Η συνεχιζόμενη αντιπαράθεση γερμανικών συνδικάτων και εργοδοσίας σε μια σειρά τομείς έχει αρχίσει να κουράζει ένα μέρος της κοινής γνώμης και σίγουρα την κυβέρνηση του Ολαφ Σολτς. Αυτές τις ημέρες απεργούν ξανά οι εργαζόμενοι στα τρένα, αλλά και το προσωπικό εδάφους σε μια σειρά από αεροδρόμια. Απεργίες έχουν γίνει και σε άλλους τομείς, όπως των τοπικών συγκοινωνιών ή σε τομείς υπηρεσιών, που καλύπτονται από το παντοδύναμο συνδικάτο Verdi. Εάν σε όλα αυτά προστεθούν και οι ασυνήθιστα μαχητικές κινητοποιήσεις των αγροτών, τότε δημιουργείται η αίσθηση ότι η παραδοσιακή κοινωνική συναίνεση άλλων εποχών έχει πάει περίπατο.
Η Deutsche Welle αναρωτιόταν αυτές τις μέρες αν η κόντρα αυτή θα οξυνθεί περαιτέρω και παρέθετε και έρευνα ενός Ινστιτούτου φίλα προσκείμενου προς την εργοδοσία, το οποίο καταγράφει τις εργατικές κινητοποιήσεις από το 2010 και έπειτα.
Το συμπέρασμα ήταν κάτι παραπάνω από ξεκάθαρο: «Από το 2010 δεν είχαμε ποτέ άλλοτε τόσο εκτεταμένη διαμάχη, όπως ήταν αυτή του περασμένου έτους». Και, παρ’ ότι δεν υπάρχει επί του παρόντος αξιολόγηση για το πρώτο τρίμηνο του 2024, «τα στοιχεία καταδεικνύουν πως το τρέχον έτος θα είναι αντίστοιχο με το προηγούμενο». Ενας σημαντικός λόγος είναι μέχρι το τέλος του 2024 λήγουν συλλογικές συμβάσεις που αφορούν 12 εκατομμύρια εργαζόμενους.
Φόβοι για περαιτέρω κορύφωση
Ο μεγάλος φόβος της εργοδοσίας είναι ότι θα μπορούσαν να κηρυχθούν απεργίες επ’ αόριστο, επιδρώντας ακόμα πιο αρνητικά στην χωλαίνουσα τα τελευταία χρόνια γερμανική οικονομία, που αδυνατεί να μπει σε μια τροχιά ανάπτυξης, σε ρυθμούς που είχε συνηθίσει προ πανδημίας. Από την άλλη οι εργαζόμενοι που τα τελευταία χρόνια βίωσαν μείωση των πραγματικών τους εισοδημάτων λόγω και της εκτίναξης του πληθωρισμού αισθάνονται ανυπόμονοι και σίγουρα όχι ικανοποιημένοι με την πραγματική αύξηση του εισοδήματός τους μόλις κατά 0,1% πέρυσι, μετά από μια σειρά ετών με μειώσεις από το 2019 και μετά.
Σε όλα αυτά προστίθενται και μια σειρά από ψυχολογικοί παράγοντες, που δημιουργούν ένα σπιράλ αλληλοτροφοδοτούμενων προβλημάτων. Στη γερμανική κοινή γνώμη ο πληθωρισμός είναι ταυτισμένος μεταπολεμικά με θανάσιμη απειλή, ύστερα από τις τραυματικές εμπειρίες του μεσοπολέμου. Αυτή είναι μια άποψη που μοιράζονται από κοινοί εργοδότες και εργαζόμενοι, με τις φοβίες της κάθε πλευράς να εκφράζονται μεν διαφορετικά, αλλά τελικά να λειτουργούν σωρευτικά στην δημιουργία ενός κλίματος αντιπαράθεσης.
Αμήχανος και αδύναμος ηγέτης
Από την άλλη υπάρχει μια κυβέρνηση που μόνο εμπιστοσύνη δεν εμπνέει. Αν θέλει να είναι κανείς δίκαιος με τον Ολαφ Σολτς θα μπορούσε να του αναγνωρίσει ότι πράγματι βρέθηκε αντιμέτωπος με προβλήματα, που πριν από αυτόν κανείς δε μπορούσε να φανταστεί και κανείς προκάτοχός του δεν είχε αντιμετωπίσει. Το τέλος της φτηνής ενέργειας δεν κόστισε μόνο ακριβά στη βιομηχανία, αλλά ενίσχυσε και ένα αίσθημα ανασφάλειας στην κοινωνία, που δεν φρόντισε να προλάβει η κυβέρνηση, αφήνοντας να αιωρείται επί μήνες στην ατμόσφαιρα ο φόβος για «παγερούς χειμώνες».
