Ο κλοιός γύρω από τον Ντόναλντ Τραμπ γίνεται όλο και πιο στενός. Η απαγγελία κατηγοριών κατά του Πολ Μάναφορτ, του συνεργάτη του Ρικ Γκέιτς και του «δικού μας» Τζορτζ Παπαδόπουλος, μπορεί να μην αποδεικνύει σε πρώτη φάση την προσωπική εμπλοκή του αμερικανού προέδρου στην υπόθεση, αλλά τον φέρνει σε πολύ δύσκολη θέση. Ο Μάναφορτ δεν είναι τυχαίο πρόσωπο. Ηταν από τους πιο στενούς συνεργάτες του Τραμπ και επικεφαλής της προεκλογικής του εκστρατείας, από τον Ιούνιο ως τον Αύγουστο του 2016 (όταν αναγκάστηκε να παραιτηθεί καθώς έγινε γνωστό ότι είχε λάβει χρήματα από τον τον πρώην πρόεδρο της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς).
Τη βαρύτητα των κατηγοριών και το εύρος του σκανδάλου που ίσως αποδειχτεί πιο σοβαρό και από το Γουότεργκεϊτ δίνει ο πρώην επικεφαλής της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφαλείας (NSA), από το 2010 ως τις αρχές του 2017, Τζέιμς Κλάπερ. Ο μέχρι πρότινος επικεφαλής των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, είναι πια συχνός επισκέπτης του CNN και δεν έχει κανένα πρόβλημα να μιλάει στους δημοσιογράφους.
Ο Κλάπερ, επί δεκαετίες «ψυχή» των μυστικών υπηρεσιών, απέφευγε στο παρελθόν τα ΜΜΕ όπως ο «διάολος το λιβάνι». Ο πρώην στρατηγός, που κάθε άλλο παρά προοδευτικό μπορεί να τον χαρακτηρίσει κανείς – οι Δημοκρατικοί τον είχαν κατηγορήσει όταν έγινε γνωστή από τον Σνόουντεν η έκταση του σκανδάλου των τηλεφωνικών υποκλοπών από την NSA- είναι πλέον από τους πιο επιθετικούς επικριτές του Τραμπ και το κάνει δημόσια.
Μιλώντας στο Politico μετά τις συλλήψεις δήλωσε ότι η υπόθεση «έχει επιπτώσεις πολύ πιο σοβαρές από το Γουότεργκεϊτ γιατί αυτή η περίπτωση αφορά κινήσεις ενός αντιπάλου των ΗΠΑ, ο οποίος αναμείχθηκε κατά τρόπο άμεσο και επιθετικό στις εκλογές με στόχο να υπονομεύσει το δημοκρατικό σύστημα τη χώρας μας». Αντίθετα, το Γουότεργκεϊτ, το οποίο οδήγησε τον Νίξον σε παραίτηση το 1974, ήταν μία «εσωτερική πολιτική μηχανορραφία».
Από τις δηλώσεις του Κλάπερ εντυπωσιάζει το γεγονός ότι οι μυστικές υπηρεσίες της, κατά τεκμήριο ισχυρότερης χώρας στον κόσμο, δεν είχαν αντιληφθεί ως πριν από λίγους μήνες το βάθος, την έκταση και τη λογική της διείσδυσης των Ρώσων στα αμερικανικά κοινωνικά δίκτυα. «Γνωρίζαμε ότι χρησιμοποιούσαν τα κοινωνικά δίκτυα αλλά μας είχε διαφύγει το πόσο καλά μελετημένη ήταν η δράση τους η οποία βασιζόταν σε στοχευμένη διαφήμιση στο Facebook και στο Twitter προς συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού ή στη στήριξη ακτιβιστικών ενεργειών, από το Black Lives Matter ως τις εκστρατείες κατά των μεταναστών». Οι κινήσεις αυτές, κατά τον Κλάπερ, όχι μόνο επηρέασαν την έκβαση των εκλογών του 2016 αλλά «πέτυχαν απόλυτα στο να επιταχύνουν την πόλωση και τον διχασμό στην αμερικανική πολιτική» .
«Νίκησε ο Πούτιν»
Μετά τη λήξη της θητείας του ως επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών ο Κλάπερ μπήκε στο στόχαστρο του Τραμπ, ο οποίος τον κατηγόρησε μεταξύ άλλων ότι παρακολουθούσε τα τηλέφωνα του Trump Tower (κατηγορία που εκ των υστέρων αποδείχτηκε ανυπόστατη). Ο Κλάπερ, μιλώντας στο Politico, εξήγησε ότι αποφάσισε να μιλήσει ανοιχτά καθώς θεωρεί την υπόθεση εξαιρετικά επικίνδυνη για την ασφάλεια και τη δημοκρατία στις ΗΠΑ, προσθέτοντας ότι ο κίνδυνος γίνεται μεγαλύτερος λόγω της έλλειψης αντιδράσεων από τον Λευκό Οίκο. «Τους ενημερώσαμε αμέσως μετά την εκλογή του Τραμπ, αλλά ο πρόεδρος προσπάθησε να υποβαθμίσει το θέμα λέγοντας ότι πρόκειται για κοροϊδία ή κυνήγι μαγισσών. Ο Πούτιν ως σήμερα κερδίζει. Και τώρα αισθάνεται ακόμα πιο ισχυρός για να συνεχίσει. Ακόμα περισσότερο που ο Τραμπ ενώ θέλει να ακυρώσει τη συμφωνία με το Ιράν για τα πυρηνικά -παρότι η Τεχεράνη την έχει σεβαστεί- αγνοεί τις σοβαρές ρωσικές παραβιάσεις της συμφωνίας για τα πυρηνικά όπλα μέσου βεληνεκούς».
