Στην ομιλία του στη Σορβόννη τον Απρίλιο και ξανά κατά την επίσημη επίσκεψή του στη Γερμανία στα τέλη Μαΐου, ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν προειδοποίησε ότι η Ευρώπη είναι αντιμέτωπη με τη θνητότητά της. Παγιδευμένοι μεταξύ της Ρωσίας του Βλαντιμίρ Πούτιν, της Κίνας του Σι Τζινπίνγκ και, ενδεχομένως, της Αμερικής του Ντόναλντ Τραμπ, οι Ευρωπαίοι πρέπει επειγόντως να δείξουν αλληλεγγύη. Ωστόσο, ακριβώς επειδή δεν αισθάνονται ασφαλείς, η Ευρώπη φαίνεται ότι διασπάται.
Η πιο άμεση απειλή βρίσκεται στην Ουκρανία. Για πολύ καιρό δεν ήταν ξεκάθαρο τι θα μπορούσε να σημαίνει μια ρωσική νίκη. Ωστόσο, υπό το φως των πρόσφατων δημοσκοπήσεων στις ΗΠΑ, είναι πλέον δυνατό να φανταστούμε ένα «ειρηνευτικό σχέδιο» Τραμπ –ή μια Συμφωνία Μινσκ ΙΙΙ– που θα πάγωνε τις εδαφικές απώλειες της Ουκρανίας, θα την απέκλειε από το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ενωση, θα την αποστρατιωτικοποιούσε και θα την εξανάγκαζε σε μόνιμη ουδετερότητα. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε μια ήττα όχι μόνο για την Ουκρανία, αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη. Τουλάχιστον το ένα τρίτο των κρατών-μελών της ΕΕ θα αισθάνονται υπαρξιακά ανασφαλείς με έναν αδίστακτο ρεβιζιονιστή επιτιθέμενο στα σύνορά τους.
Σε αυτό το πλαίσιο, πολλοί ηγέτες μπορεί να χάσουν την πίστη τους στο ευρωπαϊκό εγχείρημα και να αποπειραθούν να συμφιλιωθούν με τον Τραμπ, όπως έχει ήδη κάνει ο ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπαν. Οι συλλογικές προσπάθειες για την ενίσχυση της ΕΕ θα έδιναν τη θέση τους στις διμερείς σχέσεις με τις ΗΠΑ, αφήνοντας την Ευρώπη ακόμη πιο διχασμένη και παράλυτη.
Μακροπρόθεσμα, το ίδιο δίλημμα θα ετίθετο και σε σχέση με άλλα ζητήματα, όπως το πώς αντιμετωπίζουν οι Ευρωπαίοι την Κίνα, πώς επιδιώκουν την οικονομική ευημερία σε μια εποχή έντονου τεχνολογικού ανταγωνισμού και πώς εμπλέκονται στην παγκόσμια διακυβέρνηση. Σε κάθε περίπτωση η πρόκληση απαιτεί ενότητα, αλλά μεμονωμένα κράτη-μέλη θα μπουν στον πειρασμό να πορευτούν μόνα τους.
Η πρόσφατη επίσκεψη του Μακρόν στη Γερμανία μπορεί να έδωσε κάποιες ενδείξεις σχετικά με το πώς θα μπορούσε να αποτραπεί ο κατακερματισμός, όχι επειδή ο ίδιος και ο γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς επιδόθηκαν σε επιδεικτικές εκδηλώσεις συναδελφικότητας και αλληλεγγύης, αλλά γιατί επιβεβαίωσαν άθελά τους ότι η γαλλογερμανική σχέση έχει περιοριστεί σε απλές επιδείξεις. Οι κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Γερμανίας δεν είναι πλέον ικανές να χαράξουν από μόνες τους τη στρατηγική πορεία της Ευρώπης. Ακόμη και αν κατάφερναν να συνεργαστούν για να προτείνουν μια συγκεκριμένη ατζέντα, δεν είναι σαφές ότι η υπόλοιπη ΕΕ θα τις ακολουθούσε.
