927
| CreativeProtagon/Getty

Το κορίτσι στο αεροπλάνο και ο Πολ Οστερ

Μαρία Δεδούση Μαρία Δεδούση 21 Νοεμβρίου 2023, 09:31
|CreativeProtagon/Getty

Το κορίτσι στο αεροπλάνο και ο Πολ Οστερ

Μαρία Δεδούση Μαρία Δεδούση 21 Νοεμβρίου 2023, 09:31

Την Κυριακή, καθόταν δίπλα μου μια κοπέλα στο αεροπλάνο, που σε όλη τη διάρκεια της πτήσης έκλαιγε. Οχι σπαρακτικά ή γοερά, αλλά μ’ αυτό το βουβό, διαρκές κλάμα, που όλο θέλει να ξεσπάσει αλλά δεν μπορεί. Οχι το κλάμα του ξαφνικού πόνου που θα περάσει μαζί μ’ αυτόν, όπως όταν πέφτεις και γδέρνεις το γόνατό σου, αλλά εκείνο της απώλειας, που μπορεί να σιγάσει αλλά δεν θα περάσει ίσως ποτέ.

Η κοπέλα ήταν από τη χώρα αναχώρησης του αεροπλάνου. Με ευχαρίστησε στ’ αγγλικά πολλές φορές, υπερβολικά πολλές, όταν χωρίς να τη ρωτήσω τι της συμβαίνει, της χάιδεψα λίγο τον ώμο. «Ολα θα είναι καλά», της παρέθεσα το πιο υπέροχο ψέμα από καταβολής κόσμου, στ’ αγγλικά κι εγώ. Δεν είναι ότι είμαι πολύ καλός άνθρωπος, ή ίσως και να είμαι, αλλά αυτό δεν αφορά κανέναν· είναι ότι έκανα αυτό ακριβώς που θα ήθελα σε μια αντίστοιχη περίπτωση να κάνει κάποιος σε μένα. Και δεν ήθελα να ξέρω γιατί πονούσε. Προτιμώ να προβάλω σ’ αυτήν την εικόνα τις δικές μου λύπες.

Δεν υπάρχει τίποτε πιο αυτοβιογραφικό από τον ανθρώπινο πόνο.

Οταν συμπάσχουμε με τους άλλους ανθρώπους, πάντα βλέπουμε τον εαυτό μας και τις δικές μας λύπες και τις δικές μας ματαιώσεις σε αυτούς. Μόνο έτσι γίνεται πιο υποφερτός ο κόσμος.

Κάπως έτσι πέρασε αυτή η πτήση, γεμάτη από ανθρώπους που κουβαλούσαν μαζί τους ατελείωτες φτηνές απομιμήσεις προϊόντων που έτσι κι αλλιώς δεν φοράει πια κανείς, ακόμη και στην αυθεντική τους εκδοχή. Και μαζί τους η κοπέλα, που το μόνο που κουβάλησε μαζί της σε μια άλλη χώρα είναι η λύπη της. Ανθρωποι που θα επιδείξουν με περηφάνεια το ψέμα που τους χαρίζει μια ψευδαίσθηση υπόστασης. Και ένας άνθρωπος που έκρυβε κάθε λίγο στις παλάμες του το πρόσωπο του, από ντροπή για το μόνο αυθεντικό πράγμα που έχουμε ως είδος: όσα αισθανόμαστε…

Το επόμενο πρωί διάβασα ένα κείμενο για τον Πολ Οστερ, στον Guardian. Ο 76χρονος αμερικανός συγγραφέας διαγνώστηκε με καρκίνο πέρυσι, όταν τελείωνε το τελευταίο του βιβλίο· τελευταίο από κάθε άποψη πιθανώς, όπως είπε και ο ίδιος.

Το βιβλίο λέγεται «Μπάουμγκάρτνερ» και σε αυτό ο ομώνυμος χαρακτήρας, στα 70 του, συνεχίζει να πενθεί και να προσπαθεί να διαχειριστεί το θάνατο της συζύγου του, δέκα χρόνια μετά το δυστύχημα που τη σκότωσε. Εχει κάνει, στο μεταξύ, μια άλλη σχέση με μια γυναίκα στην οποία σκοπεύει να κάνει πρόταση γάμου. Ομως η απώλεια της γυναίκας του είναι η ραχοκοκκαλιά της ζωής του. Διαβάζει τα παλιά της ποιήματα, τα γράμματα που του έγραφε, τις σημειώσεις της, και επιστρέφει διαρκώς σ’ εκείνη τη στιγμή που του την πήρε για πάντα.

Ο Σάι Μπάουμγκάρτνερ είναι ένας τραγικός χαρακτήρας, στον οποίον, παρόλα αυτά, συμβαίνουν κωμικά πράγματα. Η καθημερινότητα είναι μια ατελείωτη κωμωδία, εξάλλου, ιδιαίτερα όταν εσύ συνειδητοποιείς ότι η ανθρώπινη ζωή δεν είναι παρά ένα ατελείωτο υπαρξιακό δράμα. Το συγκλονιστικό αυτό κοντράστ είναι που την κάνει και τόσο ενδιαφέρουσα.

