Εν διαστάσει σύζυγοι, δικηγόροι, ακόμα και «λαγωνικά» που κυνηγούν τα ίχνη των περιουσιών εμπλέκονται στην έκδοση των διαζυγίων των μεγιστάνων.
Eγγραφα που έρχοναι στο φως δείχνουν τις διαδρομές του χρήματος όταν τα ζευγάρια αποφασίσουν να πάρουν άλλους δρόμους στη ζωή τους. Κυρίως είναι οι άνδρες που επιλέγουν να κρύψουν τα ίχνη της για να μην μοιραστούν την μέχρι πρότινος κοινή περιουσία και οι γυναίκες αυτές που θα επιστρατεύσουν συμβούλους για να τα ανακαλύψουν. Πρόκειται για υποθέσεις με αλληλοκατηγορίες και νομικές διαμάχες που κρατούν χρόνια και κινούνται σε μια γκρίζα ζώνη, ειδικά για τις εταιρείες που αναλαμβάνουν να αποκρύψουν από τις συζύγους, αλλά και την έννομη τάξη, τα περιουσιακά στοιχεία.
Οι λεπτομέρειες έρχονται στο φως από τη Διεθνή Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) και μέσα ενημέρωσης από όλο τον κόσμο, τα οποία βασίζονται σε εκατομμύρια έγγραφα της Mossak Fonseca, νομικής εταιρείας με έδρα τον Παναμά.
Η Mossack Fonseca, όπως αποκαλύπτουν τα έγγραφα, φαίνεται να έχει χρησιμοποιηθεί από πολλούς συζύγους για να αποκρύψει περιουσιακά στοιχεία ενόψει διαζυγίων. Πρόκειται για μια δραστηριότητα η οποία μπορεί να επιφέρει και μηνύσεις κατά της εταιρείας που δίνει τέτοιες διευκολύνσεις, ειδικά αν γίνεται την τελευταία στιγμή, όσο δηλαδή «τρέχουν» οι διαδικασίες των διαζυγίων.
Οι μέθοδοι είναι πολλές και χρησιμοποιούνται ανά περίσταση: εταιρείες βιτρίνες, μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων σε εξωχώριες εταιρείες, κρυφή δραστηριότητα. Όσο νωρίτερα αξιοποιηθούν, τόσο πιο αποτελεσματικές είναι.
Οι γυναίκες, λέει ένας από τους ειδικούς στην ανάκτηση κρυμμένων περιουσιακών στοιχείων, σταδιακά καταλαβαίνουν ότι ένας ανέντιμος σύζυγος «είναι όσο απατεώνας είναι ο Μπέρνι Μάντοφ», ο άνθρωπος πίσω από τη μεγαλύτερη πυραμίδα στην ιστορία της Γουόλ Στριτ, για την οποία καταδικάστηκε σε φυλάκιση δεκάδων ετών.
Μια από τις χαρακτηριστικές υποθέσεις -που μάλιστα είχε και την εικόνα ενός άσχημου διαζυγίου- ήταν αυτή του ρώσου μεγιστάνα Ντμίτρι Ριμπολόβλεφ και της πρώην συζύγου του, Ελένα.
Οι δυο τους παντρεύτηκαν το 1987 και απέκτησαν δύο παιδιά. Ο Ριμπολόβλεφ έγινε ο «βασιλιάς των λιπασμάτων» στη μετασοβιετική Ρωσία και συγκέντρωσε με τη σύζυγό του τεράστιο πλούτο. Το 2007, και ενώ στο μεταξύ είχαν μετακομίσει στην Ελβετία, η Ελένα Ριμπολόβλεβα κατέθεσε αίτηση διαζυγίου. Σύμφωνα με τον ελβετικό νόμο μπορούσε να διεκδικήσει τη μισή από την κοινή τους περιουσία. Οπως διαπίστωσε, πρώτα θα έπρεπε να βρει άκρη στο λαβύρινθο των εξωχώριων εταιρειών-βιτρίνα.
