«Ε και;», απαντούσε αρμόδιος ευρωπαϊκός παράγοντας στο ερώτημα για το τι μέλλει γενέσθαι μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης. Η κυβέρνηση μπορεί να θεωρεί ότι θα τελειώσουν όλα τα δεινά της. Στις Βρυξέλλες, στο Βερολίνο και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όμως, κυριαρχεί η απογοήτευση και η απαισιοδοξία. Κι αυτό διότι διπλωματικές πηγές αφήνουν να εννοηθεί ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις που θα φέρουν τις πολυπόθητες επενδύσεις και θέσεις εργασίας στη χώρα.
Είναι οι ίδιοι ευρωπαϊκοί παράγοντες που τον περασμένο Νοέμβριο ορκίζονταν στον πραγματισμό και τη ρεαλιστική στροφή του Αλέξη Τσίπρα και επαινούσαν το οικονομικό επιτελείο για τη συνεργασία του. Από τότε πέρασαν μήνες. Πίσω από τις κλειστές πόρτες των ευρωπαίων αξιωματούχων έχει αρχίσει να εμπεδώνεται η εικόνα μιας κυβέρνησης που καθυστερεί, παραπαίει σε αντιφατικές δηλώσεις στελεχών της και όταν τα πράγματα φθάνουν στο απροχώρητο σηκώνει τη σημαία της πολιτικής διαπραγμάτευσης ως απάντηση σε όλα τα προβλήματα.
Σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες υπάρχει πλέον η αίσθηση ότι η κυβέρνηση με τους χειρισμούς της προκαλεί μόνο ζημιά κι ότι ακόμη κι αν περάσει δύσκολα μέτρα, δεν θα μπορέσει να οδηγήσει την οικονομία σε τροχιά ανάκαμψης.
Ο χειρισμός των Wikileaks όχι μόνο δεν αποδυνάμωσε, αλλά ισχυροποίησε τον… άξονα του κακού (Σόιμπλε – ΔΝΤ). Η αποκάλυψη έφερε σε δύσκολη θέση το Βερολίνο
Κάποιοι δεν φοβούνται να το πουν και δημοσίως: Οι δηλώσεις του Μάριο Ντράγκι για τη ζημιά που προκάλεσαν στην ελληνική οικονομία οι περσινοί χειρισμοί είναι ενδεικτικές.
Ακόμα πιο αποκαλυπτικά ήταν, όμως, όσα είπε την Τετάρτη στο Κογκρέσο ο αμερικανός υφυπουργός Οικονομικών. Σε μια αποστροφή του λόγου του και ενώ αναφερόταν στις προϋποθέσεις συμμετοχής του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, ο Νέιθαν Σιτς είπε ότι «υπάρχουν και ζητήματα διακυβέρνησης: αν η χώρα θα ακολουθήσει το πρόγραμμα και αν οι δεσμεύσεις της είναι αξιόπιστες». Ηταν ο διπλωματικός τρόπος για να δηλώσει ότι πλέον αμφισβητείται ευθέως η ικανότητα και η βούληση της κυβέρνησης να εφαρμόσει όσα συμφώνησε.
Σημείο καμπής αποτέλεσε ο χειρισμός της υπόθεσης των Wikileaks από την κυβέρνηση που προκάλεσε οργή και απογοήτευση όχι μόνο στην Ουάσιγκτον και στο Βερολίνο, αλλά και στην έδρα της Κομισιόν, όπου εσχάτως εδρεύουν οι (μοναδικοί) φίλοι της Ελλάδας.
Παράγοντες με γνώση των ευρωπαϊκών και όχι μόνο ισορροπιών έλεγαν ήδη λίγα 24ωρα μετά την αποκάλυψη, ότι η υπόθεση της υποκλοπής της συνομιλίας του Πόουλ Τόμσεν με την Ντέλια Βελκουλέσκου θα καθιστούσε ακόμη πιο δύσκολη την εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τρόπο που να μην εκτίθεται καμία πλευρά. Αυτό δεν φαίνεται να το υπολόγισε η κυβέρνηση πάνω στον επικοινωνιακό πυρετό της κατά του ΔΝΤ. Κυρίως, όμως, μοιάζει για ακόμη μια φορά να μην εκτίμησε σωστά τις αντιδράσεις των Αμερικανών, αλλά και του Βερολίνου.