Πριν από δύο χρόνια η εγγονή του Οστερ πέθανε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες και λίγο μετά ο πατέρας της, γιος του συγγραφέα, πέθανε κι αυτός από υπερβολική δόση ναρκωτικών. Λίγο αργότερα ήρθε για τον ίδιον ο καρκίνος. Ο Οστερ έχει μια πολύ ενδιαφέρουσα άποψη για την έννοια της συναισθηματικής «κάθαρσης»: Πιστεύει ότι είναι «η πιο ηλίθια ιδέα στον κόσμο».

Οταν χάνεις κάποιον που παίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή σου, χάνεις μαζί κι ένα κομμάτι σου. Δεν το ξεπερνάς ποτέ. Ισως προσποιείσαι ότι το αντικαθιστάς, αλλά στην πραγματικότητα αυτό παραμένει εκεί σαν μέλος-φάντασμα· ένας τεχνικά άψογος χειρουργικός ακρωτηριασμός που δεν καταφέρνει, όμως, να απομακρύνει την αίσθηση και τον πόνο του χαμένου μέλους, μόνο τη σάρκα και τα κόκκαλα. Το χέρι λείπει, αλλά αισθάνεσαι ότι μπορείς να το απλώσεις και να πιάσεις κάτι με αυτό. Ο Μπάουμγκάρτνερ «είναι ένας κουτσουρεμένος άνθρωπος, αλλά τα χαμένα άκρα είναι ακόμη εκεί και πονούν ακόμη· πονούν τόσο πολύ που μερικές φορές αισθάνεται ότι το σώμα του μπορεί να πάρει φωτιά και ο ίδιος να μετατραπεί σε στάχτη», γράφει.

Ο Οστερ ήθελε να ονομάσει το βιβλίο «Μέλος-φάντασμα». Να μιλήσει για τη σύνδεση που έχουμε με τους άλλους ανθρώπους και πόσο ζωτική είναι στη ζωή μας. Τη σημασία της αγάπης. «Μας είναι δύσκολο να μιλήσουμε γι αυτήν με τον τρόπο που της αξίζει», λέει. Την αγάπη που διαρκεί μια ζωή και πόσο αλλάζει και παίρνει απρόσμενες τροπές. Οπως κι εμείς οι ίδιοι. Κι αν δεν τη φροντίσεις και δεν δεις τις αλλαγές και δεν την καλλιεργήσεις και δεν την κλαδέψεις, θα την δεις απλώς να πεθαίνει μια μέρα μπροστά σου.

«Υπάρχουν τόσα πράγματα που δεν καταλαβαίνουμε στη ζωή μας», λέει ο Οστεν. «Εγώ, γιατί το έκανα τότε αυτό; Ποια παρόρμηση με ώθησε; Δεν μαθαίνουμε ποτέ πραγματικά τους εαυτούς μας, αλλά νομίζουμε στ’ αλήθεια ότι ξέρουμε τους άλλους»; Ο Οστερ ξέρει ότι είναι πολύ πιθανό να πεθάνει. Σύντομα. «Απλώς χαμογελάω και λέω ευχαριστώ», λέει. «Ξέρω ότι η υγεία μου είναι σε αβέβαιη κατάσταση και αυτό ίσως είναι το τελευταίο πράγμα που θα γράψω ποτέ. Κι αν αυτό είναι το τέλος, τότε το να φύγω με την ανθρώπινη καλοσύνη που νοιώθω γύρω μου από το στενό κύκλο των ανθρώπων μου, άξιζε ήδη τον κόπο».

Η κοπέλα στο αεροπλάνο ήταν δεν ήταν 30 χρονών. Είχε πολύ καθαρό δέρμα, φακίδες και κατακκόκινα από τα δάκρυα μάτια. Την πέτυχα ξανά, εκεί που παίρνουμε τις βαλίτσες. Οσο περνούσαν από μπροστά μου χιλιάδες ψεύτικες τσάντες, παπούτσια και ρούχα, και αδηφάγα χέρια απλώνονταν για να τα πιάσουν, την κοίταξα να στέκεται ακίνητη και αναρωτήθηκα ποιο μέλος της λείπει.

Κι αν θα μάθει ποτέ να ζει χωρίς αυτό. Κι αν θα το νοιώθει, μετά από χρόνια, να την πονάει, ένα βράδυ που ο καιρός θ’ αλλάξει απότομα και η ξαφνική υγρασία θα γεμίσει το δωμάτιό της με αναμνήσεις.

Υποθέτω ότι ναι. Ολοι το μάθαμε, άλλωστε. Ή και όχι.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...