Τριάντα ημέρες πριν από την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, ο Αντονι Μπλίνκεν, ο απερχόμενος υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, έκανε έναν απολογισμό της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης Μπάιντεν, επί ημερών του οποίου οι Αμερικανοί αντιμετώπισαν μεγάλες περιφερειακές συρράξεις (τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο και τις συγκρούσεις Ισραήλ-Χαμάς στην Παλαιστίνη και Ισραήλ-Χεζμπολάχ στον Λίβανο), ενώ το τελευταίο διάστημα είδαν και τη θριαμβευτική επανάκαμψη των τζιχαντιστών στη Συρία. Λεπτομέρειες έδωσε η Βιβιάνα Μάτσα στην Corriere della Sera.
Ισραήλ και Παλαιστινιακό
Οσον αφορά το θέμα της Παλαιστίνης ο Μπλίνκεν είπε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν προσπάθησε να επιτύχει συμφωνία μεταξύ του εβραϊκού κράτους και της οργάνωσης που «κυβερνά» τη Γάζα. Επικέντρωσε όμως στο πλέον ουσιώδες για τις ΗΠΑ, ότι όλες οι κρίσεις συνδέονται με τους αντιπάλους των Αμερικανών (τη Ρωσία, την Κίνα, το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα). Ειδικά καυτηρίασε τις ηγετικές φιλοδοξίες της Κίνας («είναι ανέφικτες») επειδή, εκτός των άλλων, «προμηθεύει τη Ρωσία με υλικό για την πολεμική βιομηχανία της».
Ο πόλεμος στην Ουκρανία
Στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο έδωσε ιδιαίτερο βάρος, λέγοντας ότι συνιστά «τη μεγαλύτερη απειλή για την ευρωπαϊκή ασφάλεια από εποχής Ψυχρού Πολέμου», αλλά διαπίστωσε και κάποια θετικά στοιχεία. Πρώτον, ότι «η βοήθεια της Βόρειας Κορέας στη Ρωσία ξύπνησε τη συνείδηση των Ευρωπαίων, αφού κατάλαβαν ότι αυτό που συμβαίνει στην άλλη άκρη του κόσμου είναι σημαντικό και για αυτούς».
Δεύτερον, ότι «οι ΗΠΑ πέτυχαν την ευθυγράμμιση των πολιτικών τους με την Ευρώπη». Ηταν φανερό από την ομιλία Μπλίνκεν ότι οι Αμερικανοί θεωρούν πάντα τη Ρωσία αντίπαλον δέος, από πυρηνικής απόψεως τουλάχιστον. Επίσης, ότι οι Ευρωπαίοι πάντα χρειάζονται το κατάλληλο «μασάζ» από τους Αμερικανούς.
Τιμή στον Μπάιντεν
Ο Μπλίνκεν υπερασπίστηκε τον Μπάιντεν και την προσπάθειά του να εξασφαλίσει την άμυνα της Ουκρανίας, «αποφεύγοντας μια σύγκρουση μεταξύ των πυρηνικών δυνάμεων». Είπε ότι είναι εύκολη η κριτική στον Μπάιντεν, να λέει κάποιος ότι δεν έκανε όσα έπρεπε ή ότι μπορούσε να είχε κάνει κάτι άλλο, ωστόσο «κανείς δεν ήταν στη θέση του». Για το Ουκρανικό του παρόντος είπε ότι η όποια κατάπαυση πυρός πρέπει να παρέχει εγγυήσεις αποτροπής στο Κίεβο, δηλαδή «τη βεβαιότητα ότι η νέα ρωσική επιθετικότητα μπορεί να απωθηθεί».
Για την Ουκρανία ως χώρα είπε ότι ναι μεν οι Δυτικοί τής «έταξαν» ένταξη στο ΝΑΤΟ, ωστόσο δεν είναι αυτός και ο μοναδικός τρόπος για να της προσφερθούν άμεσα εγγυήσεις αποτροπής. «Είναι μονόδρομος [ο ΝΑΤΟϊκός δρόμος], αλλά δεν είναι και ο μοναδικός. Εχουμε βάλει την Ουκρανία στον δρόμο του ΝΑΤΟ. Νομίζω ότι αυτό είναι το καλύτερο. Υπάρχουν, όμως, και άλλες μορφές ασφάλισης, δέσμευσης, εγγύησης, οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν όρους της συμφωνίας [ειρήνης]. Λόγου χάρη, η μεταπολεμική ανάπτυξη ευρωπαϊκών στρατευμάτων στη νέα ρωσο-ουκρανική μεθόριο [σ.σ.: πρόκειται για πρόταση του αρμοδίου τραμπικού παράγοντα Κιθ Κέλογκ]. Αυτό δεν θα ήταν κακό».
