Η ήττα στις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου 2024, όχι μόνο στην Κωνσταντινούπολη, στην Αγκυρα και στη Σμύρνη, αλλά σε όλη την επικράτεια, ήταν το πιο σοβαρό πλήγμα που έχει δεχθεί ο Ταγίπ Ερντογάν στη μακρά πολιτική πορεία του. Ηταν η πρώτη φορά μετά το 2002, όταν και ανήλθε στην εξουσία, που στα αυτιά του τούρκου προέδρου έφταναν όλο και περισσότερα σενάρια περί μιας πιθανής αποχώρησής του από το μεγαλεπήβολο Λευκό Παλάτι.
Σε μια εποχή γεμάτη ανατροπές και με δύο πολέμους σε εξέλιξη, ο Ερντογάν έμοιαζε να αναζητεί ένα καίριο γεγονός που θα τον έβαζε ξανά στη θέση του απόλυτου οδηγού της χώρας. Και που, κυρίως, θα δημιουργούσε τον χώρο και τις προϋποθέσεις προκειμένου να θέσει τις βάσεις για την αναπαραγωγή της κυριαρχίας του.
Ούτε εννιά μήνες μετά, η ανατροπή του Ασαντ, εξέλιξη στην οποία η Τουρκία διαδραμάτισε κομβικό ρόλο, δίνει στον τούρκο πρόεδρο μια εξαιρετική ευκαιρία για τη συνέχεια. Η διαμόρφωση της επόμενης μέρας στη Συρία είναι το μεγάλο στοίχημα του Ταγίπ Ερντογάν. Εκεί θα κριθεί η πολιτική κληρονομιά του.
«Εντός του 2025 είμαστε αποφασισμένοι να πετύχουμε τους στόχους του “Αιώνα της Τουρκίας”» δήλωσε εμφατικά –και με αφορμή τις τελευταίες ραγδαίες εξελίξεις– πριν από λίγες ημέρες στο βήμα ενός εκ των περιφερειακών συνεδρίων του ΑΚΡ. Τι περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ο «Αιώνας της Τουρκίας»; Αποτίναξη των «δεσμών» της Συνθήκης της Λωζάννης, δηλαδή επέκταση της τουρκικής επικράτειας, ενίσχυση της διπλωματικής και στρατιωτικής επιρροής στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή, και εξόντωση της «τρομοκρατικής απειλής» των Κούρδων στα νότια σύνορα της χώρας.
Σε τελική ανάλυση, την τοποθέτηση της εικόνας του Ταγίπ Ερντογάν δίπλα σε αυτή του Κεμάλ Ατατούρκ, ως ενός ισάξιου «πατέρα» του έθνους. Καθόλου συμπτωματικά, όλα τα παραπάνω αφενός καλύπτονται από μια απευθείας ή συγκεκαλυμμένη επιχείρηση της Τουρκίας επί συριακού εδάφους, αφετέρου καλύπτουν τις ανησυχίες και τις ανάγκες μεγάλου μέρους του τουρκικού ακροατηρίου.
«Η νέα κατάσταση στη Συρία επηρεάζει την τουρκική κοινή γνώμη με δύο τρόπους. Πρώτον, έχει πλαισιωθεί ως νίκη της κυβέρνησης Ερντογάν ενάντια στον “διάβολο” Ασαντ, και δεύτερον, έχει αναδειχθεί η δυνατότητα της Τουρκίας ως ρυθμιστή των περιφερειακών εξελίξεων», λέει στο Protagon o καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Μπιλγκί της Κωνσταντινούπολης, Εμρέ Ερντογάν.
