Θα μπορούσε ο Ρομάν Αμπράμοβιτς να είναι το τελευταίο παραλίγο θύμα της μανίας της Μόσχας να πειραματίζεται με θανατηφόρες τοξίνες; Μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι κάποιοι αποπειράθηκαν να δηλητηριάσουν τον ρώσο ολιγάρχη και τους ουκρανούς διαπραγματευτές με στόχο το σαμποτάζ των συνομιλιών για το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία;
Οπως συχνά συμβαίνει με πάσης φύσεως ρωσικές υποθέσεις, η αλήθεια ενδέχεται να μην αποκαλυφθεί ποτέ, ωστόσο είναι γνωστό πως η Μόσχα με τις τοξίνες και τις δηλητηριάσεις έχει μια ιδιαίτερη σχέση που άρχισε πριν από έναν αιώνα, όταν ο Λένιν έδωσε εντολή να κατασκευαστεί ένα μυστικό εργαστήριο.
«Η θέση του στην εξουσία δεν είχε ακόμη εδραιωθεί και ήλπιζε ότι η νέα εγκατάσταση θα προσέφερε ακόμη ένα όπλο στην NKVD για να συντρίψει οποιαδήποτε παρατεταμένη αντίσταση στην κυριαρχία των Μπολσεβίκων», γράφει ο Τζορτζ Γκριλς των βρετανικών Times σε ρεπορτάζ του.
Με τα χρόνια το εν λόγω μυστικό εργαστήριο επέκτεινε σημαντικά τις δραστηριότητές του ενώ υπό την ηγεσία του Στάλιν οι ερευνητές και οι επιστήμονές του είχαν το δικαίωμα να δοκιμάζουν τα όποια θανατηφόρα μείγματά τους σε πολιτικούς κρατούμενους.
Σταδιακά η δηλητηρίαση κατέστη μία από τις πιο συνήθεις μεθόδους δολοφονίας που χρησιμοποιούσαν οι πράκτορες της KGB, καθώς παρέχει τη δυνατότητα στους δράστες να εγκαταλείπουν σχετικά εύκολα τον τόπο του εγκλήματος δίχως να γίνονται άμεσα αντιληπτοί.
Το 1959 στο Μόναχο ο διαβόητος ουκρανός εθνικιστής Στεπάν Μπαντέρα, δέχτηκε μια σφαίρα γεμάτη κυάνιο με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του ενώ το 1978 ο Γκεόργκι Μάρκοφ, ένας αντιφρονών βούλγαρος συγγραφέας, δολοφονήθηκε στο Λονδίνο, όταν τον πέτυχε στον μηρό ένα σφαιρίδιο, διαστάσεων κεφαλής καρφίτσας, με ρικίνη που εκτοξεύτηκε από μία ομπρέλα.
Η ύπαρξη και η ιστορία του μυστικού εργαστηρίου των Σοβιετικών (η τοποθεσία του οποίου παραμένει άγνωστη) αποκαλύφθηκε χάρη σε έναν αρχειοφύλακα της KGB που αυτομόλησε στη Δύση μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ. Τότε θεωρήθηκε ευρέως πως η μανία της Μόσχας με τις τοξίνες και τις δηλητηριάσεις ανήκε πλέον στο παρελθόν. Ωστόσο μετά την άνοδο του Βλαντίμιρ Πούτιν στην εξουσία και την επαναφορά στο προσκήνιο των siloviki (των πρώην συντρόφων του στις υπηρεσίες ασφαλείας) οι δηλητηριάσεις κατέστησαν εκ νέου προσφιλείς μεταξύ των πρακτόρων της Ρωσίας.
Το 2004, ο Βίκτορ Γιουστσένκο, πρόεδρος της Ουκρανίας την περίοδο 2005-2010, δηλητηριάστηκε με διοξίνη κατά την προεκλογική του εκστρατεία με αποτέλεσμα να παραμορφωθεί μόνιμα το πρόσωπό του.
Την ίδια χρονιά, η δημοσιογράφος και ακτιβίστρια για τα ανθρώπινα δικαιώματα Αννα Πολιτόφσκαγια αρρώστησε βαριά αφότου ήπιε τσάι σε μια πτήση της Aeroflot. Τελικά δολοφονήθηκε έπειτα από μία διετία, τον Οκτώβριο του 2006, στο ασανσέρ της πολυκατοικίας της στο κέντρο της Μόσχας.
Με τσάι που εμπεριείχε πολώνιο-210 δηλητηριάστηκε το 2006 και ο Αλεξάντερ Λιτβινένκο, πρώην πράκτορας της KGB, ο οποίος πρόλαβε να κατηγορήσει τον Βλαντίμιρ Πούτιν για την απόπειρα δολοφονίας του, πριν αφήσει, τελικά, την τελευταία του πνοή τρεις εβδομάδες μετά τη δηλητηρίασή του.
Το 2018, έπειτα από την απόπειρα δολοφονίας στην Αγγλία του ρώσου πρώην διπλού πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ και της κόρης του Γιούλια με Novichok, έναν νευροτοξικό παράγοντα που αναπτύχθηκε στην ΕΣΣΔ, οι βρετανικές υπηρεσίες ασφαλείας υποστήριξαν πως η εν λόγω τοξίνη παρασκευάστηκε στην κλειστή πόλη (ερευνητική/στρατιωτική βάση) του Σικχάνι, 870 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Μόσχας.
Με τον ίδιο νευροτοξικό παράγοντα δηλητηριάστηκε και σώθηκε σαν από θαύμα, τον Αύγουστο του 2020 και ο Αλεξέι Ναβάλνι, σφοδρός πολέμιος του Πούτιν, που σήμερα βρίσκεται στη φυλακή και έχει χαρακτηριστεί από τη Διεθνή Αμνηστία πολιτικός κρατούμενος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News