Ενίοτε, όμως, μια σχέση μπορεί να σωθεί με την προσθήκη ενός τρίτου μέρους, και στο σημερινό ευρωπαϊκό σκηνικό ο προφανής υποψήφιος είναι η Πολωνία. Ενας γαλλογερμανοπολωνικός κινητήρας θα αναζωογονούσε το Τρίγωνο της Βαϊμάρης, το οποίο σχηματίστηκε το 1991, αλλά η προηγούμενη ανελεύθερη κυβέρνηση της Πολωνίας το είχε θέσει στο περιθώριο επί μια οκταετία.
Τώρα που η Πολωνία τελεί υπό νέα κυβέρνηση και είναι γεμάτη ιδέες για την ενίσχυση της Ευρώπης, θα μπορούσε να συμβάλει σημαντικά στη συσπείρωση των Ευρωπαίων μέσω μιας κοινής αίσθησης ασφάλειας και ενός κοινού γεωπολιτικού σκοπού. Βοηθά επίσης το γεγονός ότι η Γερμανία προέβη σε σημαντικές αλλαγές όσον αφορά τις αμυντικές δαπάνες και τη στάση της, καθώς και το ότι ο Μακρόν ασπάστηκε την ιδέα της ένταξης νέων μελών στην ΕΕ μέσω μιας διεύρυνσης προς τα ανατολικά.
Το Τρίγωνο της Βαϊμάρης θα μπορούσε να κάνει τρεις σημαντικές συνεισφορές στην Ευρώπη, η πρώτη από τις οποίες είναι πολιτική. Ενώ ο γαλλογερμανικός άξονας συχνά προκαλούσε δυσαρέσκεια μεταξύ άλλων κρατών-μελών και άφηνε τα μέλη του πρώην σοβιετικού μπλοκ να αναρωτιούνται αν θα ξεπουλιούνταν στο Κρεμλίνο, η νέα ρύθμιση θα περιλάμβανε μια μεγάλη πρώην κομμουνιστική χώρα. Αυτό από μόνο του θα μπορούσε να είναι ένας ενοποιητικός παράγοντας, ακόμη και στον απόηχο της νίκης του Τραμπ, υπό την προϋπόθεση ότι οι τρεις ηγέτες θα ενεργούσαν συμπεριληπτικά, αντί ως κλίκα.
Επιπλέον, οι τρεις κυβερνήσεις θα μπορούσαν (και θα έπρεπε) να προτείνουν τρόπους επαναπροσδιορισμού της σχέσης με τη Βρετανία, η οποία σύντομα θα έχει νέα κυβέρνηση. Αυτό θα είναι ζωτικής σημασίας για να διασκεδαστούν οι ανησυχίες των Ευρωπαίων ως προς ένα ευρύ φάσμα ζητημάτων, περιλαμβανομένων των αμυντικών και πυρηνικών απειλών, της οικονομικής ασφάλειας, του τεχνολογικού ανταγωνισμού και της ενέργειας. Εχοντας περάσει πολύ χρόνο σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες –από τη Δανία μέχρι την Πορτογαλία– τις τελευταίες εβδομάδες, άκουσα πολλούς ηγέτες και διπλωμάτες να επικαλούνται το Τρίγωνο της Βαϊμάρης ως πηγή ελπίδας.
Η δεύτερη συνεισφορά είναι στρατιωτική, αφού από κοινού στις χώρες του Τριγώνου της Βαϊμάρης αντιστοιχεί ποσοστό μεγαλύτερο του 30% επί των αμυντικών δαπανών της Ευρώπης. Βραχυπρόθεσμα θα πρέπει να προωθήσουν ένα σχέδιο για τη συνένωση των διαφόρων πρωτοβουλιών με στόχο να αποκτήσει η Ουκρανία τα πυρομαχικά και την αεράμυνα που χρειάζεται. Και μακροπρόθεσμα οι Ευρωπαίοι θα μπορούσαν να επιτύχουν πολύ περισσότερα όσον αφορά τη δική τους άμυνα, απλώς δουλεύοντας καλύτερα μαζί.
