562
| CreativeProtagon

Το άριστα και το μηδέν των διακοπών

Δημήτρης Ευθυμάκης Δημήτρης Ευθυμάκης 4 Αυγούστου 2024, 22:01
|CreativeProtagon

Το άριστα και το μηδέν των διακοπών

Δημήτρης Ευθυμάκης Δημήτρης Ευθυμάκης 4 Αυγούστου 2024, 22:01

Δίνω βραβείο σε εκείνο τον καλό άνθρωπο, που ενώ κάθεται κάτω από την ομπρέλα του και πίνει την δροσερή μπίρα του, σηκώνεται κάθε τόσο, ανεβαίνει από την παραλία ως πάνω στο μπαρ και κατευθύνεται προς την τουαλέτα του. Σημαίνει ότι δεν κατουράει στην θάλασσα όπου κολυμπώ κι εγώ.

Βάζω άριστα στο παλικάρι που όταν συγκεντρώνει τα πράγματα του για να φύγει από την παραλία, όχι μόνο μαζεύει τα σκουπίδια του, αλλά πηγαίνοντας προς τον σκουπιδοτενεκέ σκύβει και πιάνει ένα άδειο μπουκάλι νερού που βρίσκει στον δρόμο του. Διότι έχει κι αυτούς που φεύγοντας, κάνουν μια με το πόδι τους και σκεπάζουν με άμμο τα αποτσίγαρα που έχουν καρφώσει στην βάση της ομπρέλας τους.

Μου την βαράει ο τύπος που ενώ υπάρχει κόκκινη σημαία στο φυλάκιο που εποπτεύει την παραλία, αυτός παίρνει φόρα και βουτά στα αφρισμένα κύματα σαν τον δέλφινα που είχε εξοκείλει και επιστρέφει στα βαθιά. Κι όταν ο ναυαγοσώστης αρχίζει να του σφυρίζει δαιμονισμένα κάνοντας του νόημα να βγει αμέσως, εκείνος του φωνάζει αγριεμένα και απαξιωτικά μαζί. «Πριν γεννηθείς εσύ, εγώ υπηρετούσα στα ΟΥΚ.» Τι να του απατήσει ο εικοσάχρονος ναυαγοστώστης του εξηνταπεντάχρονου κοιλαρά, πρώην ΟΥΚ; Ότι είναι ηλίθιος;

Χαίρομαι τον σερβιτόρο που εξηγεί με υπομονή στους Σκανδιναβούς τουρίστες τι ακριβώς είναι το kontosoubli ή τα gemista κι ύστερα περιμένει υπομονετικά να το συζητήσουν μεταξύ τους και ν’ αποφασίσουν τι θα φάνε. Μου την δίνει εκείνος που όταν επιτέλους πάρει την παραγγελία, μόλις γυρίσει το κεφάλι μονολογεί στα ελληνικά (που δεν καταλαβαίνουν οι πελάτες), «ας το διάλο μαλάκες, μου τα πρήξατε». Δεν κάνει, για την δουλειά που κάνει.

Μηδέν βαθμούς στον περιπτερά που βλέποντας από το παραθυράκι του ένα μαυρισμένο χέρι να του δείχνει ένα μπουκαλάκι κρύο νερό, απαντά «two Euros». Κι όταν ακούσει το χέρι απ’ έξω να εξανίσταται, «τι… δυο ευρώ ένα μικρό μπουκαλάκι νερό;», εκείνος να απαντά βαθύτατα ενοχλημένος. «Α, Έλληνας είσαι μωρέ; Μισό ευρώ δώσ’ μου».

Αριστα δέκα στο κύριο που καθισμένος πίσω-πίσω στο μεγάλο παράλιο μαγαζί, διαβάζει ένα μικρό σταχωμένο βιβλιαράκι της «Εστίας», με τις πολυκαιρισμένες σελίδες του γεμάτες από παλιά καλλιτεχνικά τυπογραφικά στοιχεία. Είναι μια (όλο και πιο σπάνια) νίκη του συγγραφέα του βιβλίου (του οποίου τα κόκκαλα έχουν γίνει σκόνη εδώ κι έναν αιώνα), απέναντι σε εκατό smart phones που φωσφορίζουν στα γύρω τραπέζια, ξερνώντας από τα σπλάχνα τους χιλιάδες ανούσιους τίτλους και σαχλές φωτογραφίες.

Μηδέν βαθμούς στην κυρία που κατεβαίνει στην καυτή άμμο φορώντας τις Miu Miu σαγιονάρες της (720 ευρώ), για να τις δουν οι άλλες από τις διπλανές ομπρέλες και να ζηλέψουν. Μηδέν και στην καλλίγραμμη κοπελίτσα της Μυκόνου, που χαχανίζει όταν ο Αραβας που την συνοδεύει της ξεπλένει τα ποδαράκια από την άμμο, πιτσιλώντας τα με σαμπάνια. Οι ακριβές σαγιονάρες και οι σαμπάνιες, ομορφαίνουν τα πόδια αλλά μαγαρίζουν την ψυχή.

Αριστα δέκα στον παππούλη, που κάθεται στην βεραντούλα του μοναχός και σύννους, κοιτάζοντας με σκοτεινό βλέμμα την παραλία του χωριού του που ο τουρισμός και η εξέλιξη μετέτρεψαν σε πολύβουο τσίρκο. Δεν μιλά, καθώς καταλαβαίνει πως οι καιροί άλλαξαν και τον πέταξαν απ’ έξω. Αλλά δεν μπορεί και να μην θυμάται ότι σε εκείνο το σημείο που σήμερα είναι το μπιτσόμπαρο με τα μεγάλα ηχεία, ήταν κάτι καλαμιές πίσω απ’ τις οποίες πρωτοφίλησε την γυναίκα του πριν εξήντα χρόνια. Και δεν τους είχε δει κανείς τότε, ευτυχώς, γιατί η τεράστια παραλία ήταν τελείως έρημη. Τι να κατέβαιναν να κάνουν οι χωριανοί στην αμμούτσα καλοκαιριάτικα και με τόση ζέστη;

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...