«Για να ανατρέψουμε τα δημοσκοπικά δεδομένα πρέπει πρώτα να ανατρέψουμε τα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό. Ευκαιρίες υπάρχουν και θα υπάρξουν κι άλλες που θα τις προκαλέσουμε εμείς οι ίδιοι» υποστηρίζει κορυφαίο κυβερνητικό στελεχος που βρίσκεται πολύ κοντά στον Αλέξη Τσίπρα.
Οι «ευκαιρίες» εμφανίζονται πράγματι, η μια μετά την άλλη, τις τελευταίες μέρες και φαίνεται πως στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν αποφασίσει να μην τις αφήσουν αναξιοποίητες.
Η κρίση με τον κυβερνητικό εταίρο
Η πρώτη επεισοδιακή συνάντηση Τσίπρα – Καμένου, παρόντος του Νίκου Παππά, πραγματοποιήθηκε στις 15 Μαρτίου στο σπίτι του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής και σηματοδότησε την αρχή του τέλους μιας μέχρι πρότινος ειδυλλιακής σχέσης. Η επόμενη δημόσια συνάντηση των δυο κυβερνητικών εταίρων, που έγινε στις 20 Μαρτίου, για να διασκεδάσει τις φήμες που είχαν προκληθεί από δημοσίευμα του «Φιλελεύθερου» την προηγούμενη μέρα για σοβαρή κρίση στις σχέσεις Τσίπρα – Καμένου δεν ήταν αρκετή για να επιστρέψουν ο Πρωθυπουργός και ο υπουργός Αμυνας στις παλιές ειδυλλιακές μέρες. Τους χωρίζουν πολλά και σημαντικά: Σκοπιανό, διαχείριση της κρίσης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και διαφορετικές εκτιμήσεις και προτεραιότητες σε σχέση με τις στρατηγικές συμμαχίες της χώρας στη διεθνή σκηνή.
Πρώτον, ο κ. Καμένος δεν είναι διατεθειμένος να «καταπιεί» μια σύνθετη ονομασία με τον όρο «Μακεδονία» για τα Σκόπια. Η ιδέα ότι θα αφήσει τους βουλευτές του να ψηφίσουν κατά συνείδηση –που έπεσε στο τραπέζι– απορρίφθηκε κατηγορηματικά, κυρίως όταν ο ΣΥΡΙΖΑ άρχισε τις διαρροές περί τριών βουλευτών των ΑΝΕΛ που φέρονται διατεθειμένοι να στηρίξουν όποια λύση φέρει ο Νίκος Κοτζιάς.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο κ. Καμένος, μετά τις συναντήσεις του με τον κ. Τσίπρα, φρόντισε να ξεκαθαρίσει ότι το κόμμα του θα «εμποδίσει» οποιαδήποτε λύση περιέχει τον όρο «Μακεδονία» στην ονομασία της γειτονικής χώρας.
Δεύτερον, τα ελληνοτουρκικά οδηγούν τη σχέση Τσίπρα – Καμένου «στο κόκκινο». Ο υπουργός Αμυνας θεωρεί ότι τον έχουν αφήσει εντελώς απ’ έξω στη διαχείριση της υπόθεσης των δύο έλλήνων στρατιωτικών, για την οποία ο Πρωθυπουργός ενημερώνεται απευθείας από τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ και συνομιλεί μόνο με τον υπ. Εξωτερικών κ. Κοτζιά και τον αναπληρωτή υπ. Αμυνας, Φώτη Κουβέλη.
Το γεγονός αυτό κάνει «έξαλλο» τον κ. Καμένο, που έχει αποφασίσει να κινείται σε δική του γραμμή, ανεβάζοντας τους τόνους απέναντι στην Αγκυρα, πράγμα που καθόλου δεν αρέσει στο Μαξίμου.
Οι δηλώσεις του Καμένου από την Αρμενία, με αναφορά στο 1821, έγιναν δίχως συνεννόηση με το Μαξίμου και το υπουργείο Εξωτερικών. Οπως βέβαια και οι αλλεπάλληλες αναφορές του σε «ομήρους», τις οποίες εξουσιοδοτήθηκε να αποδομήσει ο κ. Κουβέλης.
Η σχέση του κ. Καμένου με τον κ. Τσίπρα γίνεται ακόμη πιο δύσκολη από την ώρα που ο υπ. Αμυνας κινείται στην κατεύθυνση της ανταλλαγής φραστικών πυρών με την Άγκυρα, ερημην του ίδιου του Πρωθυπουργού, με κάποιους να εκτιμούν ότι αυτή η κλιμάκωση λαμβάνει επικίνδυνες διαστάσεις.
Τρίτον, ο υπουργός Αμυνας ακολουθεί δική του γραμμή και στο ζήτημα των στρατηγικών συμμαχιών της χώρας. Τον ενδιαφέρουν, όπως και τον Πρωθυπουργό, οι σχέσεις με τις ΗΠΑ, που περνούν και μέσα από την αναβάθμιση των F16. Εχει όμως την απαίτηση να ανακοινώσει επισήμως αυτή την αναβάθμιση ο ιδιος και όχι ο Πρωθυπουργός! Τον ενδιαφέρει επίσης η στενή σχέση με τη Μόσχα, προτείνει δε την επένδυση στο ρωσικό παράγοντα, ακόμη και για το θέμα των δυο έλλήνων στρατιωτικών, θεωρώντας ότι η Ελλάδα μπορεί να πείσει τον Βλαντίμρι Πούτιν να ζητήσει από τον Ερντογαν την απελευθέρωση τους, στη μεθαυριανή τους συνάντηση. Ενώ ενδιαφέρεται να διατηρεί πρωταγωνιστικό ρόλο στις σχεσεις μας με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία, οκ. Πάνος Καμένος –σε αντίθεση με τον Τσίπρα– δεν επενδύει στη στρατηγική συμμαχία με το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες, όπου όμως ο Πρωθυπουργός έχει εναποθέσει τις ελπίδες του για τους όρους υπό τους οποίους θα βγει η χώρα από το Μνημόνιο.
