Είναι μετρίου αναστήματος και ηλικίας μόλις 37 ετών. Ενδέχεται, όμως, να φαίνεται μεγαλύτερος λόγω της προχωρημένης φαλάκρας αλλά και των γυαλιών που φοράει. Ονομάζεται Αρθουρ Γκρεγκ Σουλτσμπέργκερ και, από την περασμένη Τρίτη, αυτός ο διακριτικός και μετρημένος άνδρας, δημοσιογράφος στο επάγγελμα, καλείται να φέρει στις πλάτες του το βάρος της διοίκησης μιας από τις σημαντικότερες εφημερίδες στον κόσμο, των New York Times. Γνωρίζοντας, μάλιστα, ότι θα πρέπει να συνεχίσει να βάλλει με όπλο πάντα την αλήθεια κατά του «μεγάλου ψεύτη» – αναφέρει χαρακτηριστικά ο Βιτόριο Τζουκόνι, ανταποκριτής της ιταλικής La Repubblica στις ΗΠΑ – που πριν από έναν χρόνο εγκαταστάθηκε στα διαμερίσματα του Λευκού Οίκου.
Τα ξαδέλφια, άνδρες και γυναίκες, που ανήκουν στην 5η γενιά των Οκς, της οικογένειας, δηλαδή, που το 1896 απέκτησε μια ασήμαντη εφημερίδα της Νέας Υόρκης για να τη μεταμορφώσει στη συνέχεια στην περίφημη «Gray Lady» (Γκρι Κυρία) της αμερικανικής δημοσιογραφίας, ανέρχονται σε είκοσι επτά. Αλλά ήταν ο Σουλτσμπέργκερ ο εκλεκτός, αυτός που επελέγη για να ηγηθεί ενός δημοσιογραφικού ομίλου τον οποίο ο Ντόναλντ Τραμπ, χαρακτηρίζει μέσω του Twitter «χρεοκοπημένο».
«Οι χρεοκοπημένοι New York Times έχουν έναν νέο εκδότη, τον Α. Γκ. Σουλτσμπέργκερ. Συγχαρητήρια! Είναι αυτή η τελευταία ευκαιρία για τους Τάιμς να πραγματώσουν το όραμα του ιδρυτή τους, Άντολφ Οκς, για αμερόληπτη ενημέρωση, δίχως φόβο ή ΕΥΝΟΙΑ, ανεξάρτητα από κόμματα, σέκτες και εμπλεκόμενα συμφέροντα. Προσλάβετε αμερόληπτους δημοσιογράφους υψηλότερου επιπέδου, απαλλαγείτε από τις κάλπικες και ανύπαρκτες “πηγές” σας, και αντιμετωπίστε τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών ΔΙΚΑΙΑ, ώστε την επόμενη φορά που εγώ (και ο λαός) κερδίσουμε, να μην χρειαστεί να απολογηθείτε στους αναγνώστες σας για την ανεπαρκή εργασία σας. Καλή τύχη», έσπευσε να παρατηρήσει ο αμερικανός πρόεδρος.
Αποκλείεται, ωστόσο, ο Ντόναλντ Τραμπ να μην έχει αντιληφθεί πως είναι αυτός και τα πεπραγμένα του και η τάση του προς την «εναλλακτική» ενημέρωση, που έδωσαν νέα πνοή και ανανέωσαν τη «χρεοκοπημένη» εφημερίδα. Θέτοντάς την εκ νέου στον πυρήνα του δημοσιογραφικού κόσμου των ΗΠΑ, στην καρδιά της ελεύθερης και ανεξάρτητης ενημέρωσης, κατά τη διάρκεια μιας περιόδου όπου η πλειονότητα των ανθρώπων ενημερώνεται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ιδανικό τόπο για τη διαρκή αναπαραγωγή των αποκαλούμενων fake news.
Ο Αρθουρ Σουλτσμπέργκερ είναι ο πέμπτος απόγονος της δυναστείας που ίδρυσε πριν από περισσότερα από 120 χρόνια ο Αντολφ Όκς. Γιος εβραίων μεταναστών από τη Βαυαρία, ο νεαρός Όκς ξεκίνησε την άνοδο του στον κόσμο των εκδόσεων και της δημοσιογραφίας έχοντας στην τσέπη του 250 δολάρια, δανεικά από την οικογένειά του, με τα οποία αγόρασε μικρές επαρχιακές εφημερίδες του Τενεσί.
