίδα υπό τον όρο της ανωνυμίας. «Θα πάει όπου θέλει η φωτιά, θα καθίσει όπου θέλει, μέχρι να μας δώσει ο καιρός ένα παράθυρο ευκαιρίας για να την περιορίσουμε όπου και όπως μπορούμε».
Αξιωματικός που έχει συμπληρώσει πάνω από δύο δεκαετίες στην Πυροσβεστική ανέφερε ότι επιχειρούσε στην πρώτη φωτιά που είχε ξεσπάσει στις 19 Αυγούστου στην περιοχή Μελία, βόρεια της Αλεξανδρούπολης (με πιθανή αιτία πρόκλησης κεραυνό), όταν στις 21 Αυγούστου εκδηλώθηκαν νέες εστίες, αυτή τη φορά στη Δαδιά. Οι δύο πρώτες «πιάστηκαν» εγκαίρως, η τρίτη όμως (με ώρα έναρξης 13.05) δεν περιορίστηκε κατά την πρώτη προσβολή.
«Οι επίγειες δυνάμεις πήγαν στο δεκάλεπτο, έγινε εκτροπή εναερίων. Ηταν ιδανικό σενάριο, να έχεις εναέριο για να ρίξει, αλλά η φωτιά δεν πιανόταν. Είδα την εικόνα της σε βίντεο 25 λεπτά μετά και ήταν ήδη τεράστια» σημείωσε ο αξιωματικός. Οι δύο πυρκαγιές που ήταν πλέον σε εξέλιξη απείχαν πάνω από 20 χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή.
Στελέχη της Πυροσβεστικής είχαν εικόνα, βάσει και της κατεύθυνσης των ανέμων, ότι οι δύο πυρκαγιές μπορούσαν να ενωθούν, ωστόσο αυτό φαίνεται να συνέβη πιο γρήγορα από τις αρχικές εκτιμήσεις τους. «Η δεύτερη φωτιά “κούμπωσε” με την πρώτη και δεν πολεμιόταν μετά» ανέφερε ένα άλλο στέλεχος της υπηρεσίας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News