Στην πολιτική υπάρχει ένας άγραφος κανόνας. Οι ευκαιρίες για τα κόμματα και τους ηγέτες τους δεν παραγγέλλονται και όταν αυτές προκύπτουν, πρέπει να τις εκμεταλλεύεσαι, γιατί αλλιώς χάνονται. Αν δεν κατανοούνται και δεν αξιοποιούνται οι συγκυρίες που δημιουργούν τα γεγονότα, τότε συμβαίνει ό,τι και στο Κυπριακό. Κάθε επόμενη προσπάθεια θα γίνεται σε δυσμενέστερες συνθήκες και με μικρότερες προσδοκίες. Οι ηγέτες κρίνονται στην εκμετάλλευση του πολιτικού χρόνου για να δημιουργήσουν γεγονότα.
Η παραίτηση-αποχώρηση του Αλέξη Τσίπρα από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ διαμορφώνει νέα δεδομένα και προοπτικές στον χώρο της καθημαγμένης αντιπολίτευσης μετά τη ρευστοποίησή της στις δύο διαδοχικές εκλογές, του Μαΐου και του Ιουνίου. Ο παραμερισμός του κ. Τσίπρα και η περιδίνηση στην οποία εισέρχεται ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αναμενόμενο να «απελευθερώσει» πασοκογενείς ψηφοφόρους, δίνοντας έτσι την πολιτική ευκαιρία στο ΠΑΣΟΚ να μπορέσει να αναδειχθεί ως ο αντίπαλος πόλος στη ΝΔ, όχι μόνο στα προεκλογικά λόγια αλλά και στην πράξη.
Ομως, για να το καταφέρει αυτό, είναι προφανές ότι πρέπει να πολιτευτεί ως παράταξη και όχι μόνο ως κόμμα της αντιπολίτευσης. Τώρα είναι η στιγμή της πρόκλησης για τον Νίκο Ανδρουλάκη να αναδειχθεί σε ηγέτη της αποκαλούμενης προοδευτικής παράταξης και να μην αρκεστεί στη ζώνη ασφαλείας της θέσης του προέδρου ενός κόμματος των μεγεθών του ΠΑΣΟΚ.
Διότι το ενδιαφέρον είναι ότι το ΠΑΣΟΚ, από την ίδρυσή του, προσέφερε στην Ελλάδα, έξω από τα κομματικά του όρια, ως παράταξη. Αυτή είναι η πολιτική συνεισφορά του. Ακόμη και η ανάληψη της ευθύνης με την αποδοχή των λύσεων των μνημονίων, με τις μεταρρυθμίσεις αλλά και τα τρομακτικά βάρη που απαιτούσαν, έγιναν με παραταξιακά και εθνικά κριτήρια –όχι με στενό κομματικό συμφέρον, το οποίο άλλα θα υπαγόρευε.
Και το ΠΑΣΟΚ μόνο ως παράταξη θα ανακτήσει τον ιστορικό ρόλο του.
Τι σημαίνει αυτό;
Πρώτα από όλα, να προβάλει την αλλαγή παραδείγματος. Να διατυπώσει το δικό του νέο εθνικό διακύβευμα για τη χώρα. Τι θέλει να είναι η Ελλάδα και πού θέλει να πάει. Στην προεκλογική καμπάνια, ο κ. Ανδρουλάκης έθεσε αποσπασματικά ορισμένα στοιχεία, συμπυκνώνοντάς τα στη φράση «να γίνει η Ελλάδα μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα». Διεύρυνε την πολιτική συζήτηση, έστω αποσπασματικά, αναβαθμίζοντας τον δημόσιο λόγο στην ουσία, όχι μόνο στην επικοινωνία και στις εντυπώσεις. Το εκλογικό αποτέλεσμα τον δικαίωσε, καθώς το ΠΑΣΟΚ αύξησε κάπως τα ποσοστά του και πλησίασε περισσότερο τον ΣΥΡΙΖΑ.
Δεύτερον να γίνει –ή να παραμείνει, αν θέλετε– «σοβαρή» αντιπολίτευση, με θετική μεταρρυθμιστική ταυτότητα που θα εγγυάται τον χαρακτήρα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Να αναζητά και να προσφέρει συναινέσεις εκεί όπου κατοχυρώνεται το δημόσιο συμφέρον και να διαφωνεί σε ό,τι αναπαράγει τις ανισότητες και τη συντήρηση. Να υπερασπίζεται το κράτος δικαίου γιατί έτσι θα υπερασπίζεται και θα ενισχύει τη δημοκρατία. Να μη φωνάζει συνεχώς, διότι από ένα σημείο και μετά δεν σε ακούν ακόμη και όταν έχεις λόγο να φωνάζεις.
Τρίτον, για να προωθήσει τα παραπάνω, είναι απαραίτητο το άνοιγμα εντός και εκτός των κοινοβουλευτικών ορίων του. Αυτό σημαίνει από τη μία αξιοποίηση όλου του δυναμικού που διαθέτει χωρίς τις ομαδοποιήσεις –για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, ομαδοποιήσεις ανάλογα με το αν κάποιος υποστήριξε τον Ανδρουλάκη, αν είναι «Παπανδρεϊκός» ή «Γεννηματικός». Προφανέστατα η νέα γενιά του ΠΑΣΟΚ θα είναι μπροστά. Το εκλογικό αποτέλεσμα το δείχνει. Μόνη της όμως, χωρίς εμπειρία και καθοδήγηση, δεν θα το καταφέρει. Κριτήριο, λοιπόν, πρέπει να είναι ποιοι από αυτούς θα μπορούν να κάνουν τη δουλειά στην αντιπολίτευση. Η εμπειρία να συμπορευτεί με τον ενθουσιασμό των νεότερων στη διάταξη μάχης του νέου πολιτικού κύκλου.
Τέταρτον, τα αμφίπλευρα ανοίγματα θα είναι άνευ αντικειμένου αν δεν συνοδεύονται με πολιτικές πρωτοβουλίες και πολιτικό λόγο που θα δείχνει απεγκλωβισμό από το παρελθόν. Με το κλέος και την ανάμνηση της Αλλαγής δεν απαντώνται τα σύγχρονα σύνθετα προβλήματα όπως το Μεταναστευτικό, οι ανισότητες, το περιεχόμενο των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων για τη ανασύνθεση του κοινωνικού κράτους. Η ιστορική δικαίωση του ΠΑΣΟΚ από τον ελληνικό λαό δεν είναι σήμερα προαπαιτούμενο συστράτευσης. Χρειάζεται προσαρμογή στη σημερινή πραγματικότητα. Να μη νοείται το ΠΑΣΟΚ ως απλό άθροισμα δυνάμεων. Να παράγει η δράση του πολιτικό περιεχόμενο για τις ανάγκες των πολιτών.
Με άλλα λόγια, να κάνει εθνική πολιτική με περιεχόμενο και δράση.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News