Πας να τον συναντήσεις με δέος, με εκατομμύρια πράγματα που θα ήθελες να πεις στον τεράστιο αυτό ηθοποιό των τριών Οσκαρ και των ταινιών που θεμελίωσαν άξονες υποκριτικής στον κινηματογράφο τα τελευταία τρία χρόνια. Πας λοιπόν να δεις, να ακούσεις, να ρωτήσεις, να τον αντικρίσεις χωρίς καμία οθόνη να παρεμβαίνει μεταξύ σας. Και κάθε δέος ή προδιάθεση καταλύεται αμέσως από την καταιγίδα που είναι η βαθιά ευγένεια και η τρυφερότητά του.
Τόσο το πρωί της Πέμπτης στη συνέντευξη Τύπου όσο και το βράδυ στη σκηνή της αίθουσας «Σταύρος Νιάρχος» στο ΚΠΙΣΝ ο Ντάνιελ Ντέι Λιούις υπήρξε δοτικός, πρόθυμος, γενναιόδωρος, έτοιμος να ακούσει και να απαντήσει ακόμα και στην πιο ηλίθια ή σχεδόν προσβλητική ερώτηση. Να εκθέσει μπροστά μας την τεράστια προσωπικότητα του προκειμένου να φωτιστεί ο σκοπός της Εταιρείας Προστασίας Σπαστικών. Και να κοιτάξει με ευγνωμοσύνη στα μάτια τη Δάφνη Οικονόμου, πρόεδρο της Εταιρείας, αναγνωρίζονταν τη δύναμη και την προσφορά της.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης στην αίθουσα μετά την προβολή της ταινίας, αλλά και στη συνέχεια στο κοκτέιλ που δόθηκε στον πέμπτο όροφο του ΚΠΙΣΝ ήταν σαν πολλά μικρά, συνεχή σοκ να παρεμβαίνουν στην εικόνα και σχεδόν αυτομάτως να κινείται μια ανάγκη να προστατέψει κάποιος τον Λιούις. Στάθηκε λοιπόν έτοιμος να απαντήσει σε κάθε ερώτηση, απολύτως ειλικρινής, ξεκαθαρίζοντας «δεν έχω δει την ταινία. Ακούω μόνο τη γνώμη ανθρώπων που την είδαν». Απάντησε σε όλα. Εξομολογήθηκε πως συχνά «νιώθω στοιχειωμένος. Πιστεύω ότι οι άνθρωποι που αγαπούσα και έχουν πεθάνει είναι για πάντα δίπλα μου. Και αυτό με κάνει ευτυχισμένο. Ευχαριστώ πολύ για την ερώτηση»… Και φρόντισε να βάλει στη σωστή θέση την καρέκλα της Δάφνης Οικονόμου, να της φτιάξει το μικρόφωνο, να βεβαιωθεί ότι είναι άνετα τα πάντα για αυτήν.
Οσο αυτή η εξομολογητική διαδικασία συνεχιζόταν αποκαλύπτοντας τη στοχαστική διάθεση, το χιούμορ, την φιλοσοφία του ηθοποιού που κάθε του ρόλος είναι ένας άθλος με συχνότερο πυρήνα την σκληρότητα και την αντιξοότητα, κάποιοι άρχισαν να σηκώνονται και να αποχωρούν από την αίθουσα. Αργά, προχώρησαν σηκώνοντας τους διπλανούς τους μέχρι να φτάσουν στον διάδρομο. Και το ίδιο, ξανά και ξανά. Αμηχανία στο κοινό και ο Λιούις ακόμα και αυτή τη στιγμή να λέει «καταλαβαίνω, κάποιοι πρέπει να φύγουν να προλάβουν το λεωφορείο τους».
Νέα παιδιά σχεδόν να αναπηδούν καθώς του μιλούσαν, παθιασμένα και αυτός να τα συμβουλεύει «ποτέ μην κάνετε μια δουλειά στο θέατρο και στον κινηματογράφο αν δεν σας αρέσει. Ακούστε το ένστικτό σας. Είναι προτιμότερο να δουλέψετε ταμίας σε σούπερ μάρκετ αντί να κάνετε μια δουλειά που δεν σας εκφράζει. Το ίδιο έκανα και εγώ. Γι’ αυτό και πρέπει να λες συχνά όχι». Αλλά απάντησε και ερωτήσεις στο όριο, όπως «έχω δει όλες τις ταινίες σας και έχουν όλες ισχυρό νόημα. Η “Αόρατη Κλωστή” δεν έχει τόσο ισχυρό μήνυμα πιστεύω. Τι μήνυμα έχει κατά τη γνώμη σας;». Για να απαντήσει μειδιώντας, πάντα ευγενικά «δεν έχω δει την ταινία, δεν μπορώ να σας βοηθήσω δεν ξέρω το μήνυμα».
Και μετά η ώρα του κοκτέιλ στον τελευταίο όροφο. Με τα μάτια καρφωμένα στις εισόδους επί ώρα περίμεναν όλοι. Ωσπου εμφανίστηκε και ακολούθησε μια σχεδόν διονυσιακή τελετή. Ολοι πάνω του. Να τον τραβάνε για να βγάλουν σέλφις και αυτός να κάθεται υπομονετικά και να χαμογελάει, να υπογράφει αυτόγραφα, χωρίς να βγαίνει λέξη από το στόμα του, μόνο να χαμογελά με τις ρυτίδες να σχηματίζουν έναν χάρτη γύρω από τα μάτια του, να του ακουμπούν το τζιν πουκάμισο, να προσπαθεί να προχωρήσει και να είναι αδύνατο, κάποια στιγμή είδα κάποιαν κυρία να τον πλησιάζει κρατώντας ένα μωρό, αδύνατο να διασχίσει την αίθουσα, αδύνατο να βγει ο Λιούις. Το χαμόγελό του δεν έκρυβε την αίσθηση της αμηχανίας σχεδόν απόσυρσης από αυτό που συνέβαινε. Σαν να μην έβλεπε πια το πώς όλοι τον διεκδικούσαν. Η κυρία Οικονόμου να τον κρατά από το χέρι κάποια στιγμή και αργά να τον οδηγεί προς την πρώτη έξοδο, μια πόρτα που οδηγεί στο χώρο της κουζίνας. «Αυτό ήταν;» ακούω κάποια απογοητευμένη σχεδόν δίπλα μου.
Αυτή η επίμονη αίσθηση ότι είναι δικός σου ο σταρ, ότι σου οφείλει στιγμές οικειότητες, σου χρωστά κάτι από τον εαυτό του. Η εμμονή με την ιδιότητα του ηθοποιού που καταλύει κάθε ιδιωτικότητα. Ακόμη και όταν ο ίδιος ο Λιούις δεν ήθελε τίποτα άλλο από το να σταθεί ανάμεσά μας ως θνητός που είναι. Φεύγοντας σκεφτόμουν πόσο πραγματικά βαθιά αγαπά τα παιδιά στην Εταιρεία Προστασίας Σπαστικών, πόσο ξεπερνάει δικά του όρια για να τα στηρίξει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News