Μία από αυτές, η Xitrans Finance Ltd, είχε στην κατοχή της μια εντυπωσιακή συλλογή μοντέρνας τέχνης, μεταξύ άλλων με έργα Πικάσο, Μοντιλιάνι, Βανγκ Γκογκ και Μονέ. Στην πραγματικότητα η εταιρεία δεν ήταν τίποτα παραπάνω από μια ταχυδρομική θυρίδα στις Βρετανικές Παρθένους Νήσους. Οσο εξελισσόταν η διαπραγμάτευση για την έκδοση του διαζυγίου, η Xitrans μετακίνησε τα πολύτιμα αποκτήματα έξω από την Ελβετία.
Τελικά, το διαζύγιο εκδόθηκε το 2014 με την Ριμπολόβλεβα να κερδίζει 4,5 δισ. δολάρια, τα οποία το Εφετείο μείωσε σε 600 εκατομμύρια, λαμβάνοντας υπόψη μια διαφορετική καταμέτρηση της περιουσίας του Ριμπολόβλεφ. Και οι δύο δεν θέλησαν να σχολιάσουν την υπόθεση.
Οι γυναίκες είναι και αυτές επιρρεπείς στη χρήση των offshore για να κρύβουν περιουσιακά στοιχεία.
Η Μαρσέλα Ντβόρζακ, όπως δείχνει η έρευνα στα έγγραφα της Mossack Fonseca, προσέγγισε την νομική εταιρεία σχετικά με αναφορές που την ενέπλεκαν σε απάτες του συζύγου της, πρώην αρχηγού του Πολεμικού Ναυτικού του Περού. Διαβεβαίωσε μεν η Ντβόρζακ ότι κάποιες ύποπτες συναλλαγές είχαν γίνει «με απόλυτα διαφανή τρόπο», χρόνια αργότερα όμως οι Αρχές του Περού άρχισαν να ερευνούν τη συμμετοχή της στο ξέπλυμα χρήματος μέσω λογαριασμών στον Παναμά. Τώρα ζει στη Χιλή.
Η Mossack Fonseca όταν ρωτήθηκε σχετικά ανέφερε ότι δεν διαχειρίζεται τις εταιρείες των πελάτων της και ότι λυπάται για την κακή διαχείριση που γίνεται σε αυτές.
Πίσω από όλα αυτά, η δικαιολογία που επιστρατεύει ένας από τους επιχειρηματίες που ενεπλάκη σε ένα περίπλοκο, δημόσιο διαζύγιο με τη σύζυγό του μοιάζει να αφορά και άλλους. «Τρέμω δύο πράγματα», είπε σε δικαστή, «να πληρώσω όσα δεν μπορώ να αποφύγω στην πρώην γυναίκα μου ή στην εφορία».
Μία παγκόσμια έρευνα του International Consortium of Investigative Journalists (ICIJ) και της Sueddeutsche Zeitung.
Συνεργαζόμενα μέσα ενημέρωσης και φορείς: Aftenposten, ARD, BBC Panorama, CBC/Radio-Canada, Columbia University, De Tijd, El Confidencial, Gazeta Wyborcza, Guardian, Haaretz, Indian Express, Irish Times, Korea Center for Investigative Journalism/Newstapa, Kyiv Post, La Nacion, Le Matin Dimanche, Le Monde, L’Espresso, Miami Herald, NDR, OCCRP, Politiken, Premières Lignes, SVT, The Asahi Shimbun, The Australian Financial Review, Trouw, TVI24, UOL, Vedemosti, WDR και περισσότεροι από 70 ακόμα ειδησεογραφικοί οργανισμοί στον πλανήτη, μεταξύ των οποίων και το Protagon.gr
Κείμενο που βασίστηκε στην έρευνα του Will Fitzgibbon
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News