Ο χειρισμός των Wikileaks όχι μόνο δεν αποδυνάμωσε, αλλά ισχυροποίησε τον… άξονα του κακού (Σόιμπλε – ΔΝΤ). Η αποκάλυψη έφερε σε δύσκολη θέση το Βερολίνο που δεν θέλει να ακούγονται δημοσίως κορώνες για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, ειδικά αν αυτή πρέπει να περάσει από το γερμανικό κοινοβούλιο.
Οι επανειλημμένες δηλώσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ότι το πρόβλημα της Ελλάδας στην παρούσα φάση δεν είναι το χρέος, αλλά η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, προς αυτή την κατεύθυνση δείχνουν. Οι πληροφορίες επιμένουν ότι ο γερμανός υπουργός Οικονομικών δεν προτίθεται να δώσει τώρα αυτό το «δώρο». Τουλάχιστον, όχι με τη μορφή που το αναμένει η ελληνική πλευρά. Και, πάντως, αναζητούνται τρόποι (μέσω ESM) ώστε η όποια ελάφρυνση, ή μάλλον, η αναδιαμόρφωση (reprofiling) του ελληνικού χρέους, να μη χρειαστεί να περάσει από εθνικά κοινοβούλια. Σε κάθε περίπτωση, η Ανγκελα Μέρκελ δεν έχει τοποθετηθεί για το ζήτημα. Αλλά η Ελλάδα δεν είναι στις προτεραιότητές της αυτή τη στιγμή.
Στο Προσφυγικό και στην υπόθεση του Brexit διακυβεύονται πολύ περισσότερα για την Ευρώπη και για την ίδια τη Μέρκελ απ΄ό,τι στην υπόθεση Ελλάδα
Η αδυναμία των θεσμών να συμφωνήσουν μεταξύ τους για το δημοσιονομικό κενό, η οποία οδήγησε σε δύο χωριστές εισηγήσεις (ευρωπαϊκών θεσμών/ΔΝΤ) για το απαιτούμενο πακέτο μέτρων και στην τελική αποδοχή από το Eurogroup της θέσης του ΔΝΤ για επιπλέον (αν και υπό αίρεση) μέτρα καθώς και ο παγερός τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισαν στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο τη σκέψη του έλληνα πρωθυπουργού να ζητήσει Σύνοδο Κορυφής της ευρωζώνης για να απεμπλακεί η διαπραγμάτευση, υποδεικνύουν αλλαγή του κλίματος και απόλυτη δυσπιστία απέναντι στον Αλέξη Τσίπρα.
Διπλωματικές πηγές στις Βρυξέλλες αντιμετώπισαν σχεδόν με θυμηδία την είδηση της σχετικής διαρροής για Σύνοδο Κορυφής της ευρωζώνης, πριν καν τοποθετηθούν ο Ντόναλντ Τουσκ και η γερμανική καγκελαρία. Το μότο είναι γνωστό: στη σχετική συζήτηση το γήπεδο δεν ανήκει στους ευρωπαίους ηγέτες, αλλά στους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης (δηλαδή στον Σόιμπλε). Το σκηνικό κρίσης που επιχείρησε να στήσει η κυβέρνηση δεν έπιασε. Και γύρισε πάλι στην αρχή, να περιμένει το Eurogroup της 9ης Μαΐου.
Βέβαια, κανένας δεν θέλει ακόμα ένα δράμα και μια ελληνική περιπέτεια στο πιο καυτό πολιτικά καλοκαίρι που έχει μπροστά της η Ευρώπη. Ομως, στο Προσφυγικό και στην υπόθεση του Brexit διακυβεύονται πολύ περισσότερα για την Ευρώπη και για την ίδια τη Μέρκελ απ΄ό,τι στην υπόθεση Ελλάδα.
Ολα αυτά δεν σημαίνουν ότι οι Ευρωπαίοι θα εγκαταλείψουν την Ελλάδα. Ούτε, όμως, ότι είναι έτοιμοι για εκπτώσεις στο πρόγραμμα μόνο και μόνο για να διευκολύνουν πολιτικά την κυβέρνηση. Αυτό το τελευταίο μάλιστα μοιάζει να είναι λιγότερο δεδομένο από ποτέ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News