Βαγγέλης Μεϊμαράκης ή Κυριάκος Μητσοτάκης; Την απάντηση στο συγκεκριμένο δίλημμα θα έχουμε – ελέω των fax και των email – αργά το βράδυ της Κυριακής, ύστερα από μία πολύμηνη περιδίνηση, στην οποία πρωταγωνίστες δεν ανεδείχθησαν μόνον οι υποψήφιοι για την προεδρία του κόμματος ή οι 400.000 ψηφοφόροι των εκλογών της 20ης Δεκεμβρίου, αλλά και προσωπικά ο Αλέξης Τσίπρας, οι Κώστας Καραμανλής και Αντώνης Σαμαράς ενώ παράλληλα κομβικό ρόλο διαδραμάτισε το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου.
Το κατά πόσον ετεροκαθορίστηκε η ΝΔ κατά την χρονίζουσα εσωκομματική κούρσα διάδοχης και τι αυτό συνεπάγεται για την επόμενη ημέρα της Κεντροδεξιάς παράταξης θα φανεί τους επόμενους μήνες. Αμεση προτεραιότητα, πάντως, για την ευστάθεια και την ισορροπία του πολιτικού συστήματος είναι – όπως ομολογούν κορυφαία στελέχη του κόμματος – η επαναφορά της παράταξης σε κυβερνητική τροχιά, ώστε να εκπροσωπηθεί μια κρίσιμη πολιτικά και αριθμητικά εκλογική δεξαμενή μετριοπαθών-κεντρώων ψηφοφόρων, «προτού» όπως λένε χαρακτηριστικά, «η ολοκληρωτική μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ καλύψει τον μεσαίο χώρο».
Ενδεικτικό άλλωστε είναι το γεγονός πως οι δύο υποψήφιοι ύψωσαν κατακόρυφα τα τελευταία 24ωρα τους τόνους κατά του Αλέξη Τσίπρα και της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, επιχειρώντας εύλογα να συσπειρώσουν τη γαλάζια εκλογική βάση, η οποία ασφυκτιά υπό τη διακυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ και δυσανασχετεί από τις αλλεπάλληλες ήττες της ΝΔ. Οι προεκλογικές κορώνες, πάντως, αναμένεται να υποχωρήσουν αισθητά από απόψε το βράδυ, καθώς, οι κύριοι Μεϊμαράκης και Μητσοτάκης συνειδητοποιούν ότι από αύριο Δευτέρα στη θέση τους θα πρέπει να παρουσιαστούν απαντήσεις και εναλλακτικές, επαρκείς και πειστικές για όλα τα ζητήματα, που αφορούν την ελληνική κοινωνία.
Το Ασφαλιστικό
Κάτι άλλο που κατανοούν και οι δύο υποψήφιοι είναι πως η νέα γαλάζια ηγεσία έχει ελάχιστο χρόνο και καμία περίοδο χάριτος, ώστε να δώσει σε φίλους και αντιπάλους τα διαπιστευτήρια της, καθώς σε περίπου 20 ήμερες θα κληθεί να λάβει ξεκάθαρη θέση έναντι της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης που προωθεί η κυβέρνηση, αλλά και να «μετρήσει» πολιτικά τι θα σημάνει αυτό για την ισορροπία του πολιτικού συστήματος και για τις σχέσεις της με τους εταίρους του ΕΛΚ, που έχουν κουράστει πλέον να ακούν για την «ελληνική δυσκοιλιότητα» σχετικά με την εκπλήρωση των συμφωνηθέντων.
Ποιος όμως θα ελέγχει τη Νέα Δημοκρατία από το πρωί της 11ης Ιανουαρίου; Τους προηγούμενους τρεισήμισι μήνες πολύς λόγος έγινε για τη στήριξη του Κώστα Καραμανλή, εύλογη εξέλιξη μέχρι ενός σημείου, καθώς ο πρώην Πρωθυπουργός αποτελεί ακόμη και σήμερα πολιτικό σημείο αναφοράς του πυρήνα των γαλάζιων στελεχών και ψηφοφόρων. Μία μικρή λεπτομέρεια: Ο ίδιος ουδέποτε τοποθετήθηκε δημοσίως, ωστόσο, οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές του οχυρώθηκαν πίσω από την υποψηφιότητα του κ. Μεϊμαράκη, ως την πλέον ενδεδειγμένη για τη διασφάλιση της ενότητας της παράταξης, ενώ οι πληροφορίες επιμένουν, πως όταν χρειάστηκε, άσκησε την επιρροή του, προκειμένου να αποδυναμώσει τις αντίπαλες υποψηφιότητες.
Η καραμανλική πλευρά απορρίπτει τις κατηγορίες περί «ανίερων σχέσεων» του πρώην Πρωθυπουργού με το Μέγαρο Μαξίμου, υπενθυμίζει, ωστόσο με νόημα πως η ΝΔ ήταν ανέκαθεν το κόμμα της υπεύθυνης φιλοευρωπαϊκής στάσης
Στον αντίποδα, ο Αντώνης Σαμαράς «ενεπλάκη» σε ένα θερμό επεισόδιο με τον κ. Μειμαράκη, στον απόηχο του φιάσκου της 22ας Νοεμβρίου, δήλωσε «δημιουργικά ουδέτερος», ώστοσο η μεγάλη πλειοψηφία των «σαμαρικών» πυρήνων ανά την επικράτεια διεσπάρησαν – εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων – μεταξύ των υποψηφιοτήτων, που αντιπαλεύουν τον κ. Μειμαράκη, αποκαλύπτοντας τον ανελέητο πόλεμο παρασκηνίου μεταξύ των δύο «πρώην» της παράταξης.
