Φέτος, οι «Aγριες Μέλισσες» ξεκίνησαν την πλοκή τους με τη βασική πρωταγωνίστρια να περνάει τα πάνδεινα από τον διοικητή της φυλακής, στην οποία μπήκε, αφού κρίθηκε ένοχη για φόνο. Ο διοικητής την κακοποιούσε, τη βασάνιζε και τη βίαζε συστηματικά, υποχρεώνοντάς την να υποκύπτει στις αρρωστημένες ορέξεις του. Στο κακοποιητικό παιχνίδι του είχε συνενόχους. Ανθρώπους που έκαναν τα στραβά μάτια, αφήνοντάς τον να κάνει ανενόχλητος όσα φριχτά ήθελε στη δύσμοιρη γυναίκα.
Το σενάριο έβαλε τον θύτη να εξακολουθεί να κυνηγά το θύμα, ακόμα και αφού κέρδισε την ελευθερία του, και να παραμένει υπεράνω υποψίας, παρόλο που το θύμα ξεκίνησε έναν αγώνα προκειμένου να αποκαλυφθούν όσα πέρασε στα χέρια του. Οχι μόνο η ίδια, αλλά και πολλές άλλες γυναίκες.
Μας θυμίζει κάτι;
Και βέβαια μας θυμίζει! Η ραχοκοκαλιά της πλοκής της δεύτερης σεζόν των «Αγριων Μελισσών», είναι ό,τι ζούμε στην Ελλάδα, τελευταία, με το ξέσπασμα του ελληνικού MeToo. Η προσπάθεια μιας κακοποιημένης γυναίκας, που ψάχνει να βρει δικαίωση, τρέχει στις οθόνες μέσα από την πιο πετυχημένη σειρά της ελληνικής τηλεόρασης. Εκεί, σε μια ιστορία μυθοπλασίας, μπαινοβγαίνουν καταστάσεις τις οποίες διαβάζουμε και ακούμε στην πραγματικότητα: ο θύτης που τη βγάζει καθαρή και το θύμα που συνεχίζει να κακοποιείται από μια κοινωνία που δεν ακούει, που ανέχεται και δυσπιστεί.
Βλέπουμε, όμως, και τον αγώνα του ανθρώπου για το δίκαιο. Ο οποίος, παρά τα εμπόδια, βρίσκει χαραμάδα να βγει και να διεκδικήσει τα αυτονόητα. Η πλοκή της σειράς έχει βάλει την πρωταγωνίστρια να κινεί γη και ουρανό για να φτάσει στη λύτρωση: στην τιμωρία του βασανιστή της. Και μαζί της, συμπαρασύρει κι άλλες γυναίκες-θύματα, βρίσκει συμπαραστάτες και βοηθούς, κάνει την αλήθεια της δυνατή και τη φωνάζει όσο πιο μακριά μπορεί. Και, ναι, ακούγεται. Οπως ακούγονται τώρα χιλιάδες άνθρωποι που αποκαλύπτουν την τραυματική εμπειρία τους σεξουαλικής ή ηθικής παρενόχλησης και κακοποίησης.
Είναι καταπληκτικό, το πώς συνέβη μια τέτοια σύμπτωση, να ζούμε το MeToo, αλλά και να το παρακολουθούμε ταυτόχρονα από την τηλεόραση, μέσω μιας μυθοπλασίας. Η οποία τυχαίνει να είναι το απόλυτο τηλεοπτικό σουξέ.
Και πώς να μην είναι; Πολλά τα θετικά αυτής της σειράς, τα έχουν αναλύσει ουκ ολίγοι, αλλά εγώ θέλω να επικεντρωθώ στο σενάριο, γιατί από εκεί ξεκινάνε όλα. Λογικά, το σενάριο των επεισοδίων που παρακολουθούμε έχει γραφτεί πριν από το ξέσπασμα του ελληνικού MeToo. Εδώ, λοιπόν, μιλάμε για ένα κείμενο που κατάφερε να αφουγκραστεί τον παλμό της κοινωνίας. Εβαλε εντός του θέματα που μας αφορούν, ή που θα έπρεπε να μας αφορούν, και τα τοποθέτησε στη σωστή τους διάσταση. Το ότι έπεσε τόσο μέσα, βέβαια, το ότι είχε τόσο σωστό timing με την αληθινή ζωή, είναι μια υπέροχα σατανική σύμπτωση.
Η ζωή μιμείται την Τέχνη ή η Τέχνη τη ζωή; Δεν ξέρω. Σίγουρα, όμως, όταν ένα σενάριο ενώνει τόσο πετυχημένα τις τελείες μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, τότε η ιστορία μυθοπλασίας που βλέπεις μπαίνει μέσα σου, σε αγγίζει και σε συγκινεί. Και αρχίζει να απλώνεται γύρω σου, στον πραγματικό σου χώρο και χρόνο, μ’ ένα μαγικό τρόπο. Σαν ρεύμα που βγαίνει απ’ την οθόνη και φωτίζει το δωμάτιο.
Είναι η απόδειξη ότι η τηλεόραση μπορεί να ποιεί ήθος, να πλάθει συνειδήσεις, να ανοίγει το μυαλό και τον ορίζοντα. Να την κλείνεις και να νιώθεις λίγο καλύτερα, λίγο πιο γεμάτος.
Και το καλύτερο: αυτή τη σειρά τη βλέπει κόσμος και κοσμάκης. Κι εκείνος που έχει κάνει τα στραβά μάτια. Κι εκείνη που έχει καταπιεί το κακό. Κι εκείνος που το έχει κάνει.
ΥΓ.