«Με βαθιά θλίψη γράφω εκ μέρους της οικογένειας Μαζούρ και της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης, ότι ο Κουρτ Μαζούρ, που διετέλεσε μουσικός διευθυντής από το 1991 έως το 2002 και διατήρησε τιμητικά αυτόν τον τίτλο, απεβίωσε την 19η Δεκεμβρίου του 2015». Η είδηση πως ο κορυφαίος διευθυντής ορχήστρας έφυγε σε ηλικία 88 ετών, ανακοινώθηκε από τον ίδιο τον πρόεδρο της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης Μάθιου Βανμπίζεν. Όπως ακριβώς άξιζε στον άνθρωπο που μεταμόρφωσε την ορχήστρα, που την κοινωνικοποίησε όσο κανείς άλλος, δείχνοντας στις νεότερες γενιές μαέστρων τον δρόμο για την δημιουργία που –επιτέλους- δεν περνούσε μέσα από ναρκισσιστικά μονοπάτια. Ο ίδιος δεν υπήρξε ποτέ ο σταρ του πόντιουμ. Υπήρξε ο υποκινητής ιδεών και συναισθημάτων.
Ο Κουρτ Μαζούρ υπήρξε από τα πρόσωπα κλειδιά που απέτρεψαν την αιματοχυσία λίγο πριν την πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Από τα πρόσωπα που ένωσαν το λαό σε μια από τις οριακές στιγμές του. Και γιόρτασε την ένωση των «δύο Γερμανιών» διευθύνοντας την «Eνάτη» του Μπετόβεν με την Ορχήστρα της Λειψίας, την οποία διηύθυνε επί 26 χρόνια.
Ο Μαζούρ αποκάλυψε αργότερα πως «θα είχε χυθεί αίμα» στις 9 Οκτωβρίου του 1990, αν ο ίδιος και άλλοι πέντε – ένας σατιρικός καλλιτεχνικός, ένας κληρικός και τρία μέλη του κόμματος- δεν είχαν εκδώσει μια κοινή πολιτική δήλωση, καλώντας το λαό να αποφύγει τις ταραχές. Δυνάμεις ασφαλείας και στρατεύματα είχαν ήδη βγει στους δρόμους και πολλοί νέοι ήταν «έτοιμοι να πεθάνουν», έλεγε ο Μαζούρ, όπως αναφέρει ο Guardian.
Από το 1991 ως το 2002 ήταν διευθυντής την περίφημης Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης. Όταν οι τρομοκράτες χτύπησαν τους Δίδυμους Πύργους, ήταν ο ίδιος ο Μαζούρ και η ορχήστρα του η πληγωμένη ψυχή της πόλης. Ο μεγαλειώδης ήχος τους εξέφρασε το πένθος, αλλά και την πίστη στην αναγέννηση του λαού, μέσα από την ερμηνεία του το «Γερμανικό Ρέκβιεμ» του Μπραμς σε μια ιστορική πλέον συναυλία. Επιπλέον, μέλη της ορχήστρας έπαιζαν μουσική γύρω από το «Σημείο Μηδέν» της Νέας Υόρκης. Ζέστανε την καρδιά της πόλης και κράτησε όρθιους τους Νεοϋορκέζους.
Βαθιά ανθρωπιστής, πολιτικοποιημένος, ιδεολόγος, με επίγνωση του ρόλου του ως καλλιτέχνη αλλά και ενεργού πολίτη, ο Μαζούρ αποτελούσε μια εξαιρετική περίπτωση μαέστρου που δεν επέτρεψε στον ναρκισσισμό και στην αυτοαναφορικότητα να τον απομακρύνουν από την πραγματική ζωή. «Δεν θέλω να με αποκαλούν “θαύμα”. To θαύμα είναι η ίδια η μουσική», δήλωνε το 1991 στους Times.
https://www.youtube.com/watch?v=jzK7cWT2kV4
Είχε πλήρη επίγνωση των ρεαλιστικών αναγκών της κοινωνίας, αφουγκραζόταν τα κύματα που φούσκωναν μεταξύ των πολιτών και τους κινδύνους που έρχονταν. Και ήταν εκεί: με δηλώσεις, με συνεντεύξεις, με τη στάση ζωής του, με την επιλογή των έργων (λάτρευε τους ευρωπαίους συνθέτες), για να σχολιάσει. Να προειδοποιήσει. Να παρέμβει. Nα, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: Λίγο πριν τον Οκτώβριο του 1989 του ζητήθηκε να υποστηρίξει τους μουσικούς που έπαιζαν στους δρόμους της Λειψίας, οι οποίοι αντιμετώπιζαν πρόβλημα με τις αστυνομικές αρχές, διότι δεν είχαν σχετική άδεια. Ο Μαζούρ, κάλεσε σε μια μεγάλη συνάντηση τους μουσικούς, τη Στάζι (τη μυστικής αστυνομίας της Ανατολικής Γερμανίας) και αξιωματούχους του Κομμουνιστικού Κόμματος. Συνολικά 600 άτομα. Προσήλθαν όλοι, δείχνοντας τον σεβασμό που ένιωθαν για τον Μαζούρ. Το αποτέλεσμα ήταν να γίνουν σαφώς ηπιότεροι οι έλεγχοι στους δρόμους.