Το φλερτ Τσίπρα – Καραμανλή
Δεν είναι λίγοι αυτοί που επιμένουν ότι η μάχη των «πρώην» είναι κατ ουσίαν και η μάχη του μέλλοντος, του προβλεπτού, τουλάχιστον για τη Νέα Δημοκρατία. Και σε αυτό το σημείο εμφανίζεται στο γαλάζιο τερέν ο Αλέξης Τσίπρας, καθώς η προεκλογική περίοδος σημαδεύτηκε από τη φημολογία περί υπόγειας συνεννόησης του Κώστα Καραμανλή με τον Πρωθυπουργό και τις υπόνοιες περί ευμενούς στάσης της Νέας Δημοκρατίας προς την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, εάν και εφ όσον η τελευταία τη χρειαστεί τους επόμενους μήνες.
Η καραμανλική πλευρά απορρίπτει τις κατηγορίες περί «ανίερων σχέσεων» του πρώην Πρωθυπουργού με το Μέγαρο Μαξίμου, υπενθυμίζει, ωστόσο με νόημα πως η ΝΔ ήταν ανέκαθεν το κόμμα της υπεύθυνης φιλοευρωπαϊκής στάσης. Συνομιλητές του κ. Καραμανλή δεν κρύβουν, άλλωστε, τη βαθιά ανησυχία τους για τις επαπειλούμενες αρνητικές εξελίξεις στο πεδίο της οικονομίας, ξεκθαρίζοντας ότι η χώρα δεν έχει την πολυτέλεια να υποστεί εκ νέου την επικίνδυνη και σε κάθε περίπτωση ατιμωτική εμπειρία του περοασμένου Ιουλίου. Οι ίδιες πηγές σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους δεν αποκλείουν και την επιλογή ευρύτερων κυβερνητικών σχημάτων με τη συμμετοχή και της Νέας Δημοκρατίας με περιορισμένο πολιτικό και χρονικό εύρος, εφόσον βεβαίως επιτευχθεί σύγκλιση σε συγκεκριμένες προγραμματικές αρχές.
Ο ίλιγγος Σαμαρά
Η «επικοινωνία» Καραμανλή – Τσίπρα προκαλεί από την άλλη πολιτικό ίλιγγο στην πλευρά Σαμαρά, που θεωρεί ότι η Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί εκ της θέσεως της να συμπράξει καθ’ οιονδήποτε τρόπο και υπό οιεσδήοπτε συνθήκες με ένα κόμμα η ηγεσία του οποίου ανέκοψε τη μόνη ρεαλιστική προσπάθεια υπέρβασης της πολυεπιπέδης κρίσης και χρησιμοποίησε λαϊκισμό και δημαγωγία σε υπερβολικές δόσεις, ώστε να εξουδετερώσει τους πολιτικούς της αντιπάλους. Για τους υποστηρικτές του πρώην Πρωθυπουργού χείρα βοηθείας προς τον ΣΥΡΙΖΑ ισοδυναμεί περίπου με πράξη προδοσίας, εκτιμώντας ότι η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δεν μπορεί αλλά ούτε και επιθυμεί να βγάλει τη χώρα στο ξέφωτο, μακριά από Μνημόνια και εξαρτήσεις. Για τη ΝΔ, οι ίδιες πηγές εκτιμούν ότι θα είναι η ληξιαρχική πράξη του πολιτικού της θανάτου, καθώς θα έχει συνομολογηθεί η δευτερεύουσα θέση της στο εγχώριο πολιτικό στερέωμα. Μόνη επιλογή για την «αντικαραμανλική» πτέρυγα είναι να απεμπλακεί η χώρα από «μία ανεύθυνη και καταστροφική κυβέρνηση» – όπως την χαρακτηρίζουν -, ακόμη και εάν αυτό απαιτήσει την εκ νέου προσφυγή σε πρόωρες κάλπες, εάν βεβαίως διαπιστωθεί απώλεια της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.
Οι δύο υποψηφιοι για την προεδρία του κόμματος, μπορεί να ξορκίζουν προς ώρας σενάρια που εμπλέκουν τη ΝΔ σε συμμετοχή ή κάποιου είδους στήριξη ενός νέου κυβερνητικού σχήματος, ωστόσο ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι τις τελικές μεγάλες αποφάσεις θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό οι εξελίξεις, οι οποίες μέχρι τώρα παραμένουν εν πολλοίς αχαρτογράφητες.
Ο κ. Μειμαράκης υπόσχεται επανασύνδεση του κόμματος με τις πλατιές λαϊκές μάζες και ανοικοδόμηση εκείνων των κοινωνικών συμμαχιών (άνεργοι, αγρότες και νέοι) που χάρισαν στη ΝΔ το πολιτικό εύρος και βάθος του 45% του 2004.
Ο κ. Μητσοτάκης αναζητεί ζωτικό πολιτικό χώρο στο κέντρο του πολιτικού φάσματος, κυνηγώντας σε πρώτη φάση το 38% του «ναι» στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, δηλώνοντας βέβαιος πως μπορεί να διεμβολίσει το μεσαίο χώρο και να «κλέψει» ψηφοφόρους από το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι.
Τον λόγο πλέον έχουν οι κάλπες, ωστόσο, το πρωινό της Δευτέρας θα είναι για όλους μία άλλη ημέρα. Ο ΣΥΡΙΖΑ πλέον αποκτά και πάλι αντιπάλο, ενώ η ΝΔ καλείται να «γεμίσει τα παπούτσια» του δεύτερου σημαντικοτέρου πολιτιικού πυλώνα της χώρας. Το ντέρμπι τώρα αρχίζει!
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News