Τέταρτον, ο κ. Καμένος δεν βλέπει με καλό μάτι τη συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής. Για την υλοποίηση της πρότασης του Σταύρου Θεοδωράκη σχετικά με τη συγκρότηση αυτού του συμβουλίου, ο Πρωθυπουργός έχει αναθέσει στον κ. Κοτζιά τη συνεργασία με το Ποτάμι και βασικός συνομιλητής του είναι ο βουλευτής Σπύρος Δανέλλης. Για το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, που θα λειτουργεί ως ένα αναβαθμισένο ΚΥΣΕΑ, κατά το πρότυπο του Ισραήλ και της Τουρκίας, το όνομα του υπουργού Εξωτερικών «παίζει» ως το επικρατέστερο να τεθεί επικεφαλής. Αρα, και υιοθετείται μια πρόταση Θεοδωράκη –με τον οποίον ο κ. Καμένος είναι σε μετωπική σύγκρουση– και αναλαμβάνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο ο κ. Κοτζιάς, με τον οποίο εσχάτως δεν υπάρχει πεδίο συνεννόησης.
Η συνταγματική αναθεώρηση ως σανίδα σωτηρίας
Με όλα αυτά τα δεδομένα στη σχέση με τον κυβερνητικό εταίρο, η πρόταση της Φώφης Γεννηματά για τη συνταγματική αναθεώρηση εξελήφθη από το Μαξίμου όχι απλώς σαν «ευκαιρία» αλλά σα μια «σανίδα σωτηρίας». Αν και γνωρίζει καλά ότι η Γεννηματά δεν έκανε την πρόταση για να ανοίξει δίαυλο επικοινωνίας μαζί του, ο Τσίπρας αποφάσισε να την αξιοποιήσει επικοινωνιακά για να ξεφύγει από την υπόθεση Νοβαρτις, που εξελίχθηκε σε πολιτικό, επικοινωνιακό «φιάσκο» για την κυβέρνηση. Το γεγονός μάλιστα ότι η πρόταση της Γεννηματά επικρίνεται από τον Ευάγγελο Βενιζέλο και δεν βρίσκει σε αυτή τη φάση θετική απήχηση από την πλευρά της ΝΔ, εκλαμβάνεται από το Μέγαρο Μαξίμου ως μια πρόσθετη «ευκαιρία»: Θεωρούν, δηλαδή, ότι προσεγγίζοντας την Γεννηματά μέσω της πρότασής της για συνταγματική αναθεώρηση, αφ’ ενός της εντείνουν ένα υπάρχον εσωκομματικό πρόβλημα και αφ´ ετέρου διασπούν το αντιπολιτευτικό μέτωπο ΝΔ – ΔΗΣΥ που ενισχύθηκε με τις παραπομπές των 10 πολιτικών προσώπων για τη Νοβάρτις.
Είναι χαρακτηριστικές οι θετικές αναφορές του Πρωθυπουργού για την ίδια την κυρία Γεννηματά στην ομιλία του στο περιφερειακό αναπτυξιακό συνέδριο για την Ανατολική Αττική και η ταυτόχρονη επίθεση που εξαπέλυσε σε Κυριάκο Μητσοτάκη και Βαγγέλη Βενιζέλο.
Το άνοιγμα που επιχειρεί ο Τσίπρας μέσα από την «ευκαιρία» της συζήτησης για συνταγματική αναθεώρηση έχει επίσης ως απώτερο στόχο την υλοποίηση του σχεδίου μετεξέλιξης – ή μεταμφίεσης – του ΣΥΡΙΖΑ σε μια Νέα ΑΡΙΣΤΕΡΑ με σοσιαλδημοκρατικά χαρακτηριστικά. Εγχείρημα που οι επιτελείς του Μαξίμου θεωρούν ότι «επείγει αλλά ταυτοχρόνως διευκολύνεται» όσο μεγαλώνει το χάσμα που χωρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ. Επισημαίνουν μάλιστα ότι το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι ηχηρές φωνές από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ (Σκουρλέτης, Κούλογλου, κα) που προμηνύουν ότι η συμμαχία με τους ΑΝΕΛ κλείνει τον κύκλο της, στέλνοντας ετσι το μήνυμα ότι είναι ανοιχτοί σε νέες συμμαχίες.
Το ζήτημα βέβαια είναι ότι το τανγκό θέλει δυο. Ομως ο τρόπος που αντιμετωπίζουν από τη Χαριλάου Τρικούπη τα καλά λόγια του πρωθυπουργού για τη Φωφη Γεννηματά, με αφορμή τη συνταγματική αναθεώρηση, δείχνει ότι προς το παρόν η «ευκαιρία» που βλέπουν στο Μέγαρο Μαξίμου δεν έχει κανένα ουσιαστικό πολιτικό περιεχόμενο. Χαρακτηριστική η απάντηση του στενού συνεργάτη της Γεννηματά, Θεόδωρου Παπαθεοδώρου, στο κάλεσμα του Τσίπρα προς την πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ: «Το Κίνημα Αλλαγής ούτε πρότεινε συνεργασία, ούτε είναι διατεθειμένο να συνεργαστεί»…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News