Πριν από λίγα χρόνια, η παραίτησή του από την ηγεσία του κόμματός του και η προαναγγελθείσα αποχώρηση του από την πρωθυπουργία της χώρας του μπορεί να ήταν και πρώτο θέμα στις ελληνικές ειδήσεις. Ηταν η εποχή που όλοι είχαμε γίνει ειδικοί μακεδονολόγοι: μεταφράζαμε τις ομιλίες του, ερμηνεύαμε τις συναντήσεις του με τον εκεί Πρόεδρο της Δημοκρατίας, μετρούσαμε την πλειοψηφία του στο Κοινοβούλιο έναντι του VMRO και κάναμε προβλέψεις για το δημοψήφισμα που επί της ουσίας ήταν το πρώτο βήμα για την επικύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών. Μοιάζει λες και έχουν περάσει δέκα χρόνια από τότε. Κανείς δεν ρίχνει σήμερα δεύτερη ματιά στη Βόρεια Μακεδονία —υπάρχουν, άλλωστε, μπόλικοι ακόμα στην Ελλάδα που αρνούνται να χρησιμοποιήσουν αυτό το όνομα. Κανείς δεν νοιάζεται και πολύ για την αποχώρηση του Ζόραν Ζάεφ, ούτε για το τι μπορεί να σημαίνει για την επόμενη μέρα στην ευρύτερη περιοχή.
Κι όμως, ο Ζάεφ δεν είναι ένας τυχαίος βαλκάνιος ηγέτης που βρέθηκε την σωστή ώρα, στο σωστό μέρος. Οταν ανέλαβε το τιμόνι της χώρας του, γνώριζε πως ο μόνος τρόπος να κάνει την τότε πΓΔΜ μέλος του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης περνούσε από την λύση του Μακεδονικού. Η ιδεολογική του ταυτότητα δεν στηριζόταν στην εθνικιστική ιδέα της μακεδονικής ταυτότητας, ενώ η πολιτική του προσήλωση στην πλευρά της Δύσης του χάρισε δυνατούς συμμάχους. Μπορεί στην Ελλάδα η Συμφωνία των Πρεσπών, που τελικά έγινε το κλειδί της επίλυσης μιας διαμάχης δεκαετιών, να χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και ως δούρειος ίππος ενάντια στους πολιτικούς της αντιπάλους —με τρόπο που μίκρυνε την αξία της. Στη Βόρεια Μακεδονία, όμως, ήταν το εισιτήριο στη νέα εποχή.
Και όσο εδώ γκρινιάζαμε για το όνομα που «παραχωρούμε», στην απέναντι όχθη χρειάστηκε να αλλάξουν, κυριολεκτικά και μεταφορικά, την ταυτότητά τους. Ο Ζάεφ δεν ζύγισε το κόστος, ούτε τον χρόνο που θα χρειαζόταν —οι αλλαγές βρίσκονται ακόμα σε εξέλιξη, άλλωστε, προχωρώντας πότε πιο γρήγορα και πότε πιο αργά, όπως στην περίπτωση της φανέλας της εθνικής ποδοσφαίρου. Πώς βοήθησε η Ελλάδα σε αυτή τη μετάβαση; Δεν βοήθησε καθόλου, καθώς η κυβέρνηση της ΝΔ δεν θέλει να σηκώσει σκόνη επί του θέματος, ούτε να παραδεχτεί από τι βραχνά τη γλίτωσε μια συμφωνία που δεν ψήφισε εκείνη. Τα μνημόνια συνεργασίας που θα μπορούσαν έστω επικοινωνιακά να ενισχύσουν τις εκεί προθέσεις είναι ακόμα κλεισμένα στο συρτάρι του Προέδρου της Βουλής και για λόγους ισορροπιών εντός του κόμματος, με τη δικαιολογία πως εφαρμόζονται έτσι κι αλλιώς στην πράξη.
Κανείς από τους δύο πρωθυπουργούς που υπέγραψαν τις Πρέσπες δεν έμεινε για καιρό στο αξίωμά του — για διαφορετικούς λόγους ο καθένας. Ο Ζάεφ δεν φεύγει, βέβαια, εξαιτίας της Συμφωνίας. Φεύγει γιατί τα εσωκομματικά προβλήματα ήταν μεγάλα, γιατί έχασε στις δημοτικές εκλογές, γιατί χειρίστηκε λάθος την οικονομία και την πανδημία και γιατί άργησε να κάνει όσα υποσχέθηκε πως θα κάνει γρήγορα —ανάμεσά τους, η ενταξιακή πορεία στην ΕΕ λόγω του βέτο της Βουλγαρίας. Ευτυχώς, η αποχώρησή του δεν δημιουργεί άμεσο πρόβλημα για την εφαρμογή της Συμφωνίας, που φτιάχτηκε έτσι ώστε να δεσμεύει και τις επόμενες κυβερνήσεις.
Αν όμως στις επόμενες εκλογές, όποτε κι αν γίνουν, επικρατήσει το VMRO —που προηγείται στις έρευνες σήμερα—, τότε η περίοδος Ζάεφ θα αποτελεί απλώς ένα ευχάριστο διάλειμμα σε νέες εθνικιστικές εξάρσεις στην γειτονική χώρα, που ακόμα δεν συνήθισε καλά-καλά το νέο της όνομα. Επιβεβαιώνοντας, υπό μια έννοια, την ιστορική φήμη των Βαλκανίων: μια πυριτιδαποθήκη που δεν αδειάζει ποτέ τελείως.
Οι πιο αισιόδοξοι θα πουν πως, τουλάχιστον, εκμεταλλευτήκαμε το διάλειμμα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News