Ο πόλεμος στην Ουκρανία υποχρέωσε σε μια πλήρη επαναπροσέγγιση της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, ανακατεύθυνση κονδυλίων, με το βάρος πια των στρατιωτικών δαπανών να πολλαπλασιάζεται και η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, που «έκοψε» πρακτικά 40 δισεκατομμύρια ευρώ από τον προϋπολογισμό, υποχρέωσε σε αλχημείες, που δε μπορούσαν να μην αφήσουν το αρνητικό τους αποτύπωμα στο κοινωνικό κράτος.
Όμως πέραν όλων αυτών των πρακτικών ζητημάτων υπάρχει και ένα θεμελιώδες πρόβλημα. Η κυβέρνηση αποτελείται από τρία κόμματα με σημαντικές διαφορές τόσο στις ιδεολογικές καταβολές τους, όσο και στον πυρήνα των ψηφοφόρων τους. Το πρόγραμμα που κατέληξαν στις αρχές του 2022 ήταν προϊόν συμβιβασμών, και πολλοί προέβλεπαν ότι κάποια στιγμή θα αναδυθούν προβλήματα στην επιφάνεια, που θα χρειαστεί ένα στιβαρό χέρι καγκελάριου για να τα υπερκεράσει. Όμως ο Ολαφ Σολτς κάθε άλλο παρά αυτή την εικόνα έχει δημιουργήσει. Ετσι με το πέρασμα του χρόνου ενισχύεται η πεποίθηση ότι η κυβέρνηση δεν θα καταφέρει να βγάλει την τετραετία, ειδικά όταν αυτή τη θεωρία βρίσκουν «σέξι» για αναπαραγωγή τα ΜΜΕ, δημοσιεύοντας μετρήσεις αλλά και αναλύσεις που βγάζουν άλλους πολιτικούς δημοφιλέστερους του καγκελάριου.
Είναι πράγματι εμμονικοί οι Γερμανοί;
Υπάρχει φυσικά και το μόνιμο ερώτημα για τις γερμανικές εμμονές που έχουν να κάνουν με το «φρένο χρέους» και τα μηδενικά ελλείματα. Ο φιλελεύθερος υπουργός Οικονομικών επέμεινε και φέτος σε αυτή τη λογική με πολύ μικρές παραχωρήσεις, προκαλώντας έτσι την οργή κοινωνικών ομάδων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τους αγρότες. Τα ποσά που εξοικονομεί με κάποιες τέτοιες αποφάσεις είναι μάλλον αστεία αν υπολογίσει κανείς το πολιτικό κόστος και την αναστάτωση που προκαλούν, αλλά και τις οικονομικές συνέπειες που έχουν τελικά απεργίες, διαδηλώσεις, κλεισίματα δρόμων, διακοπή εμπορικών δρομολογίων.
Ο πρώην «σοφός» της γερμανικής οικονομίας Πέτερ Μπόφινγκερ έγραφε πρόσφατα ότι η Γερμανία κινδυνεύει να καταστεί εκτός από «μεγάλος ασθενής» και ο «μεγάλος ανόητος» της Ευρώπης επιμένοντας σε περιοριστικές δημοσιονομικές πολιτικές με αποτέλεσμα αντί να προσπαθήσει να τονώσει την αναιμική ανάπτυξη να καταλήγει να την πριονίζει περισσότερο. Βεβαίως ο συγκεκριμένος οικονομολόγος επέμενε να λέει τα ίδια πράγματα και στην εποχή Μέρκελ επικρίνοντας την έλλειψη επενδύσεων σε τομείς υποδομών. Τότε κανείς δεν τον άκουγε. Σήμερα σχεδόν πάνδημη είναι η παραδοχή ότι σε τομείς όπως η ευρυζωνικότητα ή το περιφερειακό οδικό δίκτυο, αλλά και οι σιδηρόδρομοι η χώρα έχει χάσει πολύ χρόνο και θα πρέπει να ζοριστεί για να τον ανακτήσει.
Η σημερινή κυβέρνηση δεν δείχνει πάντως να έχει ούτε τη θέληση, ούτε το πρόγραμμα για κάτι τέτοιο. Μοιάζει να αναζητεί διαρκώς λύσεις ανάγκης, που θα μπορούν και τα τρία κόμματα να πουλήσουν στο δύσθυμο ακροατήριο τους. Πόσο καλά θα πάει αυτό; Το γεγονός ότι Σοσιαλδημοκράτες, Πράσινοι και Φιλελεύθεροι είναι σταθερά πολύ πιο κάτω σε ποσοστά από εκείνα των εκλογών του Σεπτεμβρίου του 2021 δίνει μια πρώτη γεύση για το αν αυτή η τακτική μπορεί να καρποφορήσει τελικά. Οι κινητοποιήσεις των επόμενων μηνών που προβλέπουν ορισμένοι, ίσως δώσουν και την οριστική απάντηση. Πάντως το Spiegel σημείωνε με σαρκασμό ότι μπορεί κάποιοι να το έχουν ξεχάσει, αλλά οι Γερμανοί έχουν και στο παρελθόν λειτουργήσει ως ένα έθνος διαμαρτυρόμενων κατεβαίνοντας στους δρόμους μαζικά όταν κάποια πράγματα τους ενοχλούν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News