Η είδηση είναι είδηση… Πριν από λίγες ημέρες το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας ανακοίνωσε ότι «με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης θα γίνουν οι εργασίες για τη διευκόλυνση εισόδου ατόμων με αναπηρία στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, στατικής και ενεργειακής αναβάθμισης του κτιρίου, συνολικού προϋπολογισμού 1,6 εκατ. ευρώ». Αυτό, ασφαλώς, είναι θετικό γεγονός: ένα σύγχρονο μουσείο ανακαινίζεται, αναπτύσσεται και εκσυγχρονίζεται αξιοποιώντας ευρωπαϊκά χρήματα.
Σε όσους όμως παρακολουθούν την πορεία της οικονομίας και το πολυδιαφημισμένο αναπτυξιακό σχέδιο Ελλάδα 2.0, που στηρίζεται στους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, οι οποίοι έρχονται μία φορά (μιλάμε συνολικά για 35 δισ. ευρώ), γεννώνται ερωτηματικά. Οπως…
♦ Σε τέτοια έργα πρέπει να πηγαίνουν τα λεφτά του Ταμείου ή σε παραγωγικές επενδύσεις;
Για ποιον λόγο το Μουσείο δεν ενισχύθηκε από τον προϋπολογισμό, από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων ή έστω από κάποιο τομεακό πρόγραμμα του ΕΣΠΑ; Προφανώς, το ερώτημα δεν αφορά το υπουργείο Πολιτισμού, αλλά όσους σχεδιάζουν την οικονομική πολιτική.
Ο μεγάλος προβληματισμός, μετά από σειρά ανάλογων αποφάσεων για μικρά έργα που ναι μεν έχουν κοινωνικό χαρακτήρα αλλά δεν οδηγούν πουθενά την οικονομία, είναι κατά πόσο εξαντλήθηκαν τα μεγάλα σχέδια για να γίνει η οικονομία πιο πράσινη, πιο ψηφιακή, πιο ανταγωνιστική, έτσι ώστε τα προϊόντα που παράγει και οι υπηρεσίες που παρέχει να μπορούν να σταθούν στις ξένες αγορές.
Και σε κάθε περίπτωση να γίνουν επενδύσεις που θα δημιουργήσουν αφενός θέσεις εργασίας, αφετέρου θα δώσουν συγκριτικό πλεονέκτημα σε κλάδους με τεχνολογίες αιχμής ή και παραγωγικούς τομείς στους οποίους έχει μείνει πίσω η χώρα.
Αν κρίνουμε από τα επίσημα στοιχεία, τον απολογισμό των τριών πρώτων χρόνων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που παρουσίασε το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, ήδη έχουν ενταχθεί 800 έργα συνολικού προϋπολογισμού 22,1 δισ. ευρώ και ήδη έχουν καταβληθεί στις επιχειρήσεις και στους φορείς του Δημοσίου που υλοποιούν τις σχετικές επενδύσεις, επιχορηγήσεις, δηλαδή ζεστό χρήμα, ύψους 11,4 δισ. ευρώ. Στην ίδια διαδρομή, των τριών πρώτων ετών του ΤΑΑ, οι επιχορηγήσεις που μοιράστηκαν 359.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις ήταν μόλις 1,4 δισ. ευρώ.
Χαμηλότοκα δάνεια
Παράλληλα, 351 μεγάλες επιχειρήσεις πήραν χαμηλότοκα δάνεια με μέσο επιτόκιο 2,05%, συνολικού ύψους 12,48 δισ. ευρώ. Εξ αυτών των επιχειρήσεων, οι 183 χαρακτηρίζονται μικρομεσαίες και πέτυχαν να εξασφαλίσουν χαμηλότατο δανεισμό συνολικού ύψους 2,09 δισ. ευρώ.
Από τα στοιχεία είναι προφανής η ετεροβαρής μεταχείριση των επιχειρήσεων υπέρ των μεγάλων ομίλων, παρά το γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων στην Ελλάδα είναι μικρομεσαίες. Οι αριθμοί λένε ότι το 87% των χρημάτων έχει κατευθυνθεί στις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες αποτελούν κάτι λιγότερο από το 2% του συνόλου της χώρας.
Η εικόνα αυτή, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν φαίνεται πολλαπλασιαστικό όφελος για την οικονομία από αυτά τα σημαντικά ποσά προς τους μεγάλους ομίλους σε ό,τι αφορά τους ρυθμούς ανάπτυξης (αλλά ούτε στις προβλέψεις για φρενάρισμα στο 1% μετά το 2027), το ερώτημα είναι πώς μπορούν να διορθωθούν κάποιες προτεραιότητας στο β’ μέρος της εκταμίευσης του Ταμείου Ανάκαμψης.
O επίσημος απολογισμός καταδεικνύει το μικρό, δυστυχώς, μερίδιο των μικρομεσαίων στο Ταμείο Ανάκαμψης (το ποσό στον κίτρινο κύκλο):
Τι θα γίνει μέχρι το 2027
Το νέο ερώτημα, λοιπόν, είναι τι θα γίνει από εδώ και πέρα, καθώς οι χρηματοδοτήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης θα πρέπει να απορροφηθούν μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, δηλαδή μέχρι το τέλος του 2026 ή το αργότερο τους πρώτους μήνες του 2027.
