Αναρωτιέσαι πια αν είναι η συνέχεια του χεριού σου. Εν μέσω πανδημίας, καθώς ήδη κάποιοι κοιτούν επιφυλακτικά όποιον βαδίζει στο ίδιο πεζοδρόμιο, το κύριο μέσον επαφής –λέμε τώρα– με τον έξω κόσμο αποδείχθηκε το smartphone. Eνας πλανήτης σε διαρκή βιντεοκλήση είμαστε και εφιαλτική μοιάζει η υπόθεση για το πώς θα βγάζαμε καραντίνα χωρίς σμαρτφόνι ή ίντερνετ. Οι διπλά ευπαθείς είναι οι μη εξοικειωμένοι με την τεχνολογία δίπλα μας.
Τα πάντα όλα μ’ ένα touch στο φωτισμένο πληκτρολόγιο: από ποίηση μέχρι πιστοποίηση, από μαγείρεμα μέχρι γαμείρεμα, από δόσεις μέχρι διαδόσεις, από άδικα μέχρι ντελιβεράδικα. Μια νέα κουμπακιακή καθημερινότητα έχει επιβάλει ο ιός, ακόμη και σε ηλικίες που δεν ήταν εύκολο, αρκεί να έχεις σύνδεση και μπαταρία επαρκώς φορτισμένη: τηλεμάρκετιγκ, τηλεκατάρτιση, τηλεκπαίδευση, τηλεσέξ, τηλεσυναλλαγές, τηλεργασία, τηλεδιάγνωση κι, έτσι όπως πάει, μια σχεδόν πλήρης τηλεζωή.
Τα κάνει όλα λοιπόν αυτό το τρίτο ηλεκτρονικό χέρι; Μεγάλη κουβέντα μην πείτε: πρόσφερε σπουδαίες λύσεις η τεχνολογία αλλά… Πλένει πιάτα το σμαρτφόνιο; Ποτίζει λουλούδια ή πλένει το μπαλκόνι; Μήπως βάζει πλυντήριο, απλώνει μπουγάδα ή –το πιο x-treme απ’ όλα– σιδερώνει καμιά ντάνα πουκάμισα; Και η χαριστική βολή: φτιάχνει καφέ ή μήπως πατάει καζανάκι; Καμία λύση στο κορυφωθέν επί εγκλεισμού μείζον θέμα των σταγόνων επί καπακίου WC δεν προσέφερε.
Στα ουσιώδη θέματα της ικανοποίησης του ανθρώπινου ναρκισσισμού, επίσης υστερεί η διαολοσυσκευή. Είμεθα έθνος τριχοφυές και ζούμε έγκλειστοι τις μέρες του θριάμβου της ζήτησης κομμωτριών, αποτριχωτριών και νυχούδων –(«…Έχω αφήσει extension στο μπαρ ο Μαύρος Γάτος…» ή «Συνελήφθη χαριτόβρυτος με μικροποσότητα ημιμόνιμων ονύχων…»). Κι αν πιθανότατα δεν αργεί η μέρα που θα λανσαριστεί στην αγορά τηλέφωνο που κουρεύει ή χτενίζει, κανείς σοβαρός εμπορικός νους δεν θα διανοηθεί εν μέσω εγκλεισμού να κυκλοφορήσει συσκευή που ζυγίζει, εεε;
Αν στην όραση και την ακοή τα πάει καλά το σμαρτφόνι, η συντριβή του καραδοκεί στις υπόλοιπες αισθήσεις. Δεν θα μάθει ούτε ποτέ θα μεταφέρει οσμή και γεύση σπιτικών γεμιστών κολοκυθακίων κατσαρόλας ή μυρωδιά αγαπημένου δέρματος ή αρώματος. Αγνοεί πλήρως την ευωδία της πασχαλιάς ή την αίσθηση του κομμένου γρασιδιού.
Η θαυματουργή συσκευή εξάλλου δεν θα κρατήσει ποτέ χέρι σε στιγμή κορύφωσης της αγωνίας σε θρίλερ ούτε και θα ζεστάνει γυναικεία πόδια τον χειμώνα. Δεν αγγίζει, δεν αγκαλιάζει, δεν φιλάει, δεν χαϊδεύει το τηλέφωνο — αν και υπάρχουν tech maniacs βιτσιόζοι φετιχιστές που στη ζούλα γεμίζουν χάδια το πολυεργαλείο. Μπορεί βέβαια να έχει το εξωπραγματικό προσόν να μην γκρινιάζει, αλλά τι να το κάνεις, όταν δεν γελά ή δεν σου κάνει πλάκα;
Παραφράζοντας τον ποιητή, σμαρτφονικά πηγαίνουμε, σμαρτφονικά προχωρούμε και άλλος δρόμος δεν φαίνεται να υπάρχει σ’ αυτή την αναπάντεχη τηλεζωή, που μια πανδημία τάχιστα καθιέρωσε. Ουδείς μπορεί να πει αν οι ήρωες προχωρούν σμαρτφονικά, αλλά ό,τι με κάνει να ελπίζω είναι πως ήδη ένα παρεάκι, απ’ το σπίτι του ο καθείς έγκλειστος, με τηλέφωνο και μεζεδάκι εμπρός του, κανόνισαν online, διαδικτυακά τσίπουρα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News