Δεν παρακολούθησα το πρώτο επεισόδιο του «Super Mommy» σε έκδοση Μάρκου Σεφερλή, στον ANT1. Αλλά ήταν αδύνατον να μην παρακολουθήσω τον αντίκτυπό του, το ωστικό κύμα σχολιασμού που δημιούργησε. Τόσο ισχυρό, που το hashtag της σειράς δεν λέει να φύγει από τα trends στο Twitter, τρεις και τέσσερις μέρες μετά την πρεμιέρα.
Τα περάσματα ζάπινγκ που έκανα, το βράδυ της προβολής του, ήταν αρκετά για να καταλάβω αυτό που και ο ίδιος φρόντισε να μας δείξει, πετώντας το στη μούρη μας, θα τολμούσα να πω, ήδη από το τρέιλερ: εδώ θα παρακολουθήσετε τον γνωστό Σεφερλή, με τα σεφερλίδικα αστεία του. Αν γελάσατε με τους δύο γκέι-καρικατούρες που χτυπούσαν τις βεντάλιες σαν νευρόσπαστα στο τρέιλερ, συντονιστείτε μαζί μας και θα περάσετε τέλεια.
Θα δείτε την ελληνίδα μάνα να μιλάει για ζακέτες και νύφες και να είναι στερημένη σεξουαλικά σε σημείο που να κυνηγά βιαστές στον δρόμο να «τους προλάβει», θα δείτε άνδρες που σκέφτονται μόνο το σεξ και γυναίκες που ο χαβάς τους είναι μόνο τα ψώνια, όπως και ηλικιωμένους που δεν μπορούν να κρατήσουν το θερμόμετρο στο στόμα και κινδυνεύουν από πρωκτική διείσδυση (του θερμομέτρου πάντα, αλίμονο).
Η κωμωδία παίζει με τα στερεότυπα, αλλά η καλή κωμωδία τα αποδομεί κιόλας. Ψιλά γράμματα θα μου πείτε, τι κάθεσαι και αναλύεις τώρα, εδώ μιλάμε για Μάρκο Σεφερλή. Είναι ο ίδιος πια ένα στερεότυπο της ελληνικής κωμωδίας, είναι αυτός που είναι και γράφει αυτά που γράφει.
Ο Σεφερλής είναι ο Σεφερλής. Το θέμα είναι εσύ τι είσαι. Εσύ, εγώ, αυτός. Αυτοί που γελάνε, όχι ακριβώς μαζί του, γιατί ως φύσει κωμικός είναι πολύ καλός, αλλά αυτοί που μπορούν να γελάσουν με τα σεξιστικά και ρατσιστικά τερατουργήματα που πετάγονται σαν καρφιά μέσα από το κείμενό του. Το κοινό που ήταν στην πρεμιέρα του πρώτου επεισοδίου του «Super Mommy» μια χαρά γελούσε. Και το κοινό που γεμίζει τις παραστάσεις του στο θέατρο, επίσης.
Το θέμα, αγαπητοί μου, δεν είναι τι κάνει ο Μάρκος Σεφερλής αλλά τι κάνουν όλοι οι υπόλοιποι. Μπορεί να κατεβάζουμε καντήλια για τον κακοποιητικό λόγο που διοχετεύεται μέσα από ένα τηλεοπτικό προϊόν στα σαλόνια μας, αλλά αν ο κύριος ή η κυρία που κάθεται στο σαλόνι δεν το απορρίψει μέσω του τηλεκοντρόλ του, τζάμπα φωνάζουμε.
Η σειρά σημείωσε 15% στο δυναμικό κοινό και 14% στο σύνολο. Η τηλεθέαση του πρώτου επεισοδίου δείχνει ότι ακόμα υπάρχουν ο κύριος και η κυρία που κάθονται και βλέπουν ένα παρωχημένο, λούμπεν κωμικό σύμπαν στην οθόνη τους. Ισως όμως φανερώνει ότι το κοινό αυτό έχει κάπως συρρικνωθεί. Οχι επειδή φωνάζουν όσοι έβρισκαν από πάντα το κωμικό κείμενο του Σεφερλή προβληματικό, αλλά επειδή οι εποχές αλλάζουν και το αναδεικνύουν.
Είναι περισσότερο μια εσωτερική διεργασία που συντελείται, με μικρά, ανεπαίσθητα βήματα. Μια χλιαρή τηλεθέαση τώρα, μια παράσταση που δεν γέμισε αύριο, τρεις άνθρωποι που δεν μπορούν με τίποτα να γελάσουν ακούγοντας αστεία για τον βιασμό, και καταριούνται την ώρα και τη στιγμή που δέχτηκαν να γίνουν το ζωντανό κοινό τη σειράς. Στο οποίο κάποια στιγμή μένουν τρεις κι ο κούκος, γιατί οι περισσότεροι δεν δέχονται να πάνε.
Με βρίσκετε υπερβολικά αισιόδοξη; Μπορεί. Προτιμώ να βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο. Μισοάδειο καλύτερα, στη συγκεκριμένη περίπτωση. Οι δεινόσαυροι είναι ακόμα μπροστά μας, αλλά οι εποχές αλλάζουν. Δεν μπορεί να μην αλλάζουν. Αργά ή γρήγορα, θα τους αφήσουν πίσω.
ΥΓ. Σε μια συνέντευξη άκουγα την Ελένη Ράντου να λέει: «μ’ αρέσει η κωμωδία που αγαπάει τον άνθρωπο». Αυτό ακριβώς! Πόσο απλά και όμορφα το είπε. Με τη δική της φράση, μπορείς να αναλύσεις κάθε σεφερλίδικο «Super Mommy» και να καταλάβεις τι του λείπει.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News