Έπειτα από τον αιφνίδιο θάνατό του η περιουσία του πέρασε στα χέρια του γαμπρού του Αρθουρ Χάις Σουλτσμπέργκερ, στη συνέχεια στον Aρθουρ Οκς Σουλτσμπέργκερ, γνωστό και ως «Παντς», μετά στον Aρθουρ Οκς Σουλτσμπέργκερ Τζούνιορ, αποκαλούμενο και «Πιντς», για να καταλήξει, σήμερα, στον Αρθουρ Γκρεγκ Σουλτσμπέργκερ. «Ο νεποτισμός λειτουργεί», σχολίασε με διάθεση (αυτο)ειρωνείας ο «Παντς», ο εκδότης που το 1971 έδωσε και κέρδισε τη μάχη των αποκαλούμενων «Pentagon Papers» για την αποκάλυψη των ψεμάτων της κυβέρνησης Νίξον για τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Oπως είθισται, ο τελευταίος διάδοχος της δυναστείας των Τάιμς της Νέας Υόρκης, παρουσιάστηκε στο αμερικανικό και παγκόσμιο αναγνωστικό κοινό με ένα άτυπο μανιφέστο. Δημοσιεύτηκε στο φύλλο της Τρίτης και – πέρα από τις απαραίτητες αναφορές για την πορεία και το μέλλον των εφημερίδων στην ψηφιακή εποχή – αποτελεί ένα κείμενο που θα μπορούσαν κάλλιστα να συνυπογράψουν και οι παππούδες, οι προπάπποι και οι προ-προπάπποι του. «Όταν ο προ-προπάππος μου αποβιβάστηκε στη Νέα Υόρκη, ο κόσμος δεν ήταν πολύ διαφορετικός από τον σημερινό, καθώς συνταρασσόταν από τεχνολογικές καινοτομίες οι οποίες μετάλλασσαν τη βιομηχανία μας».
Αλλά η τεχνολογία δεν μπορεί να μεταλλάξει την ουσία και τον σκοπό της δημοσιογραφικής αποστολής. Οι δημοσιογράφοι, σύμφωνα με τον νέο και νεαρό εκδότη των NYT, πρέπει να «είναι περήφανα ανεξάρτητοι», να ερευνούν, να γράφουν και να εκδίδουν «δίχως φόβο και μεροληψία» και να αντιστέκονται «στο κύμα παραπληροφόρησης, στους εντυπωσιασμούς, στην προπαγάνδα και στις συκοφαντίες κατά της ελεύθερης δημοσιογραφίας που τροφοδοτούν πολιτικάντηδες σε αναζήτηση δημοτικότητας».
Η αναφορά στον Ντόναλντ Τραμπ δεν θα μπορούσε να είναι πιο ξεκάθαρη. Αλλά το προσωπικό μένος του αμερικανού προέδρου αποτέλεσε το εφαλτήριο για την νεκρανάσταση της ιστορικής εφημερίδας που είχε χάσει τα δύο τρίτα των αναγνωστών της αλλά και των εσόδων της από τις διαφημίσεις και τελικά τη διέσωσε με τα δάνεια του ο Μεξικανός κροίσος Κάρλος Σλιμ, εκ των βασικών μετόχων, σήμερα, των NYT.
Χάρη στον Τραμπ (αλλά και στον πακτωλό χρημάτων του Τζεφ Μπέζος, ιδιοκτήτη της Amazon), άρχισε να αναπνέει ξανά και μια άλλη ιστορική εφημερίδα των ΗΠΑ, η Washington Post. Η αντιπαλότητα ανάμεσα στους δημοσιογράφους της και τον αμερικανό πρόεδρο είναι γνωστή ενώ μέρα με τη μέρα εντείνεται περαιτέρω. Στις αρχές της εβδομάδας οι αποκαλούμενοι «ελεγκτές των γεγονότων» (fact checkers) της Ουάσινγκτον Ποστ ενημέρωσαν τους αμερικανούς πολίτες ότι ο άνθρωπος που τους κυβερνά, κατά τη διάρκεια των 347 ημερών που κατέχει την εξουσία έχει προβεί σε 1.950 ψευδείς ή παραπλανητικούς ισχυρισμούς, περίπου έξι κάθε μέρα.
Ο Άρθουρ Γκρεγκ Σουλτσμπέργκερ είναι ο νέος εχθρός του Τραμπ, όπως ο παππούς του υπήρξε ο εχθρός του Νίξον. Και όσο ο Ντόναλντ επιλέγει να αντιστέκεται στην αλήθεια και στην πραγματικότητα τόσο θα επωφελούνται οι New York Times, η Washington Post, όλες οι εφημερίδες, όλοι οι δημοσιογράφοι που κάνουν σωστά τη δουλειά τους και εν τέλει, οι αναγνώστες. Λέγεται πως οι αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου συχνά αποκρύπτουν από τον Πρόεδρο τις ειδήσεις, όπως αυτές παρουσιάζονται από τους New York Times, ώστε να μην εκνευριστεί και ξεσπαθώσει μετά μέσω του Twitter εναντίον της «Μεγάλης Γκρι Κυρίας» της παγκόσμιας δημοσιογραφίας. Καλύτερος έπαινος δεν θα μπορούσε να υπάρχει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News