Υπέρ των ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας με την Τουρκία τάχθηκαν η βουλευτής της ΝΔ και πρώην υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ευάγγελος Βενιζέλος, μιλώντας την Πέμπτη στην ετήσια συνάντηση του Athens Security Forum, επισημαίνοντας πως διάλογος δεν σημαίνει υποχωρήσεις σε θέματα κυριαρχίας.
«Δεν υπάρχει σκεπτόμενος Ελληνας ο οποίος να αμφισβητεί ότι μετά από δύο χρόνια ακραίας έντασης και κρίσης η Ελλάδα και η Τουρκία έπρεπε να περάσουν σε μία φάση μείωσης αυτής της κρίσης. Ο διάλογος με την Τουρκία, με κανέναν τρόπο, δεν πρέπει να φοβίζει τη χώρα μας. Η Ελλάδα προσέρχεται στον διάλογο με ισχυρότατα επιχειρήματα. Αλίμονο αν η Ελλάδα θα ήταν η χώρα η οποία θα έλεγε και “δεν συζητώ” σε μια εποχή που δεν υπάρχει κανείς που να μην συζητά με τον εχθρό του», τόνισε η κυρία Μπακογιάννη, λίγες ημέρες αφότου ο πρώην πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς, διατύπωσε εκ νέου μία τέτοια θέση (διαβάστε σχετικά εδώ).
«Είναι αδιανόητο μία ευρωπαϊκή χώρα να μη συζητά με μία γειτονική χώρα με την οποία έχει διαφορές. Αυτή είναι η πάγια ελληνική εξωτερική πολιτική. Ο διάλογος είναι κάτι που πρέπει να γίνεται και στις δυσκολότερες στιγμές και διάλογος δεν σημαίνει παραχωρήσεις. Είναι κομπλεξισμός να πιστεύουμε ότι εάν προσέρχεται κάποιος σε διάλογο είναι έτοιμος να κάνει υποχωρήσεις», πρόσθεσε.
Οσον αφορά τη διεθνή κατάσταση, η βουλευτής είπε χαρακτηριστικά πως «χαρακτηρίζεται από σταθερή αστάθεια». Συνεπώς, «η Ελλάδα θα πρέπει να είναι έτοιμη για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που θα προκύψουν από αυτήν την διεθνή αστάθεια».
Σύμφωνα με την ίδια, «η Ευρώπη δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις προκλήσεις της νέας εποχής σε θέματα αμυντικής και ενεργειακής ασφάλειας και από την άλλη πλευρά οι ΗΠΑ, οι οποίες είχαν στρέψει το ενδιαφέρον τους στον Ειρηνικό και στις σχέσεις με την Κίνα, υποχρεώνονται να στρέψουν το ενδιαφέρον τους προς την Ευρώπη αλλά αυτό δεν αλλάζει τις πραγματικές προτεραιότητες των ΗΠΑ».
Στη συνέχεια επεσήμανε πως η Ελλάδα βρίσκεται σε καλή θέση. «Εχουμε σταθερές συμμαχίες, είμαστε σταθεροί στις αρχές τις οποίες έχουμε υποστηρίξει, σταθεροί στο θέμα της Ουκρανίας, υπογράψαμε ουσιαστικές αμυντικές συμφωνίες με τη Γαλλία και τις ΗΠΑ, έχουμε μία στρατηγική σχέση με το Ισραήλ και μας προσλαμβάνουν στη διεθνή κοινότητα ως έναν σοβαρό και υπεύθυνο εταίρο. Αυτό είναι σημαντικό γιατί και η υπευθυνότητα και η σοβαρότητα έχουν εκλείψει στη διεθνή σκηνή», υπογράμμισε η κυρία Μπακογιάννη, φέρνοντας ως παράδειγμα τη στάση του βρετανού πρωθυπουργού έναντι του έλληνα ομολόγου του στη διάρκεια της επίσκεψης Μητσοτάκη στο Λονδίνο.
«Το παράδειγμα του Σούνακ δεν είναι ότι ο βρετανός πρωθυπουργός ακύρωσε τη συνάντηση με τον έλληνα Πρωθυπουργό. Είναι ότι η βρετανική διπλωματία επέτρεψε μια τέτοια πατάτα. Διότι οι βρετανοί διπλωμάτες είναι εξαίρετοι και γνώριζαν τι θα προκαλέσει μια τέτοια κίνηση. Ενα πράγμα δεν επιτρέπεται στην εξωτερική πολιτική. Να την ασκείς με εσωκομματικά ή εσωτερικά κριτήρια», υποστήριξε.
«Στην εξωτερική πολιτική και στην πολιτική άμυνας και ασφάλειας δεν μπορεί να σε καθοδηγεί η συγκυρία», τόνισε, από την πλευρά του, ο κ. Βενιζέλος. «Πρέπει να έχεις ανακλαστικά να μπορείς να αντιδράς αλλά εάν δεν έχεις τη δυνατότητα να κάνεις τις αναγωγές που πρέπει στην Ιστορία, τη γεωγραφία και τη συνολική αντίληψη που έχεις για την προστασία των εθνικών σου συμφερόντων, τότε γίνεσαι αιχμάλωτος μιας συγκαιριακής προσέγγισης, η οποία δεν σε βοηθά να εφαρμόσεις μια στρατηγική», σημείωσε.
Αναφερόμενος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις είπε πως οι δύο χώρες δεν μπορούν να κριθούν με τα ίδια μέτρα και τα ίδια σταθμά. «Η Ελλάδα δηλώνει και πιστεύει πως είναι μια χώρα δυτική, ευρωπαϊκή χώρα και επενδύει στην εταιρική σχέση της με τις ΗΠΑ, ενώ η Τουρκία διακηρύσσει τον “τουρκικό εξαιρετισμό”. Θεωρεί τον εαυτό της ως μια περιφερειακή δύναμη, ότι έχει πολλαπλές ταυτότητες, ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων στα σύνορά της ενώ ο κατάλογος των ελληνικών προβλημάτων είναι πολύ περιορισμένος», επεσήμανε ο κ. Βενιζέλος.
Παρατήρησε ότι «από τα 50 χρόνια κρίσεων με την Τουρκία από το 1973-1974 τα 22 καλύτερα από πλευράς προκλήσεων ήταν του Ερντογάν», και υποστήριξε, κι εκείνος, πως «πρέπει πάντα να έχουμε ανοικτούς τους διαύλους διαλόγου με την Τουρκία». Μάλιστα πρόσθεσε πως «κακώς διεκόπησαν οι γύροι των διερευνητικών επαφών το 2016» καθώς «ο διάλογος δεν πρέπει να διέπεται από φοβικά σύνδρομα. Δεν πρέπει να κυριαρχείται η εξωτερική πολιτική και η εσωτερική συζήτηση από αυτά».
«Χωρίς συναίνεση και συστράτευση δεν υπάρχει εξωτερική πολιτική», συνόψισε και τόνισε ότι πρέπει να προσερχόμαστε σε διάλογο όπου το Διεθνές Δίκαιο το απαιτεί και όπου τίθενται ζητήματα κυριαρχίας να εξηγούμε ότι δεν είναι διαπραγματεύσιμη η εθνική κυριαρχία μας.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News