Πράγματι, η επιδραστικότητα που φαίνεται ότι εξασφαλίζει η Αγκυρα στην όρθωση του νέου ισλαμιστικού καθεστώτος αυξάνει το διπλωματικό βεληνεκές της Τουρκίας – μάλιστα σε ένα κρίσιμο σημείο του χάρτη, στο σταυροδρόμι της Μέσης Ανατολής με την Ανατολική Μεσόγειο. Στη Συρία ο Ταγίπ Ερντογάν εφαρμόζει στην πράξη τη νεο-οθωμανική ιδεολογία του. «Οπως είχα πει πρόσφατα, η Τουρκία είναι μεγαλύτερη από την Τουρκία» δήλωνε περίπου 10 ημέρες πριν, επιστρέφοντας από την Αίγυπτο.
Στην άλλη πλευρά του Αιγαίου η θεωρία των «συνόρων της καρδιάς» βρίσκει εκατομμύρια ευήκοα ώτα. Εκτός αυτών, η υπόσχεση για ολοκληρωτική εξαφάνιση του YPG, ενόπλου βραχίονα των Κούρδων στη Συρία και σύμφωνα με την Αγκυρα άμεσα συνδεδεμένου με το ΡΚΚ, αντηχεί καθησυχαστικά στο συλλογικό υποσυνείδητο σχεδόν όλων των Τούρκων. Στην πραγματικότητα, είτε για τους εθνικιστές, είτε για τους ισλαμιστές, είτε ακόμα και για τους μετριοπαθείς και ενσωματωμένους Κούρδους, η αντιμετώπισης της κουρδικής τρομοκρατίας αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα. Αρα, μια αξιοσημείωτη επιτυχία του Ερντογάν στον συγκεκριμένο τομέα θα ανεβάσει κατά κόρον τη δημοφιλία του στο εσωτερικό.
«Η κατοχή της βόρειας Συρίας από το YPG απειλεί την Τουρκία, όχι μόνο διότι εκεί έχει διαμορφωθεί μια στρατιωτική βάση για πιθανές τρομοκρατικές επιθέσεις στην τουρκική επικράτεια, αλλά και γιατί κατασκευάζεται ένα πρότυπο, ή αλλιώς μια ουτοπία, για τους Κούρδους εθνικιστές που διεκδικούν ανεξαρτησία, πιστεύοντας ότι τα συγκεκριμένα εδάφη θα μπορούσαν στο μέλλον να φιλοξενήσουν μια έστω ημι-κρατική οντότητα» επισημαίνει ο καθηγητής Ερντογάν.
Πώς, όμως, θα δράσει η Τουρκία στις περιοχές των Κούρδων; Δια των αντιπροσώπων της του Εθνικού Συριακού Στρατού ή με τις δικές της Ενοπλες Δυνάμεις. Μια ματιά στο πρόσφατο παρελθόν δίνει, ίσως, την απάντηση. Το 2016-17, στην επιχείρηση «Ασπίδες του Ευφράτη», που αναπτύχθηκε στη βορειοδυτική Συρία και χαρακτηρίστηκε από την Αγκυρα «επιτυχημένη», σκοτώθηκαν 67 τούρκοι στρατιώτες. Για τον Ερντογάν, το αίμα που έχει χυθεί στο κουρδικό μέτωπο πρέπει να κεφαλαιοποιηθεί σε έδαφος.
H πλήρης κυριαρχία επί του YPG, όπως και η ενοποίηση των ζωνών που ελέγχει η Τουρκία, θα απαιτήσει δική της ένοπλη παρέμβαση, για την οποία η Αγκυρα ήδη προετοιμάζεται. Αλλωστε, de facto επέκταση των συνόρων δεν κατοχυρώνεται χωρίς την επιτόπια παρουσία του τουρκικού στρατού.
«Κατά συνέπεια, η τουρκική στρατιωτική παρουσία στη βόρεια Συρία θα συνεχιστεί στο εγγύς μέλλον, ειδικά αν δεν εκκαθαριστεί αυτή η περιοχή από τις κουρδικές δυνάμεις» εκτιμά και ο κ. Ερντογάν, προσθέτοντας ότι «η νέα κυβέρνηση στη Συρία θα ανεχθεί την εν λόγω ένοπλη δραστηριότητα της Αγκυρας. Υπό αυτές τις συνθήκες, η τουρκική κοινή γνώμη θα υποστηρίξει την περαιτέρω εμπλοκή της χώρας στην περιοχή για τη σταθεροποίησή της, με τη συνεργασία του νεοσύστατου καθεστώτος.