Ο Μπλίνκεν συνέχισε μιλώντας για το ίδιο ζήτημα: «Ο στόχος μου τώρα, στον χρόνο που μας απομένει, είναι να δώσω τα καλύτερα δυνατά χαρτιά στον Τραμπ για να παίξει, όποτε υπάρξουν διαπραγματεύσεις. Μπορεί να επιδιώξει καλή συμφωνία, η οποία να επιτρέπει στην Ουκρανία να κινηθεί προς τα εμπρός ως ισχυρή και ανεξάρτητη χώρα, ικανή να αποτρέψει τη μελλοντική ρωσική επιθετικότητα. Αυτή θα ήταν καλή συμφωνία για όλους».
Τι θα γίνει με το Ιράν;
Με το αποδυναμωμένο σήμερα Ιράν, όμως, τι έγινε και, κυρίως, τι θα γίνει; Οι μουλάδες θα επιλέξουν τη διπλωματία ή την πυρηνική βόμβα; Κατά τον Μπλίνκεν, η δεύτερη επιλογή δεν είναι αναπόφευκτη, «αν και οι Ιρανοί γνωρίζουν ότι το κόστος και οι συνέπειες θα είναι πολύ σοβαρές για αυτούς». Ταυτόχρονα, διευκρίνισε, «οι ΗΠΑ, χωρίς διπλωματικές σχέσεις με το Ιράν, δεν είναι απαραιτήτως και ο καλύτερος κριτής [των ιρανικών πραγμάτων]». Δεν απέφυγε, δε, να ρίξει αυτός μια μίνι βόμβα, με διπλωματικό τακτ, βέβαια: «Η εμπειρία των ΗΠΑ στον τομέα των καθεστωτικών αλλαγών δεν πρέπει να τις ενθαρρύνει να επιχειρήσουν και άλλες»…
Τίποτε δεν θα αλλάξει
Τώρα είναι η σειρά του Τραμπ. Ο οποίος εγκατέλειψε μονομερώς την πυρηνική συμφωνία που διαπραγματεύθηκε η διοίκηση Ομπάμα το 2015: «Ο πρόεδρος Τραμπ, κατά την έξοδο από τη συμφωνία, είπε ότι ήθελε κάποια ισχυρότερη συμφωνία. Ας δούμε τι είναι εφικτό να γίνει». Και αμέσως έπιασε το νήμα που ενώνει όλες τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και όλους τους προέδρους τους: «Αυτό που ξέρω είναι ότι από κυβέρνηση σε κυβέρνηση, από τη δική μας, του Τραμπ, του Ομπάμα, υπήρξε κοινή αποφασιστικότητα να αποτρέψουμε το Ιράν από το να αποκτήσει πυρηνικό όπλο. Με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, είμαι πεπεισμένος ότι η επόμενη κυβέρνηση θα είναι σαν την κυβέρνηση Μπάιντεν [σε αυτό το θέμα]».
Τον νου μας στον ISIS!
Αποφεύγοντας να μιλήσει για τον ορατό νικητή του Συριακού, την Τουρκία, και για τους αθέατους επίσης, τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, ο Μπάιντεν ολοκλήρωσε την ομιλία του με «οδηγίες» προς την επόμενη αμερικανική κυβέρνηση: «Μία από τις επιτυχίες του Τραμπ στην πρώτη του θητεία ήταν να ολοκληρώσει το έργο που ξεκίνησε η κυβέρνηση Ομπάμα για την εξάλειψη του χαλιφάτου που προσπαθούσε να δημιουργήσει ο ISIS. Το τελευταίο καρφί στο φέρετρο του ISIS ήταν η κατάληψη της Ράκα, την εποχή του Τραμπ. Συνεπώς πιστεύω ότι ο νέος πρόεδρος έχει ένα ισχυρό κίνητρο για να διασφαλίσει, τουλάχιστον, ότι θα κρατήσουμε κλειστό το καπάκι του ISIS στη Συρία».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News