Εκτός από τη διεξαγωγή τριμερούς πυρηνικού διαλόγου, το Τρίγωνο της Βαϊμάρης μπορεί να διευρύνει τον ρόλο του Ευρωπαϊκού Σώματος Στρατού (Eurocorps), της πολυεθνικής μονάδας που συστάθηκε από τη Γαλλία και τη Γερμανία τη δεκαετία του 1990. Σε αντίθεση με τις ομάδες μάχης της ΕΕ, οι οποίες είναι εκστρατευτικές και επομένως ακατάλληλες για την τρέχουσα πραγματικότητα, το Eurocorps θα μπορούσε να αναπτυχθεί επαρκώς με στόχο τον καθησυχασμό των κρατών-μελών της πρώτης γραμμής σε περίπτωση απόσυρσης των αμερικανικών στρατευμάτων από την Ευρώπη.
Ενα αναζωογονημένο Τρίγωνο της Βαϊμάρης θα μπορούσε επίσης να συνδράμει στο να μετατραπεί η Ευρώπη «από ένα εργοστάσιο κανονισμών σε μια πραγματική κοινότητα», όπως μου το έθεσε ένας ανώτερος πολωνός αξιωματούχος. Αυτή τη στιγμή η Ευρώπη βρίσκεται εγκλωβισμένη μεταξύ της γεωπολιτικής αναγκαιότητας αγκύρωσης της Ουκρανίας και της Μολδαβίας στη Δύση και της πολιτικής και θεσμικής αδυναμίας να προχωρήσει σε μια κλασική διαδικασία διεύρυνσης.
Το Τρίγωνο της Βαϊμάρης πρέπει να καταστρώσει ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο για να φέρει την Ουκρανία τόσο στο ΝΑΤΟ όσο και στην ΕΕ και αυτή η νέα στρατηγική πρέπει να κλίνει προς την οικοδόμηση πολεμικών οικονομιών, την παροχή ασφάλειας και την επιδίωξη ρυθμιστικής ευθυγράμμισης. Ενα καλό πρώτο βήμα θα ήταν να συσταθεί μια ομάδα υψηλού επιπέδου για να εξετάσει τις πτυχές ασφάλειας και άμυνας μιας αναθεωρημένης διαδικασίας διεύρυνσης της ΕΕ.
Υπήρξε κάποια ώθηση για μια αναμόρφωση του Τριγώνου της Βαϊμάρης. Τον Μάρτιο, ο Σολτς, ο Μακρόν και ο πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ μετείχαν σε μια σύντομη σύνοδο κορυφής στο Βερολίνο, ενώ στη συνέχεια συναντήθηκαν οι υπουργοί Εξωτερικών των χωρών τους και κατέληξαν σε ένα εμπνευσμένο ανακοινωθέν. Ομως, όπως υποστήριξαν πρόσφατα οι συνάδελφοί μου στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων, σε καθεμία από τις τρεις χώρες τα μεγάλα λόγια πρέπει να μετατραπούν σε αποφασιστική δράση. Αν το Τρίγωνο της Βαϊμάρης αναμορφωθεί, θα μπορούσε να δώσει νέα πνοή στο ευρωπαϊκό εγχείρημα.
Ο Mark Leonard είναι διευθυντής του European Council on Foreign Relations και συγγραφέας του βιβλίου «The Age of Unpeace: How Connectivity Causes Conflict» (Bantam Press, 2021). Το κείμενο αυτό αναδημοσιεύεται για την Ελλάδα από το Project Syndicate.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News