Παρά την ξεκάθαρη αντίθεσή του στον Τραμπ ο Κλάπερ δεν συμφωνεί με τις σκέψεις που αρκετοί στις ΗΠΑ διατυπώνουν για παραπομπή του προέδρου με το ερώτημα της καθαίρεσης (impeachment). «Θα προκαλούσε ακόμα μεγαλύτερη πόλωση και διχασμό, ενώ παράλληλα θα έδινε τροφή σε θεωρίες συνωμοσίας. Δεν είμαι σίγουρος ότι η αποπομπή του προέδρου θα ήταν η σωστή κίνηση».
Θα «κελαηδήσει» ο Μάναφορτ;
Τώρα μετά την απαγγελία κατηγοριών στον Μάναφορτ δύο είναι τα σημαντικά ερωτήματα. Το πρώτο: τώρα που ο Μάναφορτ βρίσκεται αντιμέτωπος με κατηγορίες που επισύρουν πολύχρονη φυλάκιση θα «πουλήσει» το πρώην αφεντικό του δίνοντας στις Αρχές στοιχεία που θα τον ενοχοποιούν σε αντάλλαγμα ευνοϊκή μεταχείριση από το δικαστήριο;
Το δεύτερο αφορά τον ίδιο τον Τραμπ: θα επιχειρήσει να λύσει το πρόβλημα δίνοντας χάρη στον πρώην συνεργάτη του; Και αν το κάνει τι ακριβώς θα σημαίνει για τον Μάναφορτ; Θα μεταφερθεί απλώς από ομοσπονδιακή σε πολιτειακή φυλακή; Αυτό διότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ μπορεί να δώσει χάρη για ομοσπονδιακά εγκλήματα αλλά όχι για πολιτειακά και ο πρώην συνεργάτης του κατηγορείται και από την Πολιτεία της Νέας Υόρκης.
Κατά τους New Yrok Times ο στόχος του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μόλερ είναι αναμφίβολα να πείσει τον Πολ Μάναφορτ να «κελαηδήσει» και να δώσει στοιχεία για όσους εμπλέκονται στο σκάνδαλο με αντάλλαγμα επιεική ποινή. Αν τα καταφέρει αυτό μπορεί να προκαλέσει μια χιονοστιβάδα αποκαλύψεων: ο Μάναφορτ αποκαλύπτει πληροφορίες για άλλους, οι οποίοι με τη σειρά τους, αφού πιεστούν, μπορεί να προσφέρουν νέα στοιχεία. Και στο τέλος θα είναι πολύ δύσκολο να κρυφτεί το κεντρικό πρόσωπο που βρίσκεται στον Λευκό Οίκο – αν πράγματι παρέβη τον νόμο.
Ενα ενδιαφέρον ερώτημα αφορά το πού και το πώς θα επιχειρήσει να πιέσει ο Μόλερ τον Μάναφορτ. Σύμφωνα με την Washington Post -η οποία μίλησε με επιφανείς αμερικανούς νομικούς- πρώτος στόχος του ειδικού εισαγγελέα θα είναι να πείσει τον κατηγορούμενο να δώσει στοιχεία για τη συνάντηση μεταξύ υιού Τραμπ και Ρώσων τον Ιούνιο του 2016 που οργανώθηκε με στόχο να πάρουν από τη Μόσχα πληροφορίες που θα μπορούσαν να πλήξουν την προεκλογική εκστρατεία της Χίλαρι Κλίντον. Στη συνάντηση εκείνη παρόντες, εκτός από τον Ντόναλντ Τραμπ τζούνιορ, ήταν ο Μάναφορτ και ο γαμπρός του αμερικανού προέδρου, Τζάρεντ Κούσνερ. Ο Μάναφορτ κράτησε και σημειώσεις τις οποίες ασφαλώς θα ήθελε πολύ ο Μόλερ. Σκοπός της έρευνας είναι να φανεί αν και κατά πόσο ήταν ενήμερος ο ίδιος ο Τραμπ για τη συνάντηση.
Ενα άλλο μονοπάτι που ενδέχεται να ακολουθήσουν οι ερευνητές είναι οι επαφές των συνεργατών του Τραμπ με τα WikiLeaks, τα οποία οι χάκερ του Πούτιν είχαν προμηθεύσει με τα email που υπέκλεψαν από τους Δημοκρατικούς. Επίσης είναι βέβαιο ότι ο Μόλερ θα ερευνήσει τις όποιες οικονομικές διασυνδέσεις του Τραμπ τους Ρώσους. Μπορεί να μην αποδεικνύουν συμπαιγνία αλλά θα βοηθήσουν στην έρευνα και θα κάνουν ακόμα πιο δύσκολη τη θέση του αμερικανού προέδρου.
Τελευταίο, αλλά καθόλου αμελητέο, είναι ότι από την πορεία των ερευνών θα δοκιμαστούν και τα «όρια» του ίδιου του Τραμπ και η ροπή του στον αυταρχισμό. Αν δηλαδή ο αμερικανός πρόεδρος, με την πλάτη στον τοίχο, μπει στον πειρασμό να κάνει χρήση των προεδρικών του εξουσιών, απολύσει τον Μόλερ και δώσει χάρη στον Μάναφορτ. Αλλά είναι βέβαιο ότι μία τέτοια κίνηση θα ήταν καταστροφική για την προεδρία του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News