Κανείς δεν είπε ότι οι επιστήμονες και βιολόγοι έχουν μάθει τα καταγεγραμμένα είδη ζώων. Οι έρευνες δεν τελειώνουν ποτέ, τα στοιχεία επίσης. Χρειάζεται χρόνος, αναθεωρήσεις, μελέτες στο πεδίο και στο εργαστήριο, μέχρι να βγουν στην επιφάνεια οι μικρές λεπτομέρειες για την ανατομία και την εξέλιξη ενός ζώου. Ή απλώς ένας φακός.
Βιολόγοι που βρίσκονταν στο πεδίο, σε ημιτροπικό δάσος έξω από τη Σάντα Φε, στην Αργεντινή, ανακάλυψαν, εντελώς τυχαία, τον πρώτο φωσφορίζοντα βάτραχο!
Επιστήμονες του Μουσείου Φυσικών Επιστημών Μπερναρντίνο Ριβαντάβια αναζητούσαν ένα συγκεκριμένο, αρκετά συνηθισμένο στα ημιτροπικά δάση, είδος δενδρόβιου βατράχου με βούλες (Hypsiboas punctatus η επιστημονική ονομασία του) για να εξετάσουν τις φυσικές χρωστικές ουσίες της ημιδιαφανούς επιδερμίδας του. Οταν ένας από τους ερευνητές φώτισε το αμφίβιο με έναν φακό με υπεριώδη ακτίνα (UV) -το γνωστό black light που φωτίζει τα κλαμπ και τα φεστιβάλ- παρατήρησε ότι φωσφόριζε.
Στο φυσικό φως το βατράχι φαίνεται να έχει μία κολλώδη, υγρή επιδερμίδα με ένα κλασικό έως βαρετό, πράσινο-καφέ χρώμα που ζωντανεύει μέσα από τις διάσπαρτες κόκκινες βούλες. Κάτω από τις υπεριώδεις ακτίνες όμως, το αμφίβιο λάμπει εκπέμποντας ένα φωσφορίζον πράσινο και μπλε χρώμα.
Αυτό είναι το φαινόμενο του φωσφορισμού: Ενα μόριο απορροφά ακτινοβολία και στη συνέχεια την επανεκπέμπει σε μεγαλύτερα μήκη κύματος -στη συγκεκριμένη περίπτωση, από τα μήκη κύματος του υπεριώδους φωτός μέχρι τα μήκη κύματος του πράσινου και του μπλε.
Και αυτό το φαινόμενο είναι διαδεδομένο σε θαλάσσια είδη, από κοράλια μέχρι και καρχαρίες, αλλά πολύ σπάνιο σε περιπτώσεις ζώων της στεριάς. Μέχρι σήμερα, τα μόνα χερσαία ζώα στα οποία είχε παρατηρηθεί είναι κάποιοι παπαγάλοι και σκορπιοί, ενώ δεν έχει παρατηρηθεί ποτέ ξανά σε αμφίβιο.
Αυτό που έχουν ήδη μάθει οι επιστήμονες, οι οποίοι δημοσίευσαν την ανακάλυψή τους στην επιθεώρηση Proceedings of the National Academy of Sciences, στις 13 Μαρτίου, είναι ότι ο φωσφορισμός επιτυγχάνεται μέσα από έναν συνδυασμό λεμφικών και αδενικών εκκρίσεων. Αλλά καθώς οι βιολόγοι δεν γνωρίζουν ακόμη τίποτε για το οπτικό σύστημα του συγκεκριμένου ζώου, δεν μπορούν να καταλάβουν αν το ίδιο το βατράχι βλέπει τον φωσφορισμό του. Αυτό είναι το επόμενο στάδιο της έρευνας.
Ενας από τους συγγραφείς, ο Τζουλιάν Φέιβοβιτς, ερπετολόγος του Πανεπιστημίου του Μπουένος Αϊρες, δήλωσε ότι σκοπεύει να αναζητήσει το ίδιο φαινόμενο σε άλλα 250 είδη βατράχων της ξηράς που έχουν ημιδιαφανή επιδερμίδα, όπως τον βάτραχο με τις κόκκινες βούλες. «Ελπίζω ότι θα δείξουν ανάλογο ενδιαφέρον και άλλοι συνάδελφοι και ότι θα αρχίσουν να χρησιμοποιούν φακό με υπεριώδεις ακτίνες στο πεδίο!», είπε ο ίδιος μιλώντας στο περιοδικό Nature.
«Είναι πολύ συναρπαστικό», είπε ένας συνάδελφός του από τη Νέα Υόρκη, ο υδροβιολόγος Ντέβιντ Γκρούμπερ, ο οποίος ανακάλυψε, το 2015, το πρώτο φωσφορίζον ερπετό, μία κεραμωτή θαλάσσια χελώνα στις ακτές των Νησιών του Σολομώντα. «Η ανακάλυψη θέτει περισσότερα ερωτήματα παρά απαντήσεις», τόνισε ο ίδιος, αναφέροντας ως παράδειγμα την ανεξιχνίαστη οικολογική ή συμπεριφορική λειτουργία του φωσφορισμού στα ζώα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News