»Από την άλλη πλευρά, ο τούρκος πρόεδρος θα προτιμήσει μια ενοποιημένη Συρία υπό τον έλεγχο του νεοσύστατου HTŞ. Παραλλήλως, θα επιχειρήσει να δημιουργήσει μια ασφαλή ζώνη για τις τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις, αλλά και για μια πιθανή εγκατάσταση σύρων προσφύγων που ζουν στην Τουρκία».
Το Προσφυγικό αποτελεί εδώ και χρόνια ένα από τα κορυφαία προβλήματα στο εσωτερικό της χώρας, καθώς έχει αναδειχθεί από το ΑΚΡ ως μια από τις αιτίες κακοδαιμονίες της οικονομίας. Αν πράγματι η τουρκική κυβέρνηση πετύχει να μεταφέρει χιλιάδες Σύρους είτε πίσω στην πατρίδα τους είτε στη ζώνη ασφαλείας, τότε θα μιλάμε για μια επιτυχία του Ερντογάν.
«Το νέο καθεστώς στη Συρία γεννά ελπίδες σε αυτούς που ανησυχούν για την παρουσία συριακού πληθυσμού στην Τουρκία από τη δεκαετία του 2010. Τα έντονα αντιμεταναστευτικά αισθήματα αποκρυσταλλώνονται με την εμφάνιση του κόμματος Νίκη, η παρουσία του οποίου ήδη πλήττει την κυβέρνηση. Τώρα υπάρχει μεγάλη πιθανότητα οι Σύροι να επιστρέψουν –χάρη και στην προπαγάνδα των μέσων ενημέρωσης– και αυτό δημιουργεί ένα είδος αισιοδοξίας» συμπεραίνει ο κ. Ερντογάν. Μέχρι στιγμής, πάντως, στη Συρία δεν έχουν επιστρέψει περισσότεροι από 30.000 πρόσφυγες.
Για την Τουρκία του Ερντογάν, και ειδικά όσον αφορά το κουρδικό ζήτημα, πολλά θα κριθούν από τον βαθμό εμπλοκής των έτερων μεγάλων παικτών στο έδαφος της Συρίας, δηλαδή των Ηνωμένων Πολιτειών και του Ισραήλ, που άλλωστε έχουν στηρίξει εμπράκτως το YPG με στόχο την καταπολέμηση της ισλαμιστικής τρομοκρατίας, αλλά και την αποτροπή μεγέθυνσης της τουρκικής επιρροής.
Τις τελευταίες ώρες οι επαφές τούρκων αξιωματούχων με την Ουάσινγκτον είναι αλλεπάλληλες, ενώ η αντικουρδική τουρκική ρητορική κλιμακώνεται επικίνδυνα. Το τουρκικό αίτημα είναι απλό: «Μη στηρίζετε τους Κούρδους, το “κλειδί” για την ασφάλεια και το μέλλον της Συρίας βρίσκεται στην Αγκυρα». Η δε συνολική αντίληψη του Ερντογάν για το πώς θα πρέπει να διευθετηθούν τα πράγματα στη Συρία μοιάζει παραπάνω μεσσιανική από όσο δικαιολογεί η πολυπλοκότητα της κατάστασης.
«Οσοι τόσα χρόνια αγνοούσαν τις προειδοποιήσεις μας παριστάνοντας τους κουφούς, τώρα καταλαβαίνουν ότι λέμε την αλήθεια» φώναξε προ ημερών ο τούρκος πρόεδρος. Θα φτάσει, άραγε, το μήνυμα του Ερντογάν σε αυτούς που πρέπει; Πράγματι, εντός του 2025 θα αποδειχθεί ποιος θα κερδίσει το στοίχημα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News