Το φθινόπωρο του 2018, ένα κοντέινερ γεμάτο εξοπλισμό μέτρησης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης έφτασε στο κέντρο του μικρού γερμανικού χωριού Μέλπιτζ, μια αγροτική κοινότητα κοντά στην πόλη Τοργκάου, στην παγετώδη κοιλάδα του ποταμού Ελβα.
Ο δρ Ντομινίκ βαν Πίνξτερεν, μέλος του Ινστιτούτου Τροποσφαιρικής Ερευνας Leibniz της Λειψίας, εξηγεί στον Guardian τους λόγους της αποστολής: «Ανησυχούσαμε ότι η καύση ξύλου θα μπορούσε να είναι μια σημαντική πηγή σωματιδιακής ρύπανσης σε μικρά χωριά, καθώς αυτές οι περιοχές δεν καλύπτονται επαρκώς από επίσημα δίκτυα παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα».
Το Μέλπιτζ βρίσκεται στη Σαξονία, περιβάλλεται από γεωργική γη και βοσκοτόπους και φιλοξενεί περίπου 200 άτομα. Οι κάτοικοι ζουν σε 63 σπίτια, κυρίως θερμαινόμενα με κεντρική θέρμανση πετρελαίου ή ξύλου, με έναν μικρό αριθμό οικιών να χρησιμοποιούν κάρβουνο.
Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η χειμερινή σωματιδιακή ρύπανση στο χωριό ήταν συχνά διπλάσια από αυτή στα κοντινά χωράφια. Ο αέρας γινόταν χειρότερος τα Σαββατοκύριακα, όταν ο καπνός από τις σόμπες επιβάρυνε το μείγμα ρύπανσης. Για τους κατοίκους του χωριού ο κίνδυνος από την πρόσθετη σωματιδιακή ρύπανση εκτιμήθηκε πως ήταν κατά 50% υψηλότερος από τον κίνδυνο θανάτου σε τροχαίο ατύχημα.
Ο αέρας στο χωριό περιείχε καρκινογόνους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες, οι οποίοι είναι επίμονοι ρύποι στον καπνό που προκαλούν το ξύλο και το κάρβουνο. Ο κίνδυνος καρκίνου από αυτές τις εκθέσεις ήταν αντίστοιχος με εκείνον στις μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, με την Αθήνα και τη Φλωρεντία να έχουν τα ηνία στις αντίστοιχες μετρήσεις.
Πρόσφατα δεδομένα από ένα χωριό στη Σλοβενία και μια μελέτη σε τρεις μικρές πόλεις της Ιρλανδίας δείχνουν ότι ίδια κατάσταση με του Μέλπιτζ είναι πιθανό να επικρατεί σε πολλές αγροτικές περιοχές. Η θέρμανση κατοικιών με ξύλο οδηγεί σε σημαντική ρύπανση της ατμόσφαιρας, που επηρεάζει ανθρώπους όλων των ηλικιών, καθώς αναπνέουν τον ίδιο αέρα.
Μια άλλη μελέτη εξέτασε τις επιπτώσεις στην υγεία μέσα σε ιρλανδικά σπίτια που καίνε ξύλο, κάρβουνο και τύρφη – τα περισσότερα από αυτά σε αγροτικές πόλεις και χωριά. Οι ηλικιωμένοι που ζέσταιναν τα σπίτια τους με ανοιχτές εστίες είχαν δύο με τρεις φορές μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης αναπνευστικών νόσων σε σύγκριση με εκείνους που χρησιμοποιούσαν κλειστές σόμπες.
Αυτός ο αντίκτυπος ήταν πέρα από τις επιπτώσεις του καπνίσματος, των παιδικών προβλημάτων αναφορικά με τους πνεύμονες και της υγρασίας στο σπίτι, παράγοντες που συμβάλλουν σημαντικά στην πρόκληση αναπνευστικών νοσημάτων. Ο κίνδυνος είναι μεγάλος και στις αγροτικές κατοικίες χωρών όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίες καίνε ξύλο και κάρβουνο σχεδόν διπλάσιο συγκριτικά με τα μεγάλα αστικά κέντρα.
Στην ιρλανδική έρευνα αποδείχθηκε ότι, ως ομάδες, ακόμα και όσοι χρησιμοποιούσαν κεντρική θέρμανση διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο ρύπανσης, καθώς μεγάλος αριθμός σπιτιών στη χώρα χρησιμοποιούν ανοιχτά τζάκια ως επικουρική πηγή θέρμανσης.
Μια παλαιότερη μελέτη στην Ιρλανδία συνέδεσε επίσης τον καπνό των εσωτερικών χώρων από τα ανοιχτά τζάκια με επιτάχυνση της γνωστικής εξασθένησης και της πρόκλησης άνοιας. Παράλληλα, μια αμερικανική μελέτη διαπίστωσε ότι η θέρμανση ενός σπιτιού με ξυλόσομπα ή τζάκι αυξάνει τον κίνδυνο καρκίνου του πνεύμονα κατά 43%.
Υπάρχει σαφώς επείγουσα ανάγκη για περισσότερα δεδομένα, αλλά και για ενέργειες μείωσης της έκθεσης στη ρύπανση του ξύλου και του κάρβουνου στις αγροτικές κοινότητες όλης της Ευρώπης. Οι ερευνητές τονίζουν ότι η ευαισθητοποίηση του κοινού για τις βλάβες της οικιακής καύσης είναι ακόμα πολύ χαμηλή.
Το πρώτο βήμα είναι η ανάδειξη αυτών των βλαβών για τους καταναλωτές, με την εισαγωγή προειδοποιητικών ετικετών για την υγεία τόσο στις σόμπες όσο και στα στερεά καύσιμα, όπως το ξύλο, ο άνθρακας και τα εναλλακτικά καύσιμα – όπως δηλαδή γίνεται και με τις προειδοποιήσεις για βλάβες στην υγεία εξαιτίας του καπνίσματος, τονίζουν οι επιστήμονες.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News