Το Κυπριακό ανάμεσα στο τραύμα και στη λήθη
Το Κυπριακό ανάμεσα στο τραύμα και στη λήθη
Τη Δευτέρα 17 Μαρτίου, οι υπουργοί Εξωτερικών Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας, μαζί με τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας και τον τουρκοκύπριο ηγέτη θα συναντηθούν στο κτίριο των Ηνωμένων Εθνών στη Γενεύη. Εκεί, στην άτυπη πενταμερή για το Κυπριακό, θα αναζητηθούν πιθανά πεδία συγκλίσεων προκειμένου να επανεκκινήσει ο επίσημος διάλογος.
Παρά την αστάθεια που επικρατεί παγκοσμίως, δεν υπάρχει κάποιο σημάδι που να υποδεικνύει ότι ένα από τα πλέον χρονίζοντα διπλωματικά ζητήματα της υφηλίου θα μπει σε τροχιά επίλυσης. Πώς όμως αντιμετωπίζουν στην Κύπρο την έναρξη ενός νέου κύκλου διαλόγου; Τι σημαίνουν για την ελληνοκυπριακή κοινωνία, 51 χρόνια μετά την εισβολή, τα τετελεσμένα που έχει επιβάλει η Τουρκία στο έδαφος του νησιού; Πώς λειτουργούν η μνήμη, η λήθη και, τελικά, η πάροδος του χρόνου στην προοπτική της επανένωσης;
Ο Γιάννος Δημητρίου και ο Πάμπος Χατζηπαναγή, Ελληνοκύπριοι που έζησαν πτυχές της τραγωδίας στην οικογένειά τους, και η Ντόνα Παπαστυλιανού, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, που έφυγε σε εφηβική ηλικία από την Κύπρο, μιλούν στο Ρrotagon για τις εμπειρίες τους και το τραύμα που συνεχίζει να βαραίνει το συλλογικό υποκείμενο στην Κύπρο.
Γάμος σαν μνημόσυνο
Στη δεύτερη σκηνή, ο Ανδρέας ξυπνάει στο σπίτι του, κάπου στην Κύπρο. Είναι η μέρα του γάμου του, αλλά σαν να προμηνύεται κάτι διαφορετικό. Αφού ετοιμάζεται, μπαίνει και κάθεται στην κουζίνα. Ενα κάπως στεγνό αλλά συνάμα ζεστό δωμάτιο, το οποίο πλημμυρίζει από τις αφηγήσεις της μάνας του. Αυτή θυμάται τον άνδρα της, τον πατέρα του Ανδρέα. Θα είναι απών από τον γάμο του γιου του. Το ταξίδι στον τόπο της μνήμης, μιας μνήμης επίμονης και ζωντανής, διακόπτεται από ένα ξαφνικό χτύπημα στην εξώπορτα. Είναι δύο μέλη της ΔΕΑ – στην Κύπρο η Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων είναι πασίγνωστη: ασχολείται με την εύρεση και ταυτοποίηση πολιτών, αξιωματικών και στρατιωτών που εξαφανίστηκαν από προσώπου γης εκείνες τις μαύρες μέρες του Ιουλίου-Αυγούστου 1974.
Είμαστε πια στο 2008 όταν ο Ανδρέας πληροφορείται επισήμως ότι ο πατέρας του δεν συγκαταλέγεται πια στη λίστα των αγνοουμένων. Είναι νεκρός. Εκτελέστηκε με μια σφαίρα στο κεφάλι. Είχαν μεσολαβήσει 34 χρόνια. Χρόνια αμυδρής ελπίδας, προσμονής και, κυρίως, υπομονής. Στην Κύπρο η υπομονή έχει διαφορετικά όρια σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο.
Λευκωσία, Μάρτιος 2025
Στις 4 Μαρτίου, τα υπουργεία Εξωτερικών σε Αθήνα και Λευκωσία έλαβαν την επίσημη πρόσκληση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, για να παραστούν στις 17-18 του ίδιου μήνα στη Γενεύη, όπου και θα συγκληθεί ξανά –έπειτα από «ναυάγια», «αδιέξοδα» και «αδιαλλαξία»– η άτυπη διευρυμένη συνάντηση για το Κυπριακό. Τι μπορεί να περιμένει κανείς από την πενταμερή;
Μιλήσαμε με τον Πάμπο Χατζηπαναγή, παραγωγό της ταινίας «Η σφαίρα υπάρχει μέσα μου». Η ιστορία του Ανδρέα είναι η δική του ιστορία, ελαφρώς παραλλαγμένη για τις ανάγκες της μυθοπλασίας. Ο πατέρας του βρέθηκε μέσα σε ομαδικό τάφο στα Κατεχόμενα, με τα χέρια του δεμένα πισθάγκωνα και το κρανίο τρύπιο από πυροβόλο όπλο. Είχε συλληφθεί στο χωριό του, τις Μάνδρες Αμμοχώστου, από Τουρκοκύπριους. Τον μετέφεραν μαζί με άλλους αιχμαλώτους στη Λευκωσία και έκτοτε εξαφανίστηκε.