Και μπορεί αυτή η διάσταση, του διπλωμάτη-μαέστρου να τον έκανε τόσο ξεχωριστό μέσα από ένα πλήθος σχεδόν εγωμανών διευθυντών ορχήστρας, όμως ο Μαζούρ δεν θα μείνει αξέχαστος μόνο για αυτό. Ηταν ο άνθρωπος που κυριολεκτικά μεταμόρφωσε τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης. Όταν την ανέλαβε το 1991 είχε ακόμα αυτό το θάμβος του ονόματος που της είχε προσφέρει η εποχή του Μπερνστάιν, ήταν όμως πλέον νωθρή, θολή, χωρίς στίγμα. Χωρίς ρώμη. Ο Μαζούρ κατόρθωσε να πετάξει τη σκόνη του χρόνου και να δημιουργήσει μια ορμητική ορχήστρα.
Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να επιβάλει, σχεδόν με διδακτορικό τρόπο, ένα ασφυκτικά αυστηρό πρόγραμμα για τις πρόβες. Ηθελε απόλυτη πειθαρχία, προσήλωση, αφοσίωση από τους μουσικούς του. Ο ίδιος ο Μαζούρ έλεγε πως όταν ρώτησε τα μέλη της επιτροπής της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης γιατί επέλεξαν αυτόν ανάμεσα σε τόσους άλλους υποψήφιους –πολύ πιο γνωστούς και δημοφιλείς- η απάντηση που πήρε ήταν: «Διότι εσείς κύριε Μαζούρ δεν φοβάστε τις ορχήστρες».
Η πρώτη του εμφάνιση με την Φιλαρμονική ως διευθυντής ορχήστρας ήταν στις 11 Σεπτεμβρίου του 1991, με έργα Μπρούκνερ, Τζον Ανταμς και Ααρον Κόπλαντ. Οι κριτικοί κυριολεκτικά εκστασιάστηκαν. Στα 11 χρόνια που ακολούθησαν, έδωσε ορμή στις συναυλίες, αναζωογόνησε τις ηχογραφήσεις, έκανε ένα μπαράζ ραδιοφωνικών παραγωγών με την ορχήστρα. Την έφερε κοντά στο κοινό. Παρουσίασε επίσης πολλά νέα έργα και δοκίμασε το ταλέντο νεότερων διευθυντών ορχήστρας. Τους προέτρεπε πάντα να ανακαλύψουν νέους τρόπους προσέγγισης και ερμηνείας κλασικών έργων προκειμένου να κινητοποιήσουν τους ακροατές, αντί να σκέφτονται πως θα τοποθετηθούν καλύτερα στο πόντιουμ.
Ο σημερινός διευθυντής της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης, Αλαν Γκίλμπερτ, δήλωσε μετά την είδηση του θανάτου: «Τα χρόνια του Μαζούρ είναι η χρυσή εποχή της Φιλαρμονικής. Εργάστηκε με αφοσίωση και με την πίστη πως η δύναμη της μουσικής θα φέρει πιο κοντά τους ανθρώπους».
Τον Ιούλιο του 2007, όταν έγινε 80 ετών, γιόρτασε τα γενέθλιά του διευθύνοντας ταυτόχρονα τη Φιλαρμονική του Λονδίνου και την Εθνική Ορχήστρα της Γαλλίας. Είχε γεννηθεί στις 18 Ιουλίου του 1927 στην πόλη Μπριγκ της Γερμανίας που τώρα είναι γνωστή ως Μπρεζγκ και ανήκει στην Πολωνία. Ο πατέρα του ήταν μηχανικός και είχε πείσει τον μικρό Κουρτ να γίνει ηλεκτρολόγος. Αρχισε όμως από μικρός να παίζει πιάνο, τσέλο, εκκλησιαστικό όργανο και γρήγορα κατάλαβαν όλοι ότι δεν θα μπορούσε να ασχοληθεί με τίποτα άλλο παρά μόνο με τη μουσική.
Πέθανε στο σπίτι του στο Γκρίνουιτς του Κονέκτικατ από επιπλοκές που έχουν σχέση με τη νόσο Πάρκισον, από την οποία έπασχε. Αφησε πίσω του πέντε γιους, δυο κόρες και εννιά εγγόνια. Και έναν μύθο που δύσκολα θα μπορέσει κάποιος να ξεπεράσει –ακόμα και να μιμηθεί…
Δείτε εδώ όλη τη δισκογραφία του Kουρτ Μαζούρ
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News