Οπως φαίνεται από τον κυβερνητικό προγραμματισμό, τα μεγαλύτερα έργα, ύψους 2,4 δισ. ευρώ, που έχουν ενταχθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης είναι το πρόγραμμα ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ 2 (ύψους 2 δισ. ευρώ), που προβλέπει να δίνονται σε νέα ζευγάρια άτοκα δάνεια μέχρι το 50%, και το πρόγραμμα ΑΝΑΒΑΘΜΙΖΩ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ (ύψους 400 εκατ. ευρώ), που θα δίνει χαμηλότοκα δάνεια για την ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών.
Παράλληλα τρέχουν και μικρότερα προγράμματα κοινωνικής πολιτικής, όπως το «Προλαμβάνω», που είναι το Εθνικό Πρόγραμμα Προληπτικών Εξετάσεων για:
• καρκίνο του μαστού
• καρκίνο του παχέος εντέρου
• καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, και ένα ακόμα που αναμένεται να ξεκινήσει, για τις καρδιαγγειακές παθήσεις.
Οι επιλογές αυτές δείχνουν μια στροφή της κυβέρνησης στην κάλυψη αναγκών κοινωνικής πολιτικής μέσω των πόρων του ΤΑΑ, κάτι θεμιτό στον βαθμό που οι δημοσιονομικοί πόροι του προϋπολογισμού ή και των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ δεν επαρκούν για να χρηματοδοτήσουν τις αυξημένες ανάγκες του ΕΣΥ και του υπουργείου Υγείας.
Δεν αφορούν όμως έργα και προγράμματα που θα αλλάξουν και θα δώσουν ώθηση στην οικονομία, που είναι και το ζητούμενο των στόχων του Ταμείου.
Η κεντρική κατεύθυνση των πόρων θα έπρεπε να παραμένει σταθερή, όπως άλλωστε την παρουσίασε ο διοικητής του Ταμείου Ανάκαμψης, Ορέστης Καβαλάκης, κάνοντας τον απολογισμό των τριών πρώτων χρόνων.
Οπως είπε, «η υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης συνεχίζεται σύμφωνα με τον προγραμματισμό. Εχουν ήδη εκταμιευθεί άνω του 50% των διαθέσιμων πόρων, συνολικού ύψους 18,2 δισ. ευρώ, που χρηματοδοτούν δράσεις για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, καθώς και για την υποστήριξη της ιδιωτικής οικονομίας, με έμφαση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις».
Ισως προς αυτή την κατεύθυνση, δηλαδή την υποστήριξη της ιδιωτικής οικονομίας και των μικρομεσαίων, βοηθήσουν μικρότερα προγράμματα που προετοιμάζονται για τις επιχειρήσεις (κατά κύριο λόγο μικρές ή μεσαίες) και είναι τα εξής:
- Αλλάζω συσκευή για επιχειρήσεις
- Φωτοβολταϊκά για επιχειρήσεις
- Νέα προγράμματα εξοικονομώ
Καμπανάκι από το ΚΕΠΕ για το «δεύτερο ημίχρονο»
Καθώς πλέον εισερχόμαστε στο «δεύτερο ημίχρονο» του αγώνα απορρόφησης των πόρων του ΤΑΑ, το οποίο χρονικά συμπίπτει με το διάστημα που θα μεσολαβήσει από τώρα μέχρι τις εθνικές εκλογές του 2027, οι επιλογές του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας για το πού θα κατευθυνθεί το ζεστό χρήμα και ποιες επενδύσεις θα υλοποιηθούν για το καλό της οικονομίας είναι κρίσιμες.
Οπως επισημαίνει σε έκθεσή του το ΚΕΠΕ, το ερώτημα που προκύπτει είναι κατά πόσο η τρέχουσα ανάκαμψη θα μετατραπεί σε μελλοντική βιώσιμη ανάπτυξη, κάτι που ασφαλώς θα εξαρτηθεί πρωταρχικά από τις διεθνείς εξελίξεις και τις επιλογές της κυβέρνησης την επόμενη τριετία, μέχρι το 2027. Εως τότε υπάρχει σχέδιο και χρηματοδότηση, άρα υπάρχει ένα παράθυρο ανοιχτό στις ευκαιρίες.
Γιατί αργούν τα λεφτά
Το άλλο ζήτημα, που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνο του το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, είναι ότι οι Βρυξέλλες, προκειμένου να καταβάλουν τα χρήματα για τις επιχορηγήσεις και της επιδοτήσεις δανείων από το ΤΑΑ στην Ελλάδα, περιμένουν κάθε εξάμηνο να υλοποιείται μια σειρά προαπαιτούμενων, που στην παρούσα φάση είναι:
- Αλλαγές στον Δικαστικό Χάρτη
- Αλλαγές στη νομοθεσία για τις προμήθειες
- Επιτάχυνση έργων του κτηματολογίου
- Αλλαγές στον κανονισμό για τις εταιρείες παροχής ενέργειας, και πολλές άλλες
Δηλαδή το βασικό μεταρρυθμιστικό καθήκον της κυβέρνησης, που όμως και αυτό συνδέεται με την οικονομία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News