Ρωτήσαμε τον κ. Χατζηπαναγή για τις ελπίδες που ενδεχομένως να είχε πριν βρει στην πόρτα του τη ΔΕΑ, αλλά και τι περιμένει ενόψει αυτής της νέας προσπάθειας των Ηνωμένων Εθνών για την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων στην Κύπρο. «Κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από τα δεδομένα που δημιουργήθηκαν όλα αυτά τα χρόνια. Για να μπορέσει να βρεθεί μια λύση, το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνει είναι να υπάρξει εμπιστοσύνη μεταξύ των δύο μερών. Το οποίο δεν προβλέπεται να συμβεί. Κανείς δεν έχει εμπιστοσύνη σε κανέναν», μας λέει. Οσο δε για τα 34 χρόνια της πένθιμης αναμονής: «Περιμένεις… Είχαμε ελπίδες ότι θα βρεθεί ζωντανός ο πατέρας μου, ακόμα και αν, με βάση τη λογική, πιθανότητες δεν υπήρχαν».
Το τραύμα της εισβολής και της κατοχής της Κύπρου από τις τουρκικές δυνάμεις παραμένει διάπλατα ανοιχτό. Ιστορίες σαν αυτή του Πάμπου Χατζηπαναγή υπάρχουν χιλιάδες. Δεν είναι μόνο οι 1.619 αγνοούμενοι – 951 παραμένουν άφαντοι. Είναι οι πάνω από 3.000 νεκροί, αλλά και οι 200.000 πρόσφυγες.
Η κυρία Ντόνα Παπαστυλιανού, σήμερα ομότιμη καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, το 1974 ήταν 17 ετών. Το σπίτι της στη Λευκωσία απέχει λίγες εκατοντάδες μέτρα από την πράσινη γραμμή. Μας λέει ότι η εισβολή την τραυμάτισε κυριολεκτικά και μεταφορικά, σε ατομικό επίπεδο, ενώ λειτούργησε διαλυτικά σε κάθε κοινωνική και κοινοτική πτυχή της ζωής των κατοίκων της Κύπρου.
«Διέλυσε τον κοινωνικό ιστό, αφού οι κάτοικοι περιοχών που κατελήφθησαν αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν βίαια τις εστίες τους, τα χωριά τους, τις περιουσίες τους, τη ζωή τους. Και κάτω από αυτές τις συνθήκες πήραν την εντελώς ανεπιθύμητη ιδιότητα του πρόσφυγα. Το ίδιο το κράτος “διαμελίστηκε” και χρειάστηκε καιρός για να μπορέσει να ορθοποδήσει, να ανασυνταχθεί και να στηρίξει τους πολίτες.
»Οι πρόσφυγες και τα άτομα που έχασαν τους δικούς τους σε μάχες ή σε εν ψυχρώ εκτελέσεις, γυναίκες που βιάστηκαν και βίωσαν άλλες κακουχίες, όσοι αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στη συνέχεια, ζουν στο βαθύτερο σκοτάδι της τραυματικής μνήμης του 1974» επισημαίνει η κυρία Παπαστυλιανού, αναδεικνύοντας και το δράμα των συγγενών των αγνοουμένων: «Είναι αυτοί που καταδικάστηκαν να βιώνουν και το ατελεύτητο πένθος για την τύχη των δικών τους, μια ομάδα που κουβαλάει τον σταυρό του μαρτυρίου τής ελληνοκυπριακής τραγωδίας».
Ποια λύση;
Ουδείς μπορεί να αρνηθεί ότι η σύγκληση της πενταμερούς, τέσσερα χρόνια μετά την τελευταία, είναι μια θετική εξέλιξη. Σε Αθήνα και Λευκωσία γνωρίζουν ότι, εν μέσω της γενικότερης γεωπολιτικής αστάθειας και καθώς η Τουρκία δημιουργεί αργά αλλά σταθερά νέα τετελεσμένα στο έδαφος της Κύπρου (Βαρώσια 2021, Πύλα 2023), είναι σημαντικό να υπάρχει ανοιχτή μια διαδικασία διαλόγου, και ας μην οδηγεί πουθενά.
Αιτία των σημερινών παράλληλων μονολόγων δεν είναι άλλη από την παράνομη διχοτομική θέση της Αγκυρας περί δύο κρατών στην Κύπρο. Τόσο το ψευδοκράτος όσο και η Τουρκία δεν χάνουν ευκαιρία να επαναλαμβάνουν ότι επίσημες διαπραγματεύσεις θα επανεκκινήσουν μόνο αν αναγνωριστεί η κυριαρχική ισότητα της αποκαλούμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βορείου Κύπρου». Την ίδια ώρα Ελλάδα και Κυπριακή Δημοκρατία επιμένουν ότι το πλαίσιο της λύσης είναι αυτό που ορίζεται στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών: Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία.
Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ότι ακόμα και αν η Τουρκία κάνει τα απαραίτητα πίσω βήματα στα πολιτικά ζητήματα, το εδαφικό και το περιουσιακό, ως μείζων διαφορά θα παραμένουν οι στρατιωτικές εγγυήσεις και δη η παρουσία του κατοχικού στρατού της Τουρκίας στο νησί. Για την Αγκυρα τα Κατεχόμενα αποτελούν πλέον τμήμα του συστήματος ασφαλείας της χώρας. Ειδικά τώρα που Ανατολική Μεσόγειος έχει αποκτήσει ξανά ξεχωριστή γεωπολιτική σημασία, η Τουρκία διαθέτει στην Κύπρο μια ισχυρή στρατιωτική βάση, την οποία δεν πρόκειται να εγκαταλείψει. Αν το 2004 υπήρχε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης η ευρωπαϊκή προοπτική, σήμερα για τον Ερντογάν δεν υπάρχει κανένα δέλεαρ.
Λύση, όμως, χωρίς άρση των κατοχικών τετελεσμένων, ουδέποτε πρόκειται να γίνει αποδεκτή από τους Ελληνοκύπριους. Ο στρατός κατοχής, τα μνημεία και τα οδοφράγματα στη Λήδρα, όλα παρατείνουν το τραύμα και αυξάνουν τη συλλογική ανασφάλεια. Η κυρία Παπαστυλιανού θεωρεί ότι, χωρίς να έχει λάβει, πέρα από τα διεθνή ψηφίσματα του ΟΗΕ για καταδίκη της τουρκικής εισβολής, άλλη αναγνώριση της ντε φάκτο κατοχής του 40% του κυπριακού εδάφους, το συλλογικό υποκείμενο επηρεάζεται βαθιά από τη διαχείριση του Κυπριακού.
«Υπάρχει μια συνεχής, σταθερή και τρομοκρατικής διάθεσης υπόμνηση της κατοχής με μνημειακά έργα-σύμβολα (όπως η φωτιζόμενη τουρκική σημαία 2,5 χιλιομέτρων στην οροσειρά του Πενταδακτύλου), που δεν επιτρέπουν να αποδεχτεί κανείς μια λύση που δεν θα απομονώνει τέτοιες απειλητικές πολιτικές ή διεκδικήσεις, οι οποίες άλλωστε εκφράζονται και ρητά από την τουρκική κυβέρνηση», μας λέει.
Οι αγνοούμενοι και το τοπίο που αλλάζει
Μετά το 2017, οι εργασίες της ΔΕΑ έχουν σχεδόν παγώσει και ο ρυθμός ταυτοποιήσεων αγνοουμένων έπεσε ραγδαία. Οι Τουρκοκύπριοι και η Αγκυρα ορθώνουν όλο και περισσότερα εμπόδια στις έρευνες, «βαφτίζοντας» συνεχώς νέα εδάφη ως «στρατιωτικές περιοχές», όπου και απαγορεύεται η πρόσβαση οποιουδήποτε, πλην στελεχών των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.
«Οι μεγάλες εκτάσεις που είναι χαρακτηρισμένες ως στρατιωτικές ζώνες στο κατεχόμενο μέρος της Κύπρου είναι ένας άλλος τρόπος να προβάλλονται δυσκολίες. Εξετάζεται ένας μικρός αριθμός τέτοιων περιπτώσεων κάθε χρόνο και είναι απαίτηση να είναι απόλυτα ακριβής η θέση που θα γίνει εκταφή/διερεύνηση. Η ευελιξία για τις εκταφές αυτές είναι εξαιρετικά περιορισμένη, οπότε γίνεται δυσκίνητη και χρονοβόρα» εξηγεί στο Ρrotagon ο Γιάννος Δημητρίου, μέλος της Επιτροπή Συγγενών Αγνοουμένων Ασσιας.
Η Ασσια είναι ένα κεφαλοχώρι κοντά στην Αμμόχωστο και κατέχει το θλιβερό ρεκόρ σε απόλυτο αριθμό νεκρών και αγνοουμένων του 1974 από κάθε άλλο τόπο στην Κύπρο: 118 άνθρωποι ηλικίας από 11 έως 89 χρόνων. Σήμερα αγνοούνται ακόμη 23 Ασσιώτες. Οσο περνούν τα χρόνια οι μαρτυρίες στερεύουν. Οσοι γνωρίζουν τις κρίσιμες πληροφορίες, που ενδεχομένως να ήταν παρόντες σε δολοφονίες ή ομαδικές εκτελέσεις, φεύγουν σιγά σιγά από τη ζωή. Ετσι, η Ιστορία της Κύπρου κινδυνεύει να μείνει «θαμμένη στα πηγάδια».
Στο νησί είναι πολλοί αυτοί που πιστεύουν ότι αν δεν λυθεί το θέμα των αγνοουμένων, είναι αδύνατον να προχωρήσει οτιδήποτε άλλο. «Πρέπει να κλείσει η μεγάλη πληγή αυτού του ανθρωπιστικού θέματος. Πώς θα συμφωνήσουμε στα περιουσιακά ή στο εδαφικό αν δεν λυθεί αυτό;» αναρωτιέται ο κ. Χατζηπαναγή.
Μαζί με τους ανθρώπους, όμως, χάνεται και ο τόπος. Εποικίζεται, αλλοιώνεται και σταδιακά η επαφή με το προκατοχικό ελεύθερο παρελθόν χάνεται. Οπως συμβαίνει με τη μνήμη. Οταν το 2003-2004 άνοιξαν τα περάσματα προς και από τα κατεχόμενα, ο Γιάννος Δημητρίου πήγε στην Ασσια. Και αυτή η εμπειρία ήταν τραυματική. «Ο χώρος, οικείος. Το ίδιο και οι μυρωδιές του κάμπου. Το χωριό εντός, ένα φάντασμα του παρελθόντος. Ανθρωποι που περιφέρονται σαν ξένα σώματα. Το αισθάνεσαι, το βλέπεις ότι δεν έχουν κανένα δέσιμο με τον τόπο. Δεν εκτιμούν τα λάφυρα πολέμου, αυτά που δεν κοπίασαν να δημιουργήσουν. Ολα τα χαρακτηρίζει η εγκατάλειψη και η έλλειψη αγάπης» θυμάται.
Ο Πάμπος Χατζηπαναγή μοιράζεται μια σχετικά αιρετική άποψη. Η λύση του Κυπριακού, λέει, ήρθε όταν άνοιξαν τα οδοφράγματα: «Ο πρόσφυγας είχε μεγάλο πόθο να επιστρέψει στον τόπο του. Οταν πήγε στα μέρη του, είδε κατεδαφισμένα σπίτια, είδε οικογένειες να έχουν δημιουργηθεί και κατάλαβε ότι ο πόθος της επιστροφής δεν πρόκειται να ευοδωθεί ποτέ». Οσο, δε, περνούν τα χρόνια, η λήθη απλώνεται επικίνδυνα. «Πήγαινε τώρα στην κεντρική πλατεία της Λευκωσίας και κάνε ένα γκάλοπ. Ρώτα “γνωρίζετε αν θα γίνει πενταμερής για το Κυπριακό;”. Οι περισσότεροι, και ειδικά οι πιο νέοι, θα σου πουν “τι είναι αυτό”;».
Είναι προφανές ότι λύση του Κυπριακού εντός των επόμενων ετών δεν πρόκειται να υπάρξει. Μπορεί όμως να έρθει η συλλογική λύτρωση με το υπάρχον στάτους κβο, δηλαδή την ντε φάκτο διχοτόμηση, να αναπαράγεται αενάως; «Συλλογική λύτρωση χωρίς καμία μορφή επίλυσης είναι αδιανόητη» επισημαίνει η κυρία Παπαστυλιανού.
«Χωρίς λύση που να επιτρέπει τις βασικές ελευθερίες που εξασφαλίζει το ευρωπαϊκό κεκτημένο στους κύπριους πολίτες. Δεν είμαι πολιτικός επιστήμων, αλλά δεν ξέρω κάποια περιοχή ή χώρα που της επιβλήθηκαν έξωθεν καταστάσεις ή συνθήκες, και δη διαιρετικές ή αλλαγή συνόρων κ.λπ., που δεν διατήρησαν στο υπέδαφος του “υποσυνειδήτου” των ανθρώπων που απώλεσαν πατρίδα, περιουσία, συγγενείς, στοιχεία αλυτρωτικά. Η δικαιοσύνη, με όποια μορφή αποδίδεται σε τέτοιες περιπτώσεις όπως αυτή της Κύπρου, βάσει του Διεθνούς Δικαίου, είναι η μόνη προϋπόθεση για να ευδοκιμήσει μια λύση» προσθέτει. Αραγε πόσο εφικτό είναι αυτό;
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
Γράψτε σχόλιο στο: Το Κυπριακό ανάμεσα στο τραύμα και στη λήθη
Παρακαλούμε, εισάγετε σχόλια μόνο σχετικά με το θέμα. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο ή με περιεχόμενο που έρχεται σε αντίθεση με τις οδηγίες και τους όρους χρήσης του protagon.gr δεν θα δημοσιεύονται.Το email σας δεν θα εμφανίζεται.