Για χρόνια ο Ταγίπ Ερντογάν βάσισε την πολιτική του ηγεμονία σε ένα μείγμα εθνικού και οικονομικού μεγαλείου. Εμφανιζόταν από τη μία ως ο πατερούλης των μουσουλμάνων, ο άνθρωπος που τον πολεμά η Δύση και αντιμετωπίζει γενναία τους «εχθρούς» και από την άλλη ως εκείνος που φέρνει επενδύσεις (πάλι από τη Δύση, αλλά δεν πειράζει), δίνει δουλειές και κάνει έργα (κυρίως στην τουρκική ενδοχώρα). Το πρώτο σκέλος του αφηγήματος παραμένει ίδιο και έχει ενισχυθεί δραματικά από την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016. Το δεύτερο όμως κάνει νερά. Η τουρκική οικονομία γίνεται όλο και πιο αναιμική – και οι «εχθροί» που βλέπει παντού ο Ερντογάν, δανειζόμενος στοιχεία από το πρώτο αφήγημα, οι σκοτεινές δυνάμεις που πλήττουν την τουρκική λίρα και τη βιομηχανία είναι αμφίβολο κατά πόσο πείθουν πια.
Αυτό είναι και ένα από τα ερωτήματα για το δημοψήφισμα που θα γίνει την Κυριακή. Πόσο η αποδυνάμωση της οικονομίας θα πλήξει το προφίλ του Ερντογάν και θα οδηγήσει τους Τούρκους στο να απορρίψουν την πρότασή του για συνταγματική αναθεώρηση που θα ενισχύει τις εξουσίες του και θα μπορεί να του εξασφαλισει την προεδρία ως και στα τέλη της επόμενης δεκαετίας. Θα τον ψηφίσουν άραγε οι άνεργοι;
Το 2016 το επίσημο ποσοστό της ανεργίας στην Τουρκία ανήλθε στο 12,7%. Είναι το μισό σε σχέση με την Ελλάδα, αλλά πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό που καταγράφηκε στη γείτονο τελευταία επτά χρόνια. Η νεανική ανεργία είναι ακόμη πιο υψηλή: ένας στους τέσσερις νέους, ηλικίας 15 με 24 ετών, δεν εργάζεται. Και η Τουρκία της υψηλής γεννητικότητας έχει πολλούς νέους.
Οπως σημειώνει η Deutsche Welle, τα χρόνια της ανάπτυξης είχαν ενισχύσει τη δημοτικότητα του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος αρχικά υπήρξε επικεφαλής της κυβέρνησης για 11 χρόνια και από το 2014 έγινε πρόεδρος της χώρας. Από το 2005 η Τουρκία αύξησε το ΑΕΠ της κατά 81% (εντυπωσιακό ποσοστό αν αναλογιστεί κανείς ότι από το 2008 βρισκόμαστε σε συνθήκες διεθνούς οικονομικής κρίσης).
Μέχρι το 2019 όμως – όταν θα έχει ολοκληρωθεί η τρέχουσα θητεία του Ερντογάν – η χώρα ενδέχεται να βρίσκεται σε σοβαρή οικονομική κρίση. Οι τρεις μεγαλύτεροι οίκοι αξιολόγησης υποβάθμισαν την πιστοληπτική ικανότητα της Τουρκίας δραματικά. Η βιομηχανική παραγωγή κατέγραψε πολύ χαμηλά νούμερα τον Φεβρουάριο και ο δείκτης πληθωρισμού τον Μάρτιο ήταν ο υψηλότερος από το 2008. Επιπλέον το εθνικό νόμισμα έχασε τα τελευταία χρόνια σχεδόν το 50% της αξίας του.
Ακόμη χειρότερα είναι τα πράγματα στον τουριστικό κλάδο. Ο ιδιαίτερα κερδοφόρος τομέας είχε δεχθεί πλήγμα ήδη πριν από την απόπειρα παραξικοπήματος εξαιτίας των επιθέσεων του ISIS. Τα έσοδα από τον τουριστικό τομέα μειώθηκαν το 2016 κατά 30%. Ταυτόχρονα οι άμεσες ξένες επενδύσεις μειώθηκαν τον περασμένο Ιανουάριο κατά 47%.
Πολιτικοί αναλυτές προειδοποιούν ότι η οικονομία είναι ένας παράγοντας που θα κρίνει το δημοψήφισμα. Αλλά χωρίς να ξέρουν προς τα πού. Υπάρχουν εκείνοι που θέλουν τους απογοητευμένους και τους ανέργους να γυρίζουν την πλάτη στον Ερντογάν. Αλλοι όμως επιμένουν ότι ο φόβος της πολιτικής και οικονομικής αστάθειας – με την οποία έχει απειλήσει ο Ερντογάν σε περίπτωση που επικρατήσει το «όχι» – θα οδηγήσει τους ψηφοφόρους στο στρατόπεδο του «ναι».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News