Το παρατήρησε η ίδια, χαμογελώντας, έπειτα από 5 ώρες και 15 λεπτά αφότου πήρε τον λόγο: «Πιστεύω πως κατέρριψα ένα ρεκόρ», δήλωσε. Ήταν λίγο μετά τις τρεις η ώρα σύμφωνα με το ρολόι της Βουλής των Αντιπρόσωπων. Αλλά η Νάνσι Πελόζι συνέχισε να μιλά για τους «Ονειροπόλους», για τα παιδιά, δηλαδή, των παράτυπων μεταναστών που μεγάλωσαν και ζουν στις ΗΠΑ. Έως τις έξι και δέκα, ολοκληρώνοντας, έτσι, μια ομιλία συνολικής διάρκειας 8 ωρών και επτά λεπτών, την πλέον μακροσκελή που έχει ποτέ εκφωνηθεί στην ιστορία του αμερικανικού Κογκρέσου. Έως τότε τα πρωτεία κατείχε, από το 1909, ένας άλλος Δημοκρατικός, ο Τζέιμς Μπίτσαμπ Κλαρκ ο οποίος είχε μιλήσει για σχεδόν πεντέμισι ώρες.
Αλλά αυτή η αξιομνημόνευτη παρέμβαση της επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος στη Βουλή των Αντιπροσώπων είναι πολύ πιθανό να αφορά μια πολιτική ήττα. Κατά την πολύωρη ομιλία της η αμερικανίδα πολιτικός εξήγησε γιατί, το βράδυ της Πέμπτης απέρριψε τον συμβιβασμό ανάμεσα σε Ρεπουμπλικανούς και Δημοκρατικούς για τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό. Παρότι ήταν πολύ πιθανό μια σημαντική μερίδα Δημοκρατικών, βουλευτών και γερουσιαστών, να τον στηρίξουν. Επιδίωξη της Νάνσι Πελόζι ήταν να παρέμβει με τρόπο ξεκάθαρο. Μέσω μιας πολιτικής αγόρευσης, με την παραδοσιακή έννοια του όρου.
Πάντως σίγουρα ο στόχος της δεν ήταν κωλυσιεργήσει, κατά το πρότυπο της γερουσιάστριας Γουέντι Ντέιβις η οποία, το 2013, αγόρευσε επί σχεδόν έντεκα ώρες για να παρεμποδίσει την έγκριση δρακόντειου νομοσχεδίου κατά των αμβλώσεων στο Τέξας. Ούτε να παρουσιάσει ένα ιδεολογικό μανιφέστο ακολουθώντας τα βήματα του φημισμένου για τις ρητορικές του ικανότητες και τις πολύωρες ομιλίες του, Φιντέλ Κάστρο.
Αντιθέτως, η 78χρονη (τον επόμενο μήνα) Νάνσι ξεκίνησε να αγορεύει, με χαμηλή φωνή, στις 10 και 4 λεπτά το πρωί. Σύμφωνα με όλα όσα ορίζουν οι κανονισμοί του αμερικανικού κοινοβουλίου, δικαιούταν να μιλήσει περισσότερο, όντας επικεφαλής της κοινοβουλευτικής μειοψηφίας των Δημοκρατικών, από όλους τους υπόλοιπους. Τελικά παρέμεινε όρθια, πάνω στις ψηλοτάκουνες γόβες της, επί πολλές ώρες, απλώνοντας κάθε τόσο το χέρι της προς ένα μπουκάλι νερό.
Και μίλησε για «κοινωνική δικαιοσύνη», για την «ηθική ευθύνη» των αμερικανών πολιτικών προς όλους αυτούς τους «πατριώτες ονειροπόλους» της Αμερικής. Οι «Dreamers» είναι 800.000 άνδρες και γυναίκες που έφτασαν στις ΗΠΑ όταν ήταν ακόμα παιδιά, ακολουθώντας τους γονείς τους που κατάφεραν να φτάσουν στην «Γη της Επαγγελίας», δίχως, ωστόσο, να έχουν στην κατοχή τους τα απαραίτητα χαρτιά.
Έως τις 4 Μαρτίου οι αμερικανικές αρχές δεν μπορούν να τους απελάσουν. Χάρη στον «Daca» (Deferred Action for Childhood Arrivals) όπως αποκαλείται στις ΗΠΑ, το σχετικό νομοσχέδιο που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση Ομπάμα τον Ιούνιο του 2012 και ανακλήθηκε από τον Ντόναλντ Τραμπ τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Αυτό που ζήτησε, μέσω της παρέμβασής της, η Πελόζι ήταν να συμπεριληφθεί η εν λόγω αμνηστία στις διατάξεις όσον αφορά την επαναχρηματοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Και για αυτό διάβασε, μία προς μία, περί τις 300 ιστορίες ζωής, όπως εκείνη του κυβερνήτη του Air Force One, γιου ενός πιλότου από το Περού.
Η Νάνσι Ντ’ Αλεσάντρο, γεννήθηκε στη Βαλτιμόρη τον Μάρτιο του 1940 από ιταλοαμερικανούς γονείς. To 1963 παντρεύτηκε τον επιχειρηματία Πολ Πελόζι. Μητέρα πέντε παιδιών υπήρξε η πρώτη γυναίκα που ανέλαβε καθήκοντα προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, θέση την οποία κατείχε από το 2007 έως το 2011. Θεωρείται φιλελεύθερη, έως και ριζοσπαστική για τα αμερικανικά δεδομένα καθώς τάσσεται υπέρ των αμβλώσεων, της ευθανασίας και της Γενετικής Ιατρικής. Αλλά κατά την αγόρευσή της ξάφνιασε πολλούς, καταφεύγοντας στη θρησκεία. «Ίσως να έπρεπε να φέρω το κομποσκοίνι μου, που είναι ευλογημένο από τον Πάπα», δήλωσε, πριν αναφερθεί στην παραβολή του Καλού